Στις 22 Νοεμβρίου ξανά η δίκη για τις εικόνες
Για μία υπόθεση που κατά τον ίδιο δε θα μπορούσε να πουληθεί στα περίπτερα ούτε ως «φθηνό μυθιστόρημα», έκανε λόγο στην απολογία του ο πρώτος εκ των κατηγορουμένων στην δίκη για τις κλεμμένες εικόνες, που συνεχίστηκε χθες στο Τριμελές Εφετείο Ιωαννίνων.
Ο πρώην πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητρόπολης Ιωαννίνων στην πολύωρη απολογία του απάντησε σημείο προς σημείο σε όσα αναφέρονται σε βάρος του στο βούλευμα με το οποίο οδηγήθηκε στο εδώλιο, επιχειρώντας να «χρεώσει» την εμπλοκή του στον Περιφερειάρχη Αλ. Καχριμάνη.
Αφού υποστήριξε ότι από κάποιο σημείο κι μετά δεν υπήρχαν καλές σχέσεις προσδιορίζοντάς το στην περίοδο χωροθέτησης του ΧΥΤΑ του Ελληνικού, όταν ο ίδιος ήταν ηγούμενος στη Μονή Τσούκας, κατηγόρησε τον Περιφερειάρχη, ότι επιχείρησε να κατασκευάσει ενόχους, μιλώντας για τον ίδιο και ότι παράλληλα επιχείρησε να καθοδηγήσει την αστυνομική έρευνα.
«Δεν συζήτησε ποτέ με εμένα γιατί εγώ ήμουν το πρόβλημα», ανέφερε σε κάποιο σημείο της απολογίας του, μιλώντας για τα έργα στις Μονές του Νησιού τα οποία ξεκίνησαν, αλλά όπως είπε, δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Όλο το κατηγορητήριο σε βάρος του, υποστήριξε, δε βασίστηκε σε μαρτυρίες, αλλά σε φήμες που μεταφέρθηκαν στο πλαίσιο της προανάκρισης και στη συνέχεια στις καταθέσεις στον ανακριτή, από τους μάρτυρες κατηγορίας και κυρίως από τον κ. Καχριμάνη.
«Σε αυτή την υπόθεση ποινικοποιείται η ανθρώπινη σχέση. Στο μυαλό τους είχαν ένα παραμύθι φαντασιακής σκοπιμότητας. Είναι ένα πρωτοφανές παζλ που κανείς δεν μπορεί να το διανοηθεί. Θεωρώ ότι ήθελαν να με βγάλουν από τη μέση, γιατί η Μητρόπολη δεν ελέγχεται από κανέναν τοπικό παράγοντα και ο ίδιος (σ.σ. εννοεί τον Αλ. Καχριμάνη) δεν λατρεύεται ως Θεός».
Ο πρώην πρωτοσύγκελος της Μητρόπολης υπερασπίστηκε το έργο του μακαριστού Θεόκλητου απαντώντας με τον τρόπο αυτό και στην κατάθεση του Μητροπολίτη κ.κ. Μάξιμου, που υποστήριξε ότι παρέλαβε χάος, όταν ανέλαβε τη διοίκηση, το 2014.
Αναφορικά με την υπόθεση και το σκέλος του κατηγορητηρίου σε βάρος του ο πρώην πρωτοσύγκελος δήλωσε αθώος για τα γεγονότα των κλοπών εικόνων και ιερών κειμηλίων, ενώ υπερασπίστηκε τις αποφάσεις και παρεμβάσεις της Μητρόπολης που εξέδωσε, όπως είπε, τη μοναδική σε ολόκληρη τη χώρα εγκύκλιο προς τις Ενορίες για τη διαφύλαξη και προστασία των εικόνων και των ιερών αντικειμένων.
Ακόμη, πρόσθεσε, ότι στη Μονή Τσούκας υπάρχουν δύο βιβλία μεγάλης αρχαιολογικής αξίας από τον 16ο και 17ο αιώνα, τα οποία βρέθηκαν, καταγράφηκαν και συντηρήθηκαν με πρωτοβουλία του ιδίου.
Τέλος, ολοκληρώνοντας την απολογία του, αναρωτήθηκε για τους λόγους για τους οποίους το έργο της ανάπλασης των Μονών στο Νησί δεν ολοκληρώθηκε και έμεινε ημιτελές.
«Είναι πράγματι ένα ερώτημα που με βασανίζει και το οποίο πρέπει να απαντηθεί. Ειδικά για το Σκευοφυλάκιο όπου έχουν καταγραφεί 1000 και πλέον αντικείμενα με πλήρη μουσειογραφική και μουσειολογική μελέτη, αυτό θα πρέπει να απαντηθεί. Η δική μου απάντηση είναι πως δεν το ήθελαν κάποιοι, γιατί είναι έργο της Μητρόπολης και της Εφορείας Αρχαιοτήτων», ανέφερε καταλήγοντας ο πρώην πρωτοσύγκελος.
Ολοκληρώθηκαν επίσης στη συνέχεια σε σύντομο χρόνο οι απολογίες δύο ακόμη κατηγορούμενων, του βιβλιοδέτη και του ιερέα από το Κουκούλι, που υπερασπίστηκαν την αθωότητά τους.
Η δίκη διακόπηκε και θα συνεχιστεί στις 22 Νοεμβρίου με την απολογία του δεύτερου κατηγορούμενου, που εκτιμάται ότι θα διαρκέσει αρκετές ώρες, όπως προανήγγειλε άλλωστε και ο συνήγορος υπεράσπισής του.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ