Θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουμε αρχίσει να εκδηλώνουμε και κάποια συμπτώματα ιδρυματοποίησης. Ασχολούμαστε συνέχεια με περιορισμούς, αποκλεισμούς, καραντίνες και lockdown. Κάποιοι είναι πιο απαιτητικοί και ζητάνε από το κράτος να κλείσει στα σπίτια τους τούς πάντες ώστε να σταματήσει η διασπορά του ιού. Άλλοι ζητάνε μέτρα μόνο για τους ανεμβολίαστους. Και κάποιοι άλλοι βάζουν ως παράμετρο της πολιτικής συζήτησης το lockdown.
Τίποτα από αυτά όμως δεν είναι περίεργο. Με αυτά τριβόμαστε σχεδόν δύο χρόνια τώρα, αυτά μας έχουν γίνει συνήθεια. Και στην ουσία, το πώς εκδηλωνόμαστε και τι αιτήματα θέτουμε, εκφράζει ως ένα βαθμό και το κοινωνικό άγχος που έχει δημιουργήσει αυτή η τρομερή ιστορία της πανδημίας. Όλοι μας ψάχνουμε να βρούμε ποια είναι η καλύτερη λύση, σε ένα πρόβλημα που μοιάζει να μην έχει λύση, τουλάχιστον άμεση. Οι μόνοι που δεν ψάχνονται είναι οι αρνητές που έχουν αποφασίσει ότι δεν υπάρχει καν το πρόβλημα, ότι δεν υπάρχει πανδημία.
Κανονικά, σε ένα θέμα δημόσιας Υγείας, δεν θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει και πολύ, η μέθοδος αντιμετώπισής του. Αυτά είναι ζητήματα του κράτους και των ειδικών και οι πολίτες συνήθως ακολουθούν τις οδηγίες τους. Αν πέσει μία γέφυρα στον δρόμο, ακολουθούμε τις οδηγίες της Τροχαίας και πάμε από έναν παράδρομο. Θα μπορούσαμε και τώρα να ακούμε απλώς τις οδηγίες.
Με την πανδημία όμως, φάνηκε ότι ανέκυψαν προβλήματα που κυοφορούνταν από καιρό, με κύριο την έλλειψη εμπιστοσύνης ενός σεβαστού κοινωνικού τμήματος προς την εξουσία. Το λεγόμενο πρόβλημα αντιπροσώπευσης, είναι διεθνές και αποτελεί μείζον ζήτημα για τις σύγχρονες δημοκρατίες. Στην περίπτωση της Ελλάδας δεν βοήθησε και μία τάση που είχε η κυβέρνηση να θεωρεί προσωρινό το πρόβλημα της πανδημίας και να προτρέχει στις ανακοινώσεις εξόδους («διανύουμε το τελευταίο μίλι» κλπ).
Ήταν όμως βέβαιο ότι μέσα σε αυτήν την κατάσταση η ακροδεξιά θα έπιανε πάλι δουλειά. Το κάνει παντού στον κόσμο. Μόλις βλέπει ένα σημαντικό κοινωνικό πρόβλημα όπως πχ η μετανάστευση, παίρνει αμέσως μία ακραία, διχαστική θέση που πολώνει το κοινό («έξω οι ξένοι»), αλλά κερδίζει επιρροή σε όσους πιστεύουν ότι «υπάρχει λύση». Το να κλειστούμε εντός συνόρων και να λύσουμε μαγικά τα προβλήματά μας με ακραίες αυταρχικές πολιτικές, είναι ο πυρήνας της πολιτικής της ακροδεξιάς.
Σε αυτό προστίθεται και η αδυναμία του δημοκρατικού πολιτικού κόσμου να βρει γρήγορες απαντήσεις. Είναι για παράδειγμα φανερό, ότι δεν υπάρχει σήμερα συμφωνία μεταξύ των κομμάτων εξουσίας στο τι σημαίνει «ενίσχυση του δημοσίου συστήματος Υγείας».
Μέσα σε ένα τέτοιο σκηνικό γίνεται ακόμα πιο δύσκολο για τον πολίτη που θέλει να συμβάλλει στη διέξοδο και την επίλυση των προβλημάτων, την ώρα επιπλέον που φοβάται ακόμα και για τη ζωή του από τη νόσο, να βγει μπροστά και να διαμορφώσει και αυτός ως πολιτικό υποκείμενο, μία μετωπική πολιτική αντιμετώπισης της πανδημίας.
Σε μία συνθήκη σύγχυσης, φόβου και παθητικοποίησης, είναι λογικό τελικά να χορεύει ο ανορθολογισμός, η δυσπιστία και ο ατομικισμός.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ