Μία νέα ταινία του Βασίλη Δούβλη, το «18» βγαίνει στις κινηματογραφικές αίθουσες όλης της χώρας, όπως και των Ιωαννίνων, από την Πέμπτη.
Ο Γιαννιώτης, με καταγωγή από τα Άνω Πεδινά, σκηνοθέτης με το βραβευμένο του έργο που περιλαμβάνει μεταξύ άλλων και δύο ταινίες μεγάλου μήκους, την «Επιστροφή» και το ντοκιμαντέρ «Στοργή στο Λαό», επιστρέφει με μία νέα ταινία που ανατέμνει την κοινωνική ζωή στην Ελλάδα των κρίσεων και των μεγάλων αλλαγών της τελευταίας δεκαπενταετίας, μιλώντας για τη σχολική και νεανική βία, τον ρατσισμό και τον φασισμό, αλλά και τις κοινωνικές διεργασίες, τη ζωή στην πόλη, την ενηλικίωση. Το «18» έχει κάνει ήδη μια διαδρομή σε ελληνικά και διεθνή φεστιβάλ, κερδίζοντας τις πρώτες του διακρίσεις και αναγνωρίζεται ως ένα ξεχωριστό δείγμα ρεαλιστικού ελληνικού κινηματογράφου.
Ας μιλήσουμε για τη νέα σας ταινία, το «18» με τον δικό σας τρόπο. Πώς θα την περιγράφατε ως κάλεσμα στο κοινό;
Το «18» είναι μια ταινία για τη ρατσιστική βία, τον σχολικό εκφοβισμό και τη δύσκολη εφηβεία στη σύγχρονη Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, της αναζωπύρωσης του φασισμού και της πανδημίας. Αφηγείται την ιστορία μιας ομάδας δεκαοκτάχρονων μαθητών που καταδιώκει μετανάστες, ομόφυλα ζευγάρια, όλους όσοι είναι απλώς διαφορετικοί και δεν συμφωνούν με τις ιδέες τους. Ένας συμμαθητής τους που δεν κρύβει την αντιπάθειά του για τη δράση τους, γρήγορα θα γίνει στόχος τους.
Η ιδέα της ταινίας γεννήθηκε πριν από χρόνια, απ’ όσα συνέβαιναν, και δυστυχώς συνεχίζουν να συμβαίνουν ακόμη και σήμερα σε πολλά σχολεία στη χώρα μας. Το σενάριο είναι εμπνευσμένο από πραγματικά γεγονότα, που ήταν, ωστόσο, απλώς η πρώτη ύλη, το σημείο εκκίνησης της ταινίας, καθώς τόσο η πλοκή της όσο και οι χαρακτήρες της είναι προϊόντα μυθοπλασίας.
Οι ταινίες σας έχουν θα λέγαμε ένα ρεαλιστικό περιεχόμενο σε πρώτο επίπεδο. Η μετανάστευση, η λογοκρισία στη χούντα, σήμερα οι νέοι. Είναι όψεις της κοινωνίας μας; Πώς μπορεί ο κινηματογράφος σήμερα να μιλήσει για την ελληνική κοινωνία;
Ο κινηματογράφος έχει εγγενώς μια οντολογική διάσταση, « πιάνει το θάνατο πάνω στην ώρα της δουλειάς του», σύμφωνα με την γνωστή ρήση του Κοκτό.
Όταν κάνω μια ταινία μυθοπλασίας επιδιώκω, σε ένα πρώτο επίπεδο, να έχει την αλήθεια ενός ντοκιμαντέρ, την αλήθεια των προσώπων, των σωμάτων, των χώρων.
Με ενδιαφέρει να αφηγηθώ προσωπικές ιστορίες που αντανακλούν ευρύτερα κοινωνικά θέματα με μια προσέγγιση ανθρωποκεντρική, αποφεύγοντας την εύκολη καταγγελία και τον διδακτισμό και με μια γραφή σύγχρονη, τολμηρή χωρίς ωραιοποιήσεις. Έτσι και το «18» δεν επιδιώκει να δώσει έτοιμες απαντήσεις αλλά να θέσει ερωτήματα, αφήνοντας χώρο στον θεατή.
Με ποια διαδικασία επιλέγετε τα θέματά σας; Τι σας εμπνέει και πώς οδηγείστε σε ένα σενάριο και τελικά στο γύρισμα; Πόσο κοντά ή μακριά είστε στην αρχική σας ιδέα και εκκίνηση όταν ολοκληρώνεται η ταινία;
Ζούμε σε μια εποχή, που κατακλυζόμαστε από εικόνες, που μερικές φορές είναι εντυπωσιακές, αλλά άδειες, χωρίς πραγματικό λόγο ύπαρξης. Κάνω ταινίες όταν νιώθω ότι έχω κάτι να πω, όταν αισθάνομαι πραγματικά την ανάγκη και δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Η έμπνευση συνήθως έρχεται όταν δεν το περιμένεις και με τον πιο αναπάντεχο τρόπο. Μπορεί να είναι ένα πραγματικό περιστατικό, μια εικόνα, ένα πρόσωπο, ο,τιδήποτε…Τότε αρχίζει η γραφή του σεναρίου που είναι μια πολύ δημιουργική διαδικασία που στην πραγματικότητα δεν ολοκληρώνεται παρά μόνο στο γύρισμα. Το να γυρίσεις μια ταινία στην Ελλάδα είναι πάντα ένα στοίχημα, μια πρόκληση, μια περιπέτεια που δεν ξέρεις ποτέ που θα σε οδηγήσει.
Η περίοδος της πανδημίας έπληξε και τα σινεμά αφού ο κόσμος κλείστηκε στο σπίτι, έδωσε όμως περισσότερο χώρο στις πλατφόρμες και τις ταινίες ή τις σειρές που προορίζονται για τη μικρή οθόνη, ακόμα και τα κινητά. Πώς βλέπετε την τέχνη του κινηματογράφου και τη σχέση με τους θεατές στις μέρες μας;
Η οικονομική κρίση και η πανδημία έπληξε αναμφίβολα τον κινηματογράφο τα τελευταία χρόνια. Το ελληνικό σινεμά, ωστόσο, παρά τις αντίξοες συνθήκες και την ανεπαρκή χρηματοδότηση κατάφερε να αντισταθεί και να αντέξει. Θα έλεγα μάλιστα ότι βρίσκεται σε άνθηση, καθώς πολλοί Έλληνες σκηνοθέτες κάνουν σημαντικές ταινίες που ξεπερνούν τα όρια της χώρας και ταξιδεύουν στον κόσμο. Η σχέση βεβαίως με το κοινό δεν ήταν ποτέ δεδομένη, είναι πάντοτε ένα ζητούμενο. Οι κινηματογραφικές πλατφόρμες έχουν διαμορφώσει πλέον ένα νέο τοπίο που δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει, αλλά να αξιοποιήσει δημιουργικά . Συνεχίζω , ωστόσο, να πιστεύω ότι ο φυσικός χώρος συνάντησης των ταινιών με τους θεατές είναι η μεγάλη οθόνη, οι κινηματογραφικές αίθουσες.
Συνέντευξη ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ