Η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία από την Οικονομική Επιτροπή του Δήμου Ιωαννιτών
Πολύ σοβαρότερο και με μεγαλύτερες διαστάσεις από ό,τι αρχικά είχε εκτιμηθεί, είναι τελικά το πρόβλημα που προέκυψε με την υλοποίηση του τμήματος του μεγάλου δακτυλίου της πόλης στο σημείο που εφάπτεται των εγκαταστάσεων του ΠΕΑΚΙ.
Το αίτημα του τεχνικού συμβουλίου για την τροποποίηση της μελέτης, με την υλοποίηση μίας σειράς έργων που δεν είχαν προβλεφθεί στην αρχική μελέτη, το κόστος των οποίων όμως πλησιάζει τα 2 εκ. ευρώ χωρίς εξασφαλισμένη χρηματοδότηση, αποτέλεσε αντικείμενο συζήτησης στην Οικονομική Επιτροπή του Δ. Ιωαννιτών το μεσημέρι της Τρίτης, χωρίς όμως να γίνει αποδεκτό σε πρώτη τουλάχιστον φάση.
Η εισήγηση του αρμόδιου αντιδημάρχου κ. Αρλέτου ήταν αρνητική, και η απόφαση ελήφθη κατά πλειοψηφία με τον Θ. Γιωτίτσα από την «Ενότητα Πολιτών» να καταθέτει διαφορετική πρόταση για απόσυρση του θέματος και για υποβολή αιτήματος προς τη Διαχειριστική Αρχή της Περιφέρειας Ηπείρου, προκειμένου να κριθεί αν υπάρχει η δυνατότητα της χρηματοδότησης μέσω της αύξησης του οικονομικού αντικειμένου της σύμβασης.
Ο αντιδήμαρχος έργων και πρόεδρος της Οικονομικής Επιτροπής κ. Αρλέτος εισηγήθηκε στην Οικονομική Επιτροπή να μην προχωρήσει στην έγκριση και να ζητηθεί από την Τεχνική Υπηρεσία η διερεύνηση όλων των πιθανών εναλλακτικών λύσεων που μπορεί να υπάρχουν και κυρίως να μην υπάρξει η παραμικρή πιθανότητα επιβάρυνσης του Δήμου και των δημοτών. «Οφείλουμε να εξαντλήσουμε και το τελευταίο περιθώριο εναλλακτικής λύσης. Δεν θέλουμε να βάλουμε το έργο σε κανέναν κίνδυνο. Πρέπει να το σώσουμε με το μικρότερο δυνατό κόστος. Δεν καταλογίζουμε ευθύνες στο παρελθόν, ούτε υπηρεσιακές, αλλά ούτε και πολιτικές. Επιδιώκουμε την καλύτερη λύση», τόνισε ο κ. Αρλέτος στην εισήγησή του, η οποία υπερψηφίστηκε από τα μέλη της Οικονομικής.
Στο ίδιο διάστημα θα γίνουν συζητήσεις με την Διαχειριστική Αρχή, ώστε να εξεταστούν τα περιθώρια για αναμόρφωση του προϋπολογισμού του έργου μέσα στο όριο της υπέρβασης του 15%.
Η αναφορά του κ. Αρλέτου όμως στα λάθη που (σ.σ προφανώς) έγιναν στο παρελθόν κατά τον σχεδιασμό του έργου και τη σύνταξη των μελετών, κατά τη θητεία των προηγούμενων δημοτικών περιόδων, θεωρήθηκε από τον κ. Γιωτίτσα ως μία αιχμή σε βάρος της δημοτικής αρχής Μπέγκα και αυτό προκάλεσε μία εστία αντιπαράθεσης στη συνεδρίαση της Οικον. Επιτροπής.
Ο Β. Κοσμάς από την παράταξη «Ιωάννινα 2023» τόνισε επίσης, ότι ανεξάρτητα από τα λάθη που έγιναν στο παρελθόν, το έργο πρέπει να γίνει, αλλά αναφορικά με κόστος και την ανάληψη αυτού, «έδειξε» και αυτός προς τις προηγούμενες δημοτικές αρχές των περιόδων Φίλιου και Μπέγκα αντίστοιχα.
Η ΔΕΥΑΙ θα «πληρώσει το μάρμαρο»;
Ακόμη όμως κι αν βρεθεί λύση, όπως πιθανολογείται, ότι θα γίνει τελικά με επιπλέον χρηματοδότηση του οικονομικού συμβατικού αντικειμένου από τη Διαχειριστική Αρχή της Περιφέρειας, τα χειρότερα και τα πλέον οικονομικά επιζήμια, κρύβονται σε μία σειρά παρεμβάσεων που θα πρέπει να γίνουν από τη ΔΕΥΑΙ για τη μετατόπιση δικτύων και ενός αντλιοστασίου. Παρεμβάσεις οι οποίες επίσης δεν αναφέρονται σε καμία μελέτη και οι οποίες ήρθαν στο προσκήνιο το τελευταίο διάστημα κατά τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου. Έτσι, ο αντιπρόεδρος της ΔΕΥΑ Στεφ. Μάντζιος ζήτησε να ενημερωθεί η επιχείρηση για ποιες παρεμβάσεις πρόκειται, γιατί αυτές δεν είχαν προβλεφθεί στη μελέτη και εάν είναι αναγκαίες, ποιος θα αναλάβει το κόστος. Από την απάντηση του κ. Αρλέτου που έκανε λόγο για μία αρχική εισήγηση για μετατόπιση δικτύων ύδρευσης και μεταφορά ενός αντλιοστασίου, γίνεται σαφές, ότι πρόκειται για μία μεγάλη παρέμβαση, με επίσης μεγάλο κόστος, που κανείς δεν ξέρει ποιος θα το αναλάβει.
Από το 2017 ήξεραν το πρόβλημα
Εκείνο που αξίζει βέβαια να σημειωθεί, είναι το ότι από το 2017 και συγκεκριμένα από τον Σεπτέμβριο, η Επιτροπή Περιβάλλοντος της Περιφέρειας Ηπείρου, που είχε κληθεί να γνωμοδοτήσει για τη ΜΠΕ είχε κωδικοποιήσει τα προβλήματα στο συγκεκριμένο σημείο, παρά τη θετική της τότε γνωμοδότηση. Τα προβλήματα αυτά περιγράφονται στην απόφαση στις 26 Σεπτεμβρίου του 2017 ως εξής:
«Κρίνεται σκόπιμο πέραν της γεωλογικής έρευνας να πραγματοποιηθούν οι απαραίτητες γεωτεχνικές έρευνες, να γίνει έλεγχος – προσδιορισμός των φυσικών και μηχανικών χαρακτηριστικών του εδάφους, προσδιορισμός της φέρουσας ικανότητας για την επιτυχή ικανότητα ανάληψης των φορτίων κατασκευής των έργων υποδομής, τη θεμελίωση των τεχνικών και των επιχωμάτων, καθώς επίσης και της τυχόν επίδρασης του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα που σε μερικές περιπτώσεις αναφέρεται ότι παρουσιάζονται γεωλογικά/γεωτεχνικά προβλήματα και ο υδροφόρος ορίζοντας είναι σε πολύ μικρό βάθος».
Επίσης, στην ίδια απόφαση υπάρχει και δεύτερη παράγραφος στην οποία αναφέρεται, πως «… δεν παρουσιάζονται στοιχεία στη ΜΠΕ αναφορικά με ύπαρξη υδρολογικής μελέτης, τον προσδιορισμό των λεκανών απορροής, τον υπολογισμό παροχετευτικότητας με προσδιοριζόμενες περιόδους αναφοράς έντονων βροχοπτώσεων και πλημμυρικών φαινομένων και πως αυτές δύναται να επηρεάσουν ή διευθετούνται από τις υφιστάμενες διατομές των γειτνιαζόντων ρεμάτων, τάφρων», ενώ επίσης σημειώνεται πως «… θα πρέπει να έχουν εξασφαλιστεί εκ των προτέρων οι απαιτούμενες εγκρίσεις και αδειοδοτήσεις ειδικότερα και λόγω της ύπαρξης της προστατευόμενης περιοχής Natura 2000 καθώς και η σωστή αποκατάσταση της αρχικής ροής».
Όπως αποδεικνύεται στην πράξη, πέντε χρόνια μετά και ενώ το έργο υλοποιείται, τίποτε από τα παραπάνω δεν είχε προβλεφθεί…
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ