Παρασκευή 22.11.2024
More

    Άκραμ Καν: «Άρχισα να χορεύω για να κάνω τον κόσμο να με ακούσει, να με προσέξει»

    Μέχρις ότου τα λιοντάρια αποκτήσουν τους δικούς τους ιστορικούς, την ιστορία θα τη γράφουν οι κυνηγοί» λέει η αφρικανική παροιμία που ενέπνευσε στον ονομαστό, μπαγκλαντεσιανής καταγωγής, Βρετανό χορευτή και χορογράφο Άκραμ Καν τον τίτλο της παράστασης που θα δούμε φέτος τον Ιούλιο στο 25ο KDF. Ως «λιοντάρια» εδώ νοούνται οι γυναίκες, δηλαδή η θηλυκή, η έμφυλη ανάγνωση τόσο της μυθολογίας όσο και της ανθρώπινης ιστορίας εν γένει, την οποία παραγκώνισε η πατριαρχική αντίληψη, καθώς λέει, επιβάλλοντας τις δικές της αξίες. Θεωρεί μάλιστα τον καπιταλισμό «απότοκο» της ίδιας κυρίαρχης ιδεολογίας, αυτής που προτάσσει την ιεραρχία, τον ανταγωνισμό, τον κοινωνικό δαρβινισμό, τον σεξισμό, την εκμετάλλευση και το κέρδος: «Είναι πια καιρός να επέλθει κάποια ισορροπία, να δούμε δηλαδή τι έχει να μας πει και η θηλυκή ματιά στα πράγματα!». Δεν διστάζει δε να πει ότι ο μεγαλύτερος ήρωας της ζωής του είναι η μητέρα του.

    Εσωστρεφής και μοναχικός ως παιδί, ο Καν άρχισε να χορεύει σαν ανακάλυψε ότι του πήγαινε πολύ, ότι επιπλέον έτσι μπορούσε να εκφραστεί ελεύθερα, «υποχρεώνοντας» τους άλλους να τον προσέξουν, να τον ακούσουν. Σπούδασε κλασικό ινδικό και σύγχρονο χορό κι έλαβε ένα ονειρεμένο «βάπτισμα του πυρός» στη θεατρική μεταφορά της Μαχαμπαράτα από τον Πίτερ Μπρουκ (1989) που άφησε εποχή και καθόρισε και τον ίδιο ως καλλιτέχνη και ως άνθρωπο.

    Η ανέλιξή του έκτοτε υπήρξε ραγδαία. Σύστησε την Akram Khan Dance Company, συνεργάστηκε με τη Ζιλιέτ Μπινός και την Κάιλι Μινόγκ, χόρεψε σε μια σειρά μεγάλα φεστιβάλ με αποκορύφωμα την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου (2012). Έχει δώσει περφόρμανς από τη Νέα Υόρκη μέχρι την Ταϊβάν αποσπώντας πολλές διακρίσεις, εμφανίστηκε αρκετές φορές ως τώρα και στη χώρα μας, που της έχει, λέει, ιδιαίτερη αδυναμία, καθώς βρίσκει αρκετά κοινά στοιχεία με την ινδική παράδοση, τόσο στην κουλτούρα όσο και στην καθημερινότητα των ανθρώπων, ενώ διαθέτει κι ένα ενθουσιώδες κοινό.

    Σήμερα ζει με τη δεύτερη, εξ Ιαπωνίας σύζυγό του και τα δύο παιδιά τους, εκείνη μάλιστα τον «μύησε» στην υγιεινή διατροφή και τη χορτοφαγία. Θεωρεί τον χορό και την τέχνη γενικότερα «έναν τρόπο να συνδεθούμε ξανά με τη φυσική ροή του χρόνου που ο σύγχρονος Δυτικός πολιτισμός έχει κατακερματίσει και αλλοιώσει», ανησυχεί ιδιαίτερα για την άνοδο του ρατσισμού και της ξενοφοβίας στην Αγγλία του Brexit και στην Ευρώπη γενικότερα –«μια αποκρουστική εξέλιξη που απειλεί να ανατρέψει προόδους δεκαετιών»–, όντας και ο ίδιος θύμα τέτοιων συμπεριφορών σε ένα μακρινό παρελθόν που δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα αναβίωνε, επιδιώκει δε να διατηρείται νέος και ακμαίος στο πνεύμα καταρχήν ώστε να υποχρεώνεται και το σώμα να ακολουθεί. Ως πότε; «Μέχρι τελικής πτώσης», αποκρίνεται καθώς παράλληλα με το Until the Lions «τρέχει» ήδη ένα επόμενο πρότζεκτ στο οποίο, σύμφωνα με τον τίτλο, επιχειρεί να «ξεγελάσει» τον ίδιο τον διάβολο!

     

     

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ