Υπάρχει, σχηματίζεται μία υποψία ότι ίσως να μην μπορούμε να τα καταφέρουμε, ότι έχουμε αποτύχει ως χώρα, ως κοινωνία. Βαριά κουβέντα η αποτυχία, δεν την δέχεται κανείς εύκολα, πόσο μάλλον σε μία χώρα που κανένας από όσους κατέχουν μικρές ή μεγάλες εξουσίες δεν αναλαμβάνει την ευθύνη. Δεν είναι πρώτη φορά πάντως που ο παράγοντας της αποτυχίας μπήκε στη συζήτηση τα τελευταία χρόνια. Και στη μεγάλη κρίση έστω και έμμεσα, σε σχέση κυρίως με το χρέος, συζητήθηκε. Αλλά γρήγορα καλύφθηκε κάτω από την ανάγκη να βρεθεί μία συμφωνία με την ΕΕ που θα μας έσωζε από τη χρεωκοπία η οποία είναι και η κατεξοχήν απόδειξη αποτυχίας.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι όσα συμβαίνουν στον τόπο με συχνότητα και σε βάθος χρόνου συνιστούν και βαθύτερο δομικό πρόβλημα. Οι συνέπειες για παράδειγμα από τις φυσικές καταστροφές, από τις πλημμύρες και τις φωτιές, πρέπει να αντιμετωπίζονται ως εικόνα της στιγμής ή ως αφορμές να δούμε βαθύτερα προβλήματα ανάπτυξης.
Επειδή, όμως, όντως ανοίγεται ένα τεράστιο πεδίο ελλείψεων, αδυναμιών, προβλημάτων και ματαιώσεων, δύσκολα συνεχίζεται μία τέτοια συζήτηση. Και δεν έχει βρεθεί άλλωστε ούτε ο τρόπος να συζητήσουμε. Όταν έκλεισε για παράδειγμα η διέξοδος μίας χρηματοδότησης το 2010 για το κράτος μας, φάνηκε ότι οι λιγότεροι ήθελαν να ψάξουν τα βαθύτερα αίτια και οι περισσότεροι αναζήτησαν λύσεις σε ό,τι παρουσιαζόταν ως λύση, όπως το μνημόνιο και η τρόικα. «Έτσι γίνεται» απαντούσαν σε όποιους έθεταν ερωτήματα.
Το αν θα αποδεχθούμε ή όχι το πλαίσιο που θέτει ο όρος «αποτυχία» δείχνει εν μέρει και τον τρόπο που βλέπουμε γενικότερα τα πράγματα. Κι αν θέλουμε να κρατήσουμε μία αίσθηση συνέχειας, κανονικότητας και αισιοδοξίας ακόμα κι εκεί που εμφανώς δεν υπάρχουν, το βασικό είναι να ξορκίζουμε την αποτυχία, να τη βγάλουμε εκτός πλαισίου. Κι έχει μείνει εντός πλαισίου μόνο η επιφανειακότητα, η ευκολία και οι ρηχές επιδιώξεις. Συνταγή δηλαδή για νέες αποτυχίες.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ