Η θρυλική «καλύβα» του μεγάλου Αυστριακού στοχαστή όπου γράφτηκαν οι «Φιλοσοφικές Έρευνες» του, αναπαλαιώθηκε από τους θαυμαστές του και άνοιξε την πόρτα της για τους επισκέπτες.
Τον Ιούνιο που μας πέρασε, μια σεμνή και συμβολική τελετή έλαβε χώρα σε μια απόκρημνη πλαγιά πάνω από τη λίμνη Eidsvatnet στη δυτική Νορβηγία. Μέλη του Ιδρύματος Βίτγκενσταϊν μαζί με τον Αυστριακό πρεσβευτή και κάποιους τοπικούς πολιτικούς παράγοντες, βρέθηκαν συγκεντρωμένοι μερικά χιλιόμετρα μακριά από το χωριό Skjolden για να ανακοινώσουν επίσημα την ολοκλήρωση της αναστήλωσης της κατοικίας του Αυστριακού φιλόσοφου Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν που είχε επιλέξει το 1913 αυτό το απομακρυσμένο σημείο για να συγκεντρώσει τις σκέψεις του σε συνθήκες «ήσυχης σοβαρότητας», όπως είχε χαρακτηριστικά γράψει.
Μετά το θάνατο του διάσημου φιλόσοφου – και ενός εκ των πιο επιδραστικών στοχαστών του 20ου αιώνα – το 1950, η αρχική κατασκευή είχε αποκαθηλωθεί και μεταφερθεί στο κοντινό χωριό για να επιστρέψει πριν λίγο καιρό ξανά στην αυθεντική, απομονωμένη θέση της, ανακατασκευασμένη ως ακριβής ρέπλικα του κτίσματος που φιλοξένησε τον Βίτγκενσταϊν μεγάλα διαστήματα της ζωής του.
Το 1913 ο 24χρονος Βίτγκενσταϊν, γόνος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες των Βιέννης, φοιτούσε ακόμα στο Κολέγιο Trinity του Κέιμπριτζ ως επίσημος προστατευόμενος του Άγγλου φιλόσοφου Μπέρτραντ Ράσελ, με τον οποίο συζητούσαν (αντιδικώντας συχνά) ατέλειωτες ώρες σχετικά με τις θεμελιώδεις αρχές της λογικής σκέψης. Το καλοκαίρι εκείνης τη χρονιάς πρότεινε στον φίλο του Ντέιβιντ Πίνσεντ τρία μέρη για διακοπές – Αζόρες, Ανδόρα ή Νορβηγία – αλλά στο μυαλό του είχε ήδη κατακυρωθεί εξαρχής ο τρίτος προορισμός.
Ταξίδεψαν λοιπόν ακτοπλοϊκώς από την Βρετανία στο Όσλο κι από εκεί πήραν το τρένο για το Μπέργκεν για να ακολουθήσουν κατόπιν με πλοιάρια την εντυπωσιακή ακτογραμμή των νορβηγικών φιόρδ. Σε επιστολή που είχε στείλει εκείνες τις μέρες στον Ράσελ, έγραφε ο Βίτγκενσταϊν και τα εξής: «Κάθομαι εδώ σ΄ ένα μικρό μέρος μέσα σ΄ ένα όμορφο φιόρδ και σκέφτομαι την καταραμένη θεωρία των τύπων [πρόβλημα μαθηματικής λογικής]». Είχε αποφασίσει ήδη να επιστρέψει στη Νορβηγία για να μείνει για καιρό «εντελώς μόνος με μόνη απασχόληση την εργασία πάνω στη λογική».
Όταν ανακοίνωσε στον Ράσελ το πλάνο του, εκείνος τον προειδοποίησε ότι θα «φάει» πολύ σκοτάδι και πολλή μοναξιά. Ο Βίτγκενσταϊν του αποκρίθηκε ότι μισεί το φως της μέρας και ότι «αρκετά εκπόρνευσε το μυαλό του συζητώντας με ευφυείς ανθρώπους στο Κέιμπριτζ». Το μόνο που επιζητούσε ήταν η απομόνωση. Στο Skjolden, θα έγραφε αργότερα, «περνώ τις μέρες μου μεταξύ ανεμελιάς, ενασχόλησης με την λογική και κατάθλιψης».
Το αρχικό σπίτι – όπως και η νέα, αναπαλαιωμένη εκδοχή του – είχε τρεις χώρους: ένα μικρό λίβινγκ ρουμ, μια κουζίνα κι ένα υπνοδωμάτιο. Υπήρχε επίσης και μια σοφίτα μ΄ ένα μικρό μπαλκόνι. Εκεί τον έβλεπαν από το χωριό να σουλατσάρει αδιάκοπα πέρα-δώθε εννέα ολόκληρους μήνες την περίοδο 1936-37 ενώ εργαζόταν πάνω στη διάσημη πραγματεία του με τίτλο «Φιλοσοφικές Έρευνες» που εκδόθηκε μετά τον θάνατό του.
Στην πραγματικότητα, ο ιδιοσυγκρασιακός φιλόσοφος δεν ήταν και τόσο αποκομμένος από τον πολιτισμό στην «καλύβα του Βίτγκενσταϊν», όπως επικράτησε να λέγεται (οι ντόπιοι αποκαλούσαν το κτίσμα «αυστριακό σπίτι» ή απλά «Αυστρία»). Η λίμνη είναι μικρή και όταν πάγωνε τον χειμώνα, μπορούσε κανείς άνετα να την διασχίσει μέχρι το χωριό. Όταν ένιωθε να μην αντέχει το κρύο, την υγρασία και την μοναξιά, πήγαινε κι έμενε σ’ ένα πανδοχείο στις όχθες της λίμνης. Όπως και η διετής απομόνωση του Χένρι Ντέιβιντ Θόρω στη λίμνη Γουόλντεν (όπου έγραψε το ομώνυμο βιβλίο) της Μασαχουσέτης, έτσι και ο αναχωρητισμός του Βίτγκενσταϊν στη Νορβηγία δεν ήταν τόσο απόλυτος. Η μητέρα του Θόρω εξακολουθούσε να του πλένει τα ρούχα και να του φέρνει φαγητό από το πατρικό σπίτι, το απείχε μόλις 20 λεπτά με τα πόδια από την καλύβα του.
Είναι επίσης σχεδόν βέβαιο ότι ο ίδιος θα δυσανασχετούσε με την προοπτική να γίνει το αναπαλαιωμένο σπίτι ένα είδος τουριστικού προορισμού «φιλοσοφικού ενδιαφέροντος», όπως αναπόφευκτα θα συμβεί. Δεν είχε άλλωστε ποτέ να πει τίποτε καλό για τους τουρίστες εν γένει. «Οι διαλέξεις μου δεν είναι για τουρίστες», είχε δηλώσει ευθέως κάποτε ενώ ακόμα και στο απομακρυσμένο Skjolden φρόντιζε να πηγαίνει πάντα πριν ή μετά την θερινή τουριστική σεζόν.