Δε θα λουφάξω, … δε θα συμφωνήσω με τις όχι αλήθειες.
Δε θα κρυφτώ, δε θα τα παρατήσω.
Δε συμπαθώ όσους δε σκιάζονται το αίμα, χωρίς καμιά ευαισθησία.
Δε θα γίνω πουλί στις φυλλωσιές και γύρω παραταγμένοι να με σκοπεύουν, να
παραφυλάνε την κάθε κίνησή μου, την κάθε τρίλια μου.
Μου αρέσει να τριγυρνάω, να τρέχω πότε-πότε, να σταματώ, να περπατώ αργά
ή πιο γρήγορα, να μιλάω, να φωνάζω, να σωπαίνω, να μη παρατάω, όποιους
έχουν ανάγκη, ανάγκες.
Μου αρέσει να κοιτάω, εσένα, εσάς, που δεν αλλάζετε, που φροντίζετε που
νοιάζεστε για τον κάθε διπλανό σας.
Ακούω μια μακρινή μουσική.
Μια κοπέλα με χυμένα τα μαλλιά στους ώμους της, διαβαίνει μπροστά μου, με
σφιγμένες γροθιές, προχωράει και κλαίει, κλαίει, … ο Ήλιος εκτυφλωτικός.
Σταματάει, κάθεται, σηκώνεται, ανοίγει το στόμα, αρχίζει να τραγουδά, με μια
απίστευτη φωνή, απίστευτα λόγια, απίθανη μουσική, κάτι από όπερα, …
Έγινε λεύτερο πουλί.
Δε μου αρέσει ο κόσμος, καθένας στη γωνίτσα του, με την ιστοριούλα του.
Πώς να λουφάξεις με τέτοια μουσική, με τόση ομορφιά!
Γιώρες Ζούγιαν