Παρασκευή 22.11.2024
More

    Έκθεση ζωγραφικής της Ιωάννας Μητσέα-Μαλάμου

    Έκθεση ζωγραφικής της Ιωάννας Μητσέα-Μαλάμου (1913-2004) με τίτλο «Η ποιητική του οικείου» θα λειτουργεί από τη Δευτέρα ως και τις 24 Φεβρουαρίου το Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή.

    Την παρουσίαση της έκθεσης κάνει ο πρόεδρος του Ιδρύματος Ναπολέων Μάργαρης, με κείμενό του. Όπως αναφέρει:

    «Τα θέματα των έργων της ζωγράφου Ιωάννας Μητσέα είναι απλά, καθημερινά. Ένα καπέλο ριγμένο δίπλα σε μια εσάρπα, ένα φόρεμα αφημένο πρόχειρα πάνω σε μια καρέκλα, μπουκέτα από ευωδιαστά λουλούδια, βάρκες που λιάζονται στο λιμάνι. Εκείνη, όμως, βρήκε στις οικείες αυτές εικόνες την ομορφιά, ανέδειξε την κρυμμένη τους ποίηση. Εντόπισε τη χρωματική ισορροπία ακόμη και σ’ ένα αυγό, βρήκε το εικαστικό ενδιαφέρον σε ένα μπαρμπούνι και σε ένα κοκκινόψαρο.

    Ένας καλλιτέχνης χρειάζεται να έχει γερά θεμέλια για να καταφέρει να φιλοτεχνήσει ένα έργο τέχνης με θέμα το πρόχειρα στρωμένο τραπέζι με το προσφάι της ημέρας. Αυτά η ζωγράφος τα ‘έχτισε’ με τις σπουδές της. Αρχικά μαθήτευσε κοντά στον ζωγράφο Λουκά Γεραλή και έπειτα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών με καθηγητές τον Παύλο Μαθιόπουλο, τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Κωστή Παρθένη.

    Εκεί έλαβε τα εφόδια για την αναζήτηση και την ανάδειξη της ομορφιάς και καλλιέργησε το ταλέντο της στη ζωγραφική. Απόδειξη, οι πρώιμες σχεδιαστικές προσωπογραφίες των  γονιών της με το ευαίσθητο και ακριβές σχέδιο, που αποδίδουν τα χαρακτηριστικά τους και μαρτυρούν κάτι από το χαρακτήρα τους. Η Σπουδή προσωπογραφίας ηλικιωμένης γυναίκας, έργο της περιόδου των σπουδών της στη Σχολή, χτίζεται με το χρώμα και το φως, ενώ τα πορτρέτα της Βασιλικούλας (1944) και του Γιώργου (1945) αποτυπώνουν τη συγκρατημένη χαρά των παιδιών που κρατούν στα χέρια τα παιχνίδια τους. Η κλίση της στην απεικόνιση της ανθρώπινης μορφής αναγνωρίστηκε, μάλιστα, όταν έλαβε στην ΑΣΚΤ το πρώτο βραβείο στην προσωπογραφία.

    Στις ελαιογραφίες της, η εκζήτηση, η επιτήδευση και η υπερβολή απουσιάζουν. Ο θεατής, όμως δεν μπορεί να μην παρατηρήσει την τόλμη της πινελιάς της, την εκφραστικότητα του χρώματος και το σημαντικό ρόλο του φωτός στη διαμόρφωση των συνθέσεων. Η Αθήνα με χιόνια (1945) παρά τις λευκοντυμένες στέγες, όπως φαίνονται από την πλαγιά του Λυκαβηττού, απεικονίζει τη μουντάδα του χειμώνα, ενώ στη Μύκονο (1953) το φως λούζει τις πολύχρωμες βάρκες και το πλήθος των ανθρώπων που βαδίζουν στην παραλία. Στο Καφενείο στη Ρόδο (1958) οι τουρίστες στριμώχνονται στα τραπεζάκια μπροστά από τις πινακίδες με τα προσφερόμενα εδέσματα και ποτά. Στον Πευκιά Ξυλοκάστρου (1951), αντίθετα, εικονίζεται μόνο η Έφη, η κόρη της, στο καροτσάκι. Γύρω της απλώνονται η φύση, τα δέντρα και στο βάθος μόλις που διακρίνονται άλλοι εκδρομείς. Δεν χρειάζονται λεπτομέρειες για να αποδώσει η ζωγράφος αυτή την ευτυχισμένη οικογενειακή στιγμή. Μόνο γρήγορες, δυναμικές χρωματικές πινελιές.

    «Ταξιδεύω πολύ κι αγαπώ τις διάφορες στιγμές του ελληνικού τοπίου. Το καλοκαίρι που έχω καιρό ελεύθερο ζωγραφίζω συνέχεια. Καλύπτω έτσι τον άγονο χειμώνα. Έχει τόσες χαρμόσυνες όψεις η Ελλάδα», είπε η ζωγράφος στην ιστορικό τέχνης Βεατρίκη Σπηλιάδη το 1971.

    Μια από αυτές τις χαρούμενες εικόνες είναι και το Λούνα Παρκ στα Γιάννενα, το οποίο φιλοτέχνησε σε διαφορετικές εκδοχές (1962-1963). Ο κόσμος κατακλύζει τα χρωματιστά παιχνίδια, ο χώρος είναι στολισμένος με γιρλάντες. Ένας τόπος χαράς και διασκέδασης, όπου το «φιδάκι Διαμαντής» και το «φαντασματάκι Γιακουμής», όπως αναγράφουν οι διαφημιστικές ταμπέλες, υπόσχονται ακόμη περισσότερες συγκινήσεις. Τα στενά δρομάκια της Πάργας (1960), τέλος, με τα λευκά ηλιόλουστα σπίτια αποδίδουν την ιδιαίτερη όψη της παραθαλάσσιας ηπειρώτικης πολίχνης.

    Η ζωγράφος, όμως, αναζήτησε την ομορφιά και σε ένα πιάτο μπαρμπούνια ή σε ένα ματσάκι λουλούδια και την απέδωσε με το εξαιρετικό της ταλέντο στο σχέδιο, αλλά και με την εμπνευσμένη επιλογή των χρωμάτων.

    Η συστηματική ενασχόλησή της με τις νεκρές φύσεις συνδέθηκε τη δεκαετία του 1960 με τη στροφή της στην τεχνική του παστέλ, την οποία είχε διδαχθεί από τον καθηγητή της στην ΑΣΚΤ Παύλο Μαθιόπουλο.

    Στην τεχνική αυτή, την κρητιδογραφία όπως επίσημα ονομάζεται, ένας καλλιτέχνης χρησιμοποιεί σκληρά χρωματιστά μολύβια για να σχεδιάσει το θέμα του πάνω σε πορώδες χαρτί, ενώ συμπληρώνει με μαλακά ή ημίσκληρα τις φωτοσκιάσεις, δίνοντας διαφάνεια και φυσικότητα στο τελικό αποτέλεσμα.

    Η τεχνική του παστέλ ταυτίστηκε με τα ζωγραφισμένα άνθη της. «Είναι τα πιο ήσυχα και υπάκουα μοντέλα!», είχε αναφέρει στη Βεατρίκη Σπηλιάδη. «Γι’ αυτό φυτεύω και καλλιεργώ τα λουλούδια που ζωγραφίζω. Για να μπορώ να τα βλέπω όποτε θέλω». Στα ευαίσθητα και τρυφερά έργα της αποτύπωσε για πάντα την εφήμερη ομορφιά τους. Στις μικρότερες συνθέσεις οι ζερμπέρες, οι ιβίσκοι και οι πρωινές δόξες, πιο κοντά στις πραγματικές διαστάσεις των φυτών, απεικονίζουν την κομψότητα και χάρη των ευαίσθητων ανθών. Στα μεγάλων διαστάσεων έργα της, ωστόσο, ο θεατής αντικρίζει τα φυτά μεγεθυμένα και εντυπωσιακά.

    Οι ήλιοι και οι μολόχες κυριαρχούν στη ζωγραφική επιφάνεια με τη δροσιά και τη φρεσκάδα τους, το δυνατό μίσχο, τη λαμπρότητα των χρωμάτων τους.

    Δεν πρόκειται, όμως, μόνο για τις μεγεθυμένες ιδιότητες των φυτών, αλλά είναι το αποτέλεσμα της τεχνικής της ζωγράφου, της σχεδιαστικής της δεξιοτεχνίας, της χρωματικής της ευαισθησίας και της συνθετικής της τόλμης. Συχνά τοποθετούσε τα λουλούδια της στη μια άκρη της σύνθεσης, αφήνοντας την υπόλοιπη ζωγραφική επιφάνεια κενή. Πετύχαινε έτσι συνθετική ισορροπία, αποφεύγοντας τη μονοτονία της συμμετρίας. Πολλές φορές, πάλι, δεν ζωγράφιζε τα λουλούδια της τοποθετημένα μέσα σε βάζο. Οι συνθέσεις της αποκτούσαν με τον τρόπο αυτό μεγαλύτερη φυσικότητα και ζωντάνια. Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος είχε πει για τα έργα αυτά: «Το κάθε λουλούδι είναι και ένας διαφορετικός κόσμος. Όσο τον κοιτάζεις τόσο βαθύτερα γεύεσαι την ομορφιά του».

    Στην έκθεση του Ιδρύματος Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή παρουσιάζεται και ένα πορτρέτο της Μητσέα- Μαλάμου την ώρα που ζωγραφίζει φιλοτεχνημένο από τον σύζυγο της, ζωγράφο Κώστα Μαλάμο (1913-2007). Σε αυτό απεικονίζεται η αφοσίωσή της στη ζωγραφική, το δυναμικό της βλέμμα, η αποφασιστική κίνηση του χεριού της προς το καβαλέτο. Παρά την ευαισθησία των ανθογραφιών της υπήρξε μια δυναμική, ανεξάρτητη καλλιτεχνική προσωπικότητα, η οποία κατόρθωσε να διατηρήσει τη δημιουργική της αυτονομία, παρ’ όλο που έζησε και εργάστηκε δίπλα στον Κώστα Μαλάμο, ζωγράφο με έντονο προσωπικό καλλιτεχνικό στίγμα.

    Εκτός, όμως, από την τεχνοτροπική και μορφοπλαστική πρωτοτυπία το έργο της διαθέτει ένα επιπλέον γνώρισμα που το καθιστά μέχρι σήμερα οικείο και επίκαιρο· το συναίσθημα. Όπως έγραψε ο ζωγράφος Παναγιώτης Τέτσης για την τέχνη της το 1981: «Όμως το “οικείο” στο έργο της δεν βγαίνει από το ευανάγνωστο, αλλά από το συγκινησιακό στοιχείο που περικλείει, αναδύεται και μας δένει μαζί του με την ειλικρίνεια, την αλήθεια, την αισθαντικότητα».

    Η Μητσέα-Μαλάμου ζωγράφισε εικόνες που την συγκινούσαν και αυτή η συναισθηματικότητά τους αγγίζει τους θεατές ως σήμερα. Για παράδειγμα, πολλοί Γιαννιώτες με συγκίνηση θα δουν το έργο της Δίπλα στη λίμνη (1960) και θα αναπολήσουν το Μώλο της δεκαετίας του ‘60, με τα στρωμένα τραπεζάκια που έφταναν ως τη λίμνη, το χαλίκι στην πλατεία, τους θαμώνες του Τενεκέ και τη χρωματιστή, πολύβουη πολυκοσμία ανάμεσα στα νεαρά τότε πλατάνια».

    Η έκθεση θ α λειτουργεί στην οδό Σούτσου 26από Δευτέρα έως Παρασκευή, 09:00-14:00. Τηλ. 2651036517

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ