Λίγα μέρη εμπνέουν τόσο έντονη νοσταλγία για την παλιά Νέα Υόρκη του ελεύθερου πνεύματος και της μποέμικης εκκεντρικότητας όσο το Chelsea Hotel. Παρότι έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί το δημιουργικό ή αυτοκαταστροφικό (ή και τα δύο) καταφύγιο μερικών από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς, εικαστικούς και μουσικούς του περασμένου αιώνα, και τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε μια διαρκή διαδικασία αναπαλαίωσης (ειδικά από τη στιγμή που εκδιώχθηκε ο θρυλικός διαχειριστής του, Σίντνεϊ Μπαρντ το 2007), υπάρχει ακόμα κάτι πολύ ιδιαίτερο στο 250 δωματίων «μισοστοιχειωμένο» ξενοδοχείο, όπως διαπίστωσε ο φωτογράφος Colin Miller.
Ο Miller ξεκίνησε το 2015 να καταγράφει με το φακό του κάποιους από τους καμιά πενηνταριά εναπομείναντες ενοίκους και τα διαμερίσματά τους (στους περισσότερους παλαιότερους ενοίκους διαμερισμάτων έγινε έξωση το 2008 μετά την αλλαγή ιδιοκτησίας ενώ από το 2011 το ξενοδοχείο σταμάτησε να δέχεται νέους ενοικιαστές). Ο ίδιος περίμενε ότι η διαδικασία θα διαρκούσε δέκα μήνες το πολύ.
Τελικά πέρασαν πάνω από τέσσερα χρόνια μέχρι να καταφέρει να προσελκύσει και να πείσει αρκετούς μόνιμους ενοίκους να του ανοίξουν την πόρτα στα εκπληκτικά διαμερίσματά τους και να του επιτρέψουν να τα φωτογραφήσει. Οι κόποι του ανταμείφθηκαν εν τέλει και οι φωτογραφίες του συγκεντρώθηκαν σε ένα νέο φωτογραφικό λεύκωμα με τίτλο “Hotel Chelsea: Living in the Last Bohemian Haven” που κυκλοφόρησε πριν μερικές μέρες.
«Δεν πρόκειται για επικήδειο», δηλώνει ο φωτογράφος για την έκδοση και προσθέτει ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα στο ξενοδοχείο τα τελευταία χρόνια, ειδικά από τη στιγμή που εμποδίστηκε η έξωση όλων των κατοίκων και η εσωτερική κατεδάφισή το 2014, ενώ τα πλάνα για να μεταλλαχτεί πλήρως σε boutique hotel και εστιατόριο έχουν κολλήσει. Όπως δηλώνει στο βιβλίο και ο κινηματογραφιστής Tony Notarberadino που μένει σε ένα διαμέρισμα του 6ου ορόφου από το 1994: «Το Chelsea είναι μεγαλύτερο από οποιονδήποτε και θα μας θάψει όλους».