Ένας απο τους κορυφαίους σκακιστές στον κόσμο επέλεξε εν μέσω πανδημίας να ζει στη Θεσσαλονίκη
«Νομίζω πως έχω βρει το καλύτερο μέρος της Ευρώπης για να ζήσω»: με τη φράση αυτή, ένας από τους 20 κορυφαίους σκακιστές στον κόσμο, ο 35χρονος γκρανμέτρ Αρκάντι Νάιντιτς , επί σειρά ετών «νούμερο ένα» παίκτης της Γερμανίας και τρεις φορές πρωταθλητής ανδρών στην Ευρώπη, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ την απόφασή του να εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη εν μέσω πανδημίας.
Θέλει να μεταφέρει επιχείρηση με σκάκι στη Θεσσαλονίκη
Μάλιστα, έχει ήδη δρομολογήσει τη διαδικασία για να μεταφέρει στον ελληνικό Βορρά -από τη Βουδαπέστη- την έδρα της επιχείρησής του, «Chess Εvolution», η οποία δραστηριοποιείται στον χώρο των σκακιστικών ειδών και υπηρεσιών και τους τελευταίους μήνες έχει δει τις πωλήσεις της να αυξάνονται κατακόρυφα, χάρη και στη δημοφιλή σειρά «The Queen’s Gambit» του Netflix, που έκανε εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο να δουν το σκάκι …με άλλο μάτι.
Γιατί ο διάσημος σκακιστής έμεινε στη Θεσσαλονίκη
«Έχω δύο διαφορετικές ιδιότητες. Αυτή του σκακιστή και αυτή του επιχειρηματία. Ως άνθρωπος που λόγω των πρωταθλημάτων σκακιού ταξιδεύω 200-250 ημέρες ετησίως και έχω επισκεφτεί πάνω από 100 χώρες, αναρωτήθηκα κάποια στιγμή ποιο είναι το καλύτερο μέρος της Ευρώπης για να ζήσω. Όταν ξέσπασε η πανδημία, πριν από έναν χρόνο περίπου, αναρωτήθηκα και ποιο είναι ασφαλές μέρος. Πάντα μου άρεσε η Θεσσαλονίκη, λόγω του καιρού, της θάλασσας, του φαγητού. Η Αθήνα είναι μια μεγαλούπολη, πολύ μεγάλη για τα γούστα μου, με το κυκλοφοριακό και τους μεγάλους χρόνους μετακινήσεων από σημείο σε σημείο. Έτσι, όταν ήρθε η ώρα να διαλέξω πού θα πάω, ήμουν ανάμεσα στο San Sebastián στην Ισπανία και τη Θεσσαλονίκη και επέλεξα τη Θεσσαλονίκη», εξηγεί ο Γερμανός γκρανμέτρ και επιχειρηματίας.
Η επιχείρηση στη Θεσσαλονίκη άνοιξε τον Ιούλιο, σε συνεργασία με τον Θεσσαλονικέα επιχειρηματία Παναγιώτη Χωματίδη (χρειάστηκαν, όπως λέει, δύο-τρεις μήνες για να ολοκληρωθεί η ίδρυσή της) και σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη η διαδικασία μεταφοράς της έδρας της «Chess Εvolution» από τη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας, την οποία ο Αρκάντι Νάιντιτς είχε επιλέξει για το ευνοϊκό φορολογικό και ρυθμιστικό περιβάλλον. «Η όλη διαδικασία αναμένω να ολοκληρωθεί στους επόμενους τρεις-τέσσερις μήνες, αν δεν προκύψουν απρόοπτα λόγω lockdown», σημειώνει.
Στο ερώτημα ποιες δυσκολίες αντιμετωπίζει μια επιχείρηση που αρχίζει τη δραστηριότητά της εν μέσω πανδημίας, απαντά: «Τα lockdown κάνουν την κατάσταση πολύ πιο δύσκολη. Πολλοί θεσμοί λειτουργούν πολύ πιο αργά και πιο άσχημα, επικαλούμενοι ως δικαιολογία την πανδημία κι αυτό δεν το βλέπω μόνο στην Ελλάδα, αλλά ισχύει παντού». Όπως εξηγεί, η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ειδικά στην Ελλάδα, πέρα από την αργή λειτουργία των θεσμών -«έχεις κάνει το πρώτο από δέκα βήματα και δεν ξέρεις πότε θα κάνεις το δεύτερο»- είναι το υψηλό κόστος μεταφορών και logistics και η κακή σχετική υποδομή.
«Για να μεταφέρεις ένα προϊόν από την Ελλάδα, το κόστος μπορεί να είναι έως και 200%-300% υψηλότερο, σε σχέση με το αντίστοιχο στη Γερμανία ή την Ουγγαρία και νομίζω πως αυτός είναι ένας σημαντικός αποτρεπτικός παράγοντας, για να έρθει κάποιος να επενδύσει στη χώρα. Ενδεικτικά θα πω ότι η μεταφορά 10 κιλών προϊόντων από την Ελλάδα στοιχίζει περίπου 50 ευρώ, όταν στη Γερμανία το αντίστοιχο κόστος είναι λιγότερο από 20 ευρώ», λέει.
Μεγάλη ώθηση στις πωλήσεις λόγω …«Σκακίστριας»
Οι πωλήσεις χονδρικής της εταιρείας του Αρκάντι Νάιντιτς, που εξάγει προϊόντα (σκακιέρες, σκακιστικά βιβλία και εκπαιδευτικά βοηθήματα, σκακιστικά ρολόγια, ψηφιακά προϊόντα σχετικά με το σκάκι, σκακιστικά -και κατά παραγγελία- apps) σε ολόκληρο τον κόσμο, είχαν μειωθεί κατά περίπου 80% στην αρχή της πανδημικής κρίσης. Μετά τον Οκτώβριο όμως, οπότε και η εξαιρετικά δημοφιλής σειρά «The Queen’s Gambit» του Netflix («Η σκακίστρια») βγήκε «στον αέρα», σημειώθηκε πολύ ισχυρή άνοδος του τζίρου, τροφοδοτούμενη σε μεγάλο βαθμό από τις λιανικές πωλήσεις.
«Δεν ξέρω πόσο θα διαρκέσει αυτή η τάση, αλλά σήμερα είναι ισχυρή. Οι άνθρωποι τείνουν να υποτιμούν το μέγεθος της αγοράς προϊόντων και υπηρεσιών σκακιού, αλλά αυτή τη στιγμή οι on-line πλατφόρμες για το σκάκι αναπτύσσονται με τρελό ρυθμό. Για παράδειγμα, στην πλατφόρμα Chess.com, 10 εκατ. άνθρωποι παίζουν καθημερινά σκάκι. Ο εγκλεισμός στο σπίτι βοηθάει σε αυτό. Πιστεύω ότι αν οι λέσχες σκακιού ξανάνοιγαν τώρα, θα καταγραφόταν αύξηση 500% στον αριθμό των παιδιών που θα εγγράφονταν σε αυτές και νομίζω ότι αυτό είναι πολύ καλό, γιατί το σκάκι ευνοεί τη λογική σκέψη. Βέβαια, θα είμαστε τυχεροί αν οι περιορισμοί αρθούν έστω και το καλοκαίρι, γιατί τώρα όλα είναι δύσκολα και υπάρχει πολλή χειραγώγηση σε πολλά πράγματα», σημειώνει.
Η παρτίδα των επτά ωρών και η «γυμναστική» του σκακιστή
Στο ερώτημα αν θα συνεχίσει να παίζει σκάκι και να συμμετέχει σε πρωταθλήματα, απαντά πως η καριέρα του ως επαγγελματία σκακιστή φτάνει στο τέλος λόγω ηλικίας και ας είναι μόλις 35 ετών: «Το σκάκι απαιτεί πάρα πολλή ενέργεια και αντοχή. Κάθε παρτίδα κρατάει από τέσσερις έως και πάνω από επτά ώρες και μπορεί να χρειαστεί να δώσεις έναν αγώνα σε τουρνουά κάθε δέκα μέρες, οπότε όσο μεγαλώνεις, οι αντοχές μικραίνουν. Ένας σκακιστής δεν χρειάζεται να τρέξει μαραθώνιο, αλλά χρειάζεται να διατηρεί διαρκώς τη συγκέντρωσή του, να εξασκεί τη μνήμη του και να παίζει 12 ώρες την ημέρα, και αυτό είναι μεγάλη καταπόνηση. Για τον σκακιστή η άσκηση αφορά τη μνήμη και η μνήμη γυμνάζεται με σκακιστικούς γρίφους», καταλήγει.