Από τα πεντάστερα ξενοδοχεία και τα εστιατόρια με τα αστέρια Μισελέν στην Αθήνα, τη Μύκονο και τη Σαντορίνη στην απομονωμένη Ρουψιά Πωγωνίου, για να υποδέχονται τους επισκέπτες με πατσά και κότσι χοιρινό.
Η διαδρομή του Πέτρου Παρασκευόπουλου και της συντρόφου του Φωτεινής αποτυπώνεται ανάγλυφα μέσα σε λίγες μόνο λέξεις, αν και είναι εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσει κάποιος το πόσο εύκολη ή δύσκολη είναι αυτή η μετάβαση. Τρεις ολόκληρες δεκαετίες σκληρά εργαζόμενος σεφ στα ξενοδοχεία της Ζακύνθου αρχικά, ως τόπος καταγωγής του και μετέπειτα στην Αθήνα και τις Κυκλάδες, ο Πέτρος Παρασκευόπουλος, μέλος της Ακαδημίας Αρχιμαγείρων Ελλάδας δούλευε στη φουλ σεζόν 20 ώρες την ημέρα, έχοντας την ευθύνη της κουζίνας ταυτόχρονα σε δύο ξενοδοχεία και σε ένα εστιατόριο.
Εκτός της τουριστικής σεζόν όμως, έβρισκε πάντα χρόνο για την αγαπημένη του δραστηριότητα, το κυνήγι στα χωριά του Πωγωνίου όπου μπορεί να πέρναγε και διάστημα δύο ή τριών μηνών, κυνηγώντας πτερωτά θηράματα. Τον συναντήσαμε στη Ρουψιά Πωγωνίου όπου τα τελευταία χρόνια με τη σύντροφό του Φωτεινή ανέλαβαν να λειτουργήσουν το παλιό καφενείο και να «αναστήσουν» την ζωή στο χωριό, επιλέγοντας να ζήσουν μόνιμα εκεί. «Στο Πωγώνι ερχόμουν για 30 χρόνια ως κυνηγός το χειμώνα. Γνώρισα φίλους, έκανα παρέες και όπου και να δούλευα το μυαλό μου ήταν πάντα εδώ. Έρχεται κάποια στιγμή που κουράζεσαι σωματικά και ψυχικά και αναθεωρείς τη ζωή σου. Αποφασίσαμε λοιπόν με τη Φωτεινή να έρθουμε και να ζήσουμε εδώ», ανέφερε ο Πέτρος.
Η προσαρμογή είναι πάντα μία δύσκολη υπόθεση, για τον Πέτρο όμως που γνώριζε τον τόπο και είχε πάντα το κυνήγι ήταν πιο εύκολα.
«Η προσαρμογή είναι λίγο δύσκολη κυρίως για τη γυναίκα που θα πρέπει να βρει διάφορες ασχολίες, αλλά στο χωριό ανακαλύπτεις παντού εναλλακτικές. Εγώ έχω το κυνήγι οπότε μπορώ να πω ότι η δική μου προσαρμογή έγινε πολύ πιο εύκολα», πρόσθεσε.
Χρειάζονται κίνητρα
Η Φωτεινή ακολούθησε τον Πέτρο μετά από μια δική της, αντίστοιχη επαγγελματική διαδρομή στους φημισμένους τουριστικούς προορισμούς της χώρας. «Δεν ήταν εύκολη απόφαση μετά από μία μακρά διαδρομή μεταξύ Αθήνας, Μυκόνου, Ντουμπάι και άλλων προορισμών. Μετά την πανδημία όμως αποφασίσαμε να κάνουμε κάτι διαφορετικό και επιλέξαμε να έρθουμε εδώ που είναι ωραία και ήσυχα, ο κόσμος είναι διαφορετικός όπως και οι ρυθμοί της καθημερινότητας. Οπουδήποτε μπορείς να προσαρμοστείς και εγώ επέλεξα να έρθω εδώ γιατί μου άρεσε ο τόπος και δεν το έχω μετανιώσει. Τα καφενεία στα χωριά βέβαια είναι μία δύσκολη απόφαση γιατί δε μπορούν να συντηρηθούν με τους λιγοστούς κατοίκους. Χρειαζόμαστε τους κυνηγούς που είναι μία μεγάλη υπόθεση για τα χωριά, τους περιπατητές, τους εφήμερους επισκέπτες, εκείνους που έρχονται και κάνουν θρησκευτικό τουρισμό, αλλά είναι αναγκαίο να δοθούν φορολογικά και άλλα κίνητρα όχι μόνο για να μείνουν ζωντανές αυτές οι επιχειρήσεις, αλλά για να γίνουν και άλλες», ανέφερε η Φωτεινή.
Το «πάντρεμα» των αστεριών Μισελέν με την ντόπια κουζίνα
Ρωτήσαμε τον Πέτρο πόσο εύκολη επίσης είναι η προσαρμογή στα δικά του επαγγελματικά μέτρα, όπου ένας διακεκριμένος σεφ με πιάτα που σερβίροντας σε πεντάστερα ξενοδοχεία, καλείται να ετοιμάσει και να σερβίρει διαφορετικά πιάτα με αναφορές στην τοπική κουζίνα. «Ένας μάγειρας μπορεί να φτιάξει τα πάντα και τα γκουρμέ και εξεζητημένα πιάτα και τις παραδοσιακές γεύσεις. Παντού μαθαίνεις όμως. Ο κάθε τόπος έχει τα δικά του φαγητά, τις δικές του συνταγές και μπορείς να κάνεις νέους συνδυασμούς και να πειραματιστείς».
Κλείνοντας τη συζήτηση με τον Πέτρο, τον ρωτάμε ποιο είναι το μεγαλύτερο κέρδος που έχει αποκομίσει από την απόφαση ζωής που πήρε να εγκατασταθεί στο Πωγώνι. «Ήταν ένα όνειρο ζωής για μένα να έρθω να μείνω μόνιμα στο Πωγώνι. Το μεγαλύτερο κέρδος είναι η ησυχία μου», λέει αφοπλιστικά.
Ο Πέτρος και η Φωτεινή προχώρησαν ήδη στο επόμενο βήμα της επαγγελματικής τους διαδρομής στην περιοχή καθώς ανέλαβαν να λειτουργήσουν εκ νέου το κοινοτικό καφενείο και τον ξενώνα στο Σκαμνέλι Ζαγορίου που ανοίγει τις πύλες του τα φετινά Χριστούγεννα. «Ο τόπος έχει προοπτικές για να επενδύσει κάποιος. Και στο Πωγώνι μπορεί να το κάνει και στο Ζαγόρι και οπουδήποτε θελήσει», κλείνει την κουβέντα μας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ