Με έναν δυσεπίλυτο γρίφο που παρά τα κατά καιρούς αυξημένα μέτρα επιτήρησης, πρόληψης και πρακτικής εξουδετέρωσης, φαίνεται απίθανο να λυθεί, μοιάζει το πρόβλημα του υπερπληθυσμού των αγριόχοιρων σε ολόκληρη την επικράτεια.
Το πρόβλημα βέβαια δεν αφορά μόνο στην Ελλάδα, αλλά αντίστοιχα καταγράφεται και στις περισσότερες χώρες – μέλη της Ε.Ε που επίσης λαμβάνουν μέτρα μείωσης του αριθμού των αγριόχοιρων, με κύριο μοχλό τους όμως την άσκηση θήρας.
Τα συναρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος και Αγροτικής Ανάπτυξης στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια με αποφάσεις τους κινούνται σε επιπλέον επίπεδα δράσεων που όμως δε φαίνεται να έχουν παρά σημειακό αποτέλεσμα και σίγουρα όχι τόσο καθοριστικό ως προς την πραγματική μείωση του αριθμού των αγριόχοιρων.
Τα συνεργεία δίωξης των αγριόχοιρων, οι ομάδες των κυνηγών που καλούνται να επέμβουν στοχευμένα σε περιοχές με έντονη παρουσία των ζώων αυτών, αλλά και η επιμήκυνση της περιόδου θήρας που ξεκίνησε φέτος ένα μήνα γρηγορότερα ακριβώς για τον ίδιο λόγο, δεν έχουν παρά μικρή επίδραση και επιτυχία στην αντιμετώπιση του φαινομένου.
Ο ρόλος του κυνηγιού
Όπως εξήγησε ο Νικόλαος Μπόκαρης, προϊστάμενος του Τμήματος Άγριας Ζωής και Θήρας στη Διεύθυνση Δασών του υπ. Περιβάλλοντος, μιλώντας στο ITV ο κύριος άξονας περιορισμού του πληθυσμού των αγριόχοιρων παραμένει η κυνηγετική δραστηριότητα.
«Υπολογίζουμε ότι σε ετήσια βάση, η κάρπωση στη διάρκεια του κυνηγίου είναι περίπου 50.000 αγριόχοιροι, αριθμός στον οποίο προστίθεται και ένας σαφώς μικρότερος από τη θήρευση ζώων από τα συνεργεία δίωξης και τις ομάδες που καλούνται περιστασιακά. Υπάρχουν και κάποια επιπλέον μέτρα σε περιοχές που έχει καταγραφεί η πανώλη των χοίρων για τον περιορισμό της πιθανότητας εξάπλωσης, όμως είναι σαφές ότι είναι ένα φαινόμενο που δεν αντιμετωπίζεται εύκολα και δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις. Το βλέπουμε κι εμείς όταν τελειώνει η περίοδος θήρας και μέχρι να ξεκινήσει η επόμενη, ότι οι πληθυσμοί συνεχίζουν να αυξάνουν, αλλά το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να λαμβάνουμε συνεχώς κάποια συνοδευτικά μέτρα της άσκησης θήρας», ανέφερε ο κ. Μπόκαρης.
Η καθολική απαγόρευση θήρας στα «καμένα»
Πολλές αντιδράσεις στο μεταξύ έχει προκαλέσει η απόφαση του υπ. Περιβάλλοντος και των αρμόδιων κατά το Νόμο, Δασικών Υπηρεσιών να προχωρήσουν στην καθολική απαγόρευση της άσκησης θήρας σε εκτάσεις που κάηκαν το καλοκαίρι από τις καταστροφικές πυρκαγιές στον Έβρο, την Ρόδο, αλλά και στην Κέρκυρα.
Οι αποφάσεις για την καθολική απαγόρευση της θήρας προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις από τον κυνηγετικό κόσμο στις επίμαχες περιοχές, που καταγγέλλουν ότι οι απαγορεύσεις περιλαμβάνουν στην πράξη περιοχές που δεν υπέστησαν κάποια καταστροφή. Ο κ. Μπόκαρης εξήγησε πως η αρχική απόφαση για τις επίμαχες περιοχές ήταν όπως προβλέπεται η καθολική απαγόρευση της θήρας και σταδιακά στην πορεία και ανάλογα με την εξέταση των περιοχών και τη διαπίστωση της κατάστασης σε σχέση με τους θηρεύσιμους πληθυσμούς, οι αποφάσεις αυτές μεταβάλλονται. «Ήταν πράγματι ένα δύσκολο καλοκαίρι το φετινό και γι’ αυτό κινηθήκαμε ανάλογα με τις καθολικές απαγορεύσεις θήρας. Όπου όμως διαπιστώνεται ότι περιμετρικά, οι περιοχές δεν έχουν πληγεί και ότι υπάρχει η δυνατότητα, αίρονται οι αποφάσεις της καθολικής απαγόρευσης και εφαρμόζουμε διαφορετικές ρυθμίσεις επιτρέποντας την άσκηση της θήρας. Μας ενδιαφέρει το ίδιο και η προστασία της βιοποικιλότητας και η προστασία της κυνηγετικής δραστηριότητας, λαμβάνοντας κάθε φορά αποφάσεις με βάση τις πραγματικές συνθήκες κάθε περιοχής», τόνισε ο κ. Μπόκαρης.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ