Τη μνήμη των Εβραίων θυμάτων του Ολοκαυτώματος τίμησαν το βράδυ της Δευτέρας τα Γιάννενα με εκδήλωση στο Πνευματικό Κέντρο που συνδιοργάνωσαν η Περιφέρεια Ηπείρου, η Ισραηλιτική Κοινότητα Ιωαννίνων, το Ίδρυμα Ιωσήφ και Εσθήρ Γκανή και το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών.
Χαιρετισμούς απηύθυναν ο Πρέσβης του Ισραήλ στην Αθήνα Γιόσι Αμράνι, ο Γενικός Γραμματέας του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, ο Πρόεδρος του Μουσείου Ολοκαυτώματος Γιάννης Μπουτάρης, εκ μέρους της Περιφέρειας Ηπείρου ο Αντιπεριφερειάρχης Οδυσσέας Πότσης και ο Δήμαρχος Ιωαννίνων Μωυσής Ελισάφ. Κεντρικό ομιλητής ήταν ο Τάσος Γιαννίτσης.
Το μουσικό πρόγραμμα ήταν μία ενότητα τραγουδιών της συνθέτριας Πηγής Λυκούδη με τίτλο:
«Ο πόνος όλου του Κόσμου», σε ποίηση του Γιαννιώτη ποιητή Γιωσέφ Ελιγιά και τη «Φούγκα του Θανάτου» του Πάουλ Τσέλαν.
Ερμήνευσαν: Γρηγόρης Βαλτινός, Γεωργία Αγγέλου και Μαρίνα Βολουδάκη. Με τη συνθέτρια στο πιάνο συνέπραξαν οι σολίστες μουσικοί: Γάσπαρης Μαμμάς, κλαρινέτο – Δημήτρης Κοντονής, κιθάρες Τάσος Γουσέτης, βιολί – Νίκος Χατζόπουλος, μπάσο – Άγγελος Κουσάκης, κρουστά.
Δημοσιεύουμε μέρος των ομιλίων του Μωυσή Ελισάφ και του Τάσου Γιαννίτση.
ΤΑΣΟΣ ΓΙΑΝΝΙΤΣΗΣ
Η σημασία του να είσαι Δίκαιος των Εθνών: Η ευθύνη της ηθικής και η ηθική της ευθύνης
Η αναφορά της ομιλίας μου στη σημασία του να είναι κανείς Δίκαιος των Εθνών συνδέεται με το γεγονός, ότι ο τιμητικός αυτός τίτλος απονεμήθηκε το Σεπτέμβριο 2018 στον εκλιπόντα πατέρα μου, Κωνσταντίνο Γιαννίτση, για τη βοήθεια που παρέσχε το 1943/44 στην οικογένεια Ασέρ Μωυσή, με την οποία τον συνέδεε στενότατη φιλία. Τις σχετικές ενέργειες προς το Yad Vashem έκανε ο Ραφαήλ Μωυσής, τον οποίο, μια ακόμα φορά, ευχαριστώ βαθύτατα. Αυτά, προφανώς, σημαίνουν, ότι δεν είμαι εγώ το πρόσωπο στο οποίο απονεμήθηκε ο τίτλος του ‘Δίκαιου των Εθνών’ και η θεώρηση που έχω για το θέμα είναι δευτερογενής.
Θα ξεκινήσω σημειώνοντας, ότι στις πράξεις που δικαιολογούν τον τίτλο του Δικαίου των Εθνών, πέρα από το κεντρικό πρόσωπο, κατά κανόνα, συνυπάρχουν, συμπράττουν και εκτίθενται σε κίνδυνο και άλλα πρόσωπα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα ήθελα να αναφέρω ένα τέτοιο πρόσωπο, και, συγκεκριμένα, το διευθυντή χωροφυλακής Κηφισιάς, Μοίραρχο Γιώργο Τάγαρη, η συμβολή του οποίου στη διάσωση της οικογένειας Μωυσή ήταν πολύ σημαντική και τον οποίο αναφέρει με ευγνωμοσύνη ο Ραφαήλ στα κείμενά του.
Οι τιμηθέντες σε τόσες χώρες με τον τίτλο ‘Δίκαιος των Εθνών’ είναι οι τυχεροί. Είναι όσοι πέτυχαν να σώσουν ανθρώπους από το Ολοκαύτωμα και επιβίωσαν. Υπάρχουν όμως και πάρα πολλοί που προσπάθησαν να διασώσουν εβραϊκές οικογένειες ή πρόσωπα, που όμως συλλήφθηκαν και αυτοί και οι προστατευόμενοί τους και εκτελέστηκαν. Τα παραδείγματά τους είναι εξίσου ή ακόμα πιο σημαντικά και γι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, ότι η σημερινή ημέρα είναι όχι μόνο Ημέρα Μνήμης των Ελλήνων Εβραίων Μαρτύρων, αλλά και όλων των Ελλήνων Ηρώων του Ολοκαυτώματος.
Ως απόγονος ενός τιμηθέντος με τον τίτλο του Δίκαιου των Εθνών και με κάμποσες δεκαετίες στην πλάτη μου, θα ήθελα να εκφράσω μια ιδιαίτερη αίσθηση: όλοι εμείς, οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, ο καθένας μας, έχουμε γνωρίσει διάφορες νίκες και ήττες στη ζωή μας, όπως και την ικανοποίηση, την απογοήτευση ή άλλα συναισθήματα που συνοδεύουν την καθεμιά. Όμως, η γνώση, ότι οι γονείς σου, με κίνδυνο της ζωής τους, κρατήθηκαν σταθερά από τις πιο θεμελιακές ανθρώπινες αξίες, δεν δείλιασαν και στήριξαν ενεργά φίλους τους για να ξεφύγουν από την θανάσιμη απειλή του Ολοκαυτώματος, υποδηλώνει μια επιλογή, που αν και δεν έκανες εσύ προσωπικά, δίνει μια ιδιαίτερη διάσταση στον ψυχικό σου κόσμο. Ταυτόχρονα, βέβαια, παραφράζοντας λίγο τη θέση του Miguel de Unamuno –noblesse oblige- γνωρίζεις, ότι η τιμή αυτή δημιουργεί και υποχρεώσεις. Δημιουργεί την υποχρέωση στους απογόνους των Δίκαιων των Εθνών, να πορεύονται στη ζωή τους χωρίς να προδώσουν την ιστορία του προγόνου τους και τις υποθήκες που τους άφησε.
Υπάρχει ένα ‘όμως’. Και για να το εκφράσω, θα χρησιμοποιήσω τα συγκλονιστικά λόγια του Αλέξανδρου Μωυσή, γιού του Ραφαήλ, γιατί εκφράζουν ένα φόβο που υπάρχει στον καθένα που θέλει να πάει ενάντια στον εκφυλισμό της ανθρώπινης υπόστασης:
Λέει ο Αλέξανδρος Μωυσής στην ομιλία του στην τελετή επίδοσης του μεταλλίου Yad Vashem για τον πατέρα μου, το Φεβρουάριο του 2019: «Το άγχος και η αγωνία μου όταν αναφέρομαι στο Ολοκαύτωμα και αναφωνώ ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ, δεν είναι από φόβο ότι ίσως βρεθώ κι εγώ ανάμεσα στα θύματα. Όχι, ο φόβος μου είναι άλλος. Είναι πως δεν είμαι σίγουρος, αν βρεθώ κι εγώ κάποτε στη θέση όσων μας βοήθησαν, αν θα βρω το κουράγιο να ακολουθήσω το παράδειγμά τους. Ο φόβος, σε περίπτωση που βρεθώ με έναν συνάνθρωπο δίπλα μου σε κίνδυνο, αν θα έχω το θάρρος να κάνω αυτό που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο και να τον προστατεύσω, αψηφώντας τον κίνδυνο για μένα και για την οικογένεια μου. Ή αν θα κάνω τα στραβά μάτια όπως έκαναν πολλοί Ευρωπαίοι στην Κατοχή». Αν σήμερα αναφέρω τα λόγια αυτά είναι γιατί το φόβο αυτό τον έχουν όλοι όσοι έχουν βρεθεί αντιμέτωποι ή σκέφτονται ότι μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοιες οριακές στιγμές και γιατί, εγώ, ο ίδιος, με φόβο, διαισθάνομαι με ποιο τρόπο μικρά, τυχαία ή και σημαντικά, γεγονότα ή συγκυρίες, μπορεί σε μια κρίσιμη στιγμή να παρεμβληθούν και να επηρεάσουν προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση μια απόφαση που ισορροπεί τη ζωή και το θάνατο. Παρ΄ όλα αυτά, τέτοιες αποφάσεις δεν λαμβάνονται εν ψυχρώ, σε ανύποπτο χρόνο. Λαμβάνονται σε κρίσιμες στιγμές και με τεράστια εσωτερική πίεση, στις οποίες φαίνεται, τελικά, η σχέση καθενός με τον εαυτό του, τις αξίες του και τον κόσμο του.
Ωστόσο, τόσο η απονομή του τίτλου «Δίκαιος των Εθνών», όσο και εκδηλώσεις όπως η σημερινή για την επέτειο του Ολοκαυτώματος, δεν γίνονται για να αναφερθούμε σε πρόσωπα, παρά μόνο ως παραδείγματα, και για να αντιμετωπίσουμε το παρελθόν, όχι ως ιστορικό αφήγημα, αλλά ως πηγή μηνυμάτων για το σήμερα και το αύριο. Τα μηνύματα είναι πολλά και διαφορετικά και δεν είναι σταθερά. Μια τέτοια ετήσια ομιλία έχει την προσωπική σφραγίδα του κάθε ομιλητή, ενώ, επίσης, επηρεάζεται από τις εξελίξεις και το κλίμα που κυριαρχούν στο συγκεκριμένο χρόνο στον οποίο εκφωνείται, όπως και από την εκτίμηση που έχει κανείς για κινδύνους που διαγράφονται, οι οποίοι κάθε χρονιά είναι διαφορετικοί.
Από μια τέτοια σκοπιά, η σημερινή ημέρα έχει δύο σημεία αναφοράς. Το πρώτο αφορά στη Μνήμη όσων μαρτύρησαν και στο ίδιο το Ολοκαύτωμα –τη shoah, για να χρησιμοποιήσω το σωστό όρο. Το δεύτερο αφορά εμάς τους ίδιους και το μέλλον μας, την ανάγκη να προστατέψουμε τη δική μας τιμή, την ανάγκη να μην ξαναζήσει η δική μας ή επόμενες γενιές οποιαδήποτε εκδοχή αυτού του εγκλήματος, οπουδήποτε και απέναντι σε οποιονδήποτε. Το ‘ποτέ ξανά’ δεν μπορεί να αφορά μόνο στο Ολοκαύτωμα που γνωρίζουμε. Αφορά σε κάθε ενέργεια, απόφαση, συμπεριφορά, σε κάθε τόπο και απέναντι σε κάθε ανθρώπινο ον, που εκτρέφουν συνθήκες ευνοϊκές για το παρανοϊκό, τις καταστροφικές εξελίξεις και τον εκμηδενισμό του ανθρώπου.
Στην ιστορία, συχνά, κοινωνικές ή πληθυσμιακές ομάδες συγκρούστηκαν ή αλληλοσκοτώθηκαν με την ιδιότητα του εχθρού, με το κίνητρο της αρπαγής, της κατάκτησης εδαφών ή πλούτου. Στο Ολοκαύτωμα όμως, έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους που για πάρα πολύ καιρό συμβίωναν σε οργανωμένες και μορφωμένες κοινωνίες, χωρίς να έχουν παραβιαστεί θεσμοί και νόμοι, γιατί αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο θα ακολουθούσαν για τους παραβάτες σκληρές θεσμικές κυρώσεις. Ο αντισημιτισμός εκδηλώθηκε χωρίς να έχουν σημειωθεί αμφισβητήσεις, αντιστάσεις, επαναστάσεις ή εμφύλιοι διχασμοί στις κοινωνίες όπου εκτράφηκε. Εκδηλώθηκε γιατί δαιμονοποιήθηκε το εβραϊκό στοιχείο ή, κυρίως, γιατί δαιμονίστηκαν άλλοι. Γνωρίζουμε, ότι, ιστορικά, δαιμονοποίηση και μισαλλοδοξία ευθύνονται για τη δολοφονία αναρίθμητων ανθρώπων από συνανθρώπους τους.
Ο αντισημιτισμός έχει ορισμένες μοναδικότητες: καταγράφεται στην ιστορία για αιώνες, εδράζει στην Ευρώπη, εκφράζει το παράλογο, έχει περιοδικές στιγμές κορύφωσης, όπως το 1492 στην Ισπανία και τον 20ο αιώνα στη Γερμανία, έχει και πολλές ακόμα γνωστές ή λιγότερο γνωστές, άσχημες στιγμές. Το Ολοκαύτωμα ήταν το αποτέλεσμα της πιο καταστροφικής μανιακής ανθρώπινης σκέψης και ενέργειας στην πορεία του ανθρώπινου είδους. Ο προάγγελος της τερατογένεσης που θα επακολουθούσε εμφανίστηκε στις 10 Μαΐου 1933, με το κάψιμο βιβλίων λογοτεχνίας, ποίησης, φιλοσοφίας και επιστημονικών συγγραμμάτων του Αϊνστάιν, του Φρόυντ, του Χάινριχ Μαν και πολλών άλλων, όχι μόνο Εβραίων, στην Opernplatz, στο Βερολίνο και σε πολλές άλλες γερμανικές πόλεις, αναπαράγοντας το κάψιμο χειρογράφων και βιβλίων στη Σεβίλλη τον 15ο αιώνα. Φυσικά, και αυτός ο προάγγελος είχε πολλούς άλλους μικρότερους προάγγελους πίσω του, όχι μόνο στη Γερμανία, αλλά και σε περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, ο Μάιος 1933 εξέπεμψε ένα ισχυρό σήμα, μεταξύ πολλών άλλων, για τα επόμενα βήματα. Η ιστορία, τότε, επιβεβαίωσε, ξανά, πως όταν αρχίσουν να καίγονται βιβλία, ακολουθεί το κάψιμο ανθρώπων.
ΜΩΥΣΗΣ ΕΛΙΣΑΦ
Υπηρετώντας την παραδειγματική μνήμη
Το Άουσβιτς ως σημείο αναφοράς της ολοκληρωτικής καταστροφής του Εβραϊσμού της Ευρώπης έχει θεωρηθεί το μεγάλο γεγονός του αιώνα που πέρασε. Κατά τον Günter Grass θα πρέπει να χρονολογούμε την ανθρώπινη ιστορία ως πριν και μετά το Άουσβιτς. Κατά τον Adorno, «Μετά το Άουσβιτς, είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση» και κατά τον Paul Celan, «Μετά το Άουσβιτς δεν είναι πλέον κανένα ποίημα δυνατό, εκτός και μόνο με αφορμή το Άουσβιτς».
Η εμπέδωση της φρίκης του Ολοκαυτώματος και της μοναδικότητας του εγκλήματος που συντελέστηκε, η κατανόηση της συλλογικής ευθύνης, καθώς και η συνειδητοποίηση μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις της συνενοχής δεν είναι, ασφαλώς, ένα απλό ζήτημα.
O Ίμρε Κέρτις ένας μεγάλος στοχαστής που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ, όμηρος του κολαστηρίου του Άουσβιτς που πέθανε πριν λίγα χρόνια διατύπωσε με θαυμαστή ενάργεια τη σημασία της Shoa. Είπε με σαφήνεια ‘’Και στο ερώτημα αν το Ολοκαύτωμα είναι ένα ζωτικό ζήτημα για τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, για την Ευρωπαϊκή συνείδηση, πρέπει να απαντήσουμε θετικά, διότι κάθε πολιτισμός οφείλει να στοχάζεται ότι έλαβε χώρα μες το δικό του πλαίσιο-αλλιώς θα καταστεί ένα αποτέλεσμα τυχαιότητας, ένα ανάπηρο πρωτόζωο που θα εξοκείλει , ανίκανο προς το χάος.
Το Ολοκαύτωμα αποτελεί αξία διότι μέσα από απροσμέτρητη οδύνη, μας οδήγησε σε απροσμέτρητη γνώση και έτσι περικλείει ένα απροσμέτρητο ηθικό περιεχόμενο’’
Η σημερινή εκδήλωση είναι πράγματι μια εκδήλωση μνήμης . Η πόλη μας τιμά για μια ακόμη φορά με παραδειγματικό τρόπο τη μνήμη περίπου 2.000 αθώων συμπολιτών μας μεταξύ των οποίων και 613 παιδιών που οδηγήθηκαν και εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου. Η πόλη μας θυμάται. Ωστόσο, ένα ερώτημα πλανάται σε όλες γενικά τις επετειακές εκδηλώσεις. Γιατί πρέπει να θυμόμαστε; Το ζήτημα της δημόσιας μνήμης πάντα μας θέτει αντιμέτωπους με ένα άλυτο δίλλημα. Χωρίς δημόσια μνήμη υπάρχει κίνδυνος να ξεχαστεί ή να σχετικοποιηθεί το αποτρόπαιο γεγονός. Όμως συχνά εκδηλώσεις μνήμης αποτελούν πράξεις υποκρισίας ή στοχεύουν στην εργαλειοποίηση του τραυματικού γεγονότος.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρέπει να θυμόμαστε αφού το Ολοκαύτωμα θέτει υπό διαρκή δοκιμασία την ηθική μας συνείδηση και η αναμέτρηση μαζί του ίσως μας οδηγήσει να συνειδητοποιήσουμε δύο πράγματα: πρώτον, κανείς μας δεν είναι προφυλαγμένος από τη διάπραξη του κακού, δεν υπάρχουν κοσμοθεωρητικές εγγυήσεις έναντι της βαρβαρότητας. Δεύτερο, η παθητικότητα δεν ηθικά ουδέτερη στάση γιατί αφήνει το κακό να προχωρήσει ανεμπόδιστο. Ο κίνδυνος όμως πάντοτε ελλοχεύει σε τέτοιες περιπτώσεις. Να οδηγηθούμε δηλαδή στον αναμηρυκασμό του τραυματικού γεγονότος , να εγκλωβιστούμε στη φρίκη του και τον άφατο πόνο των θυμάτων. Η αναπόφευκτη συναισθηματική ταύτιση με τα θύματα κυρίως όσων η ζωή τους έχει ανεξίτηλα χαραχθεί από τη βιομηχανοποιημένη γενοκτονία εκατομμυρίων αθώων μπορεί εύκολα να μετατρέψει τέτοιες εκδηλώσεις στοχασμού και μνήμης σε μια ανέξοδη ρητορεία, σε ένα ακόμα ανούσιο μνημόσυνο, σε ένα θρήνο.
Αντίθετα πιστεύω ακράδαντα ότι αυτές οι εκδηλώσεις οφείλουν να υπηρετήσουν την παραδειγματική μνήμη που γονιμοποιεί τα τραύματα του παρελθόντος, τα χρησιμοποιεί ως παραδείγματα που μπορούν να αναχθούν σε γενικότερα διδάγματα και έτσι αυτή η μνήμη καθίσταται απελευθερωτική για τα άτομα και τις κοινωνίες και επιτρέπει να υπερβεί κανείς το γεγονός και να κατανοήσει και να προλάβει ανάλογα φαινόμενα.
Εξάλλου το ολοκαύτωμα, το ριζικό κακό όπως το ονόμασε η Χάνα Αρέντ, δεν ανήκει σε κανένα, κανένας δεν μπορεί να οικειοποιηθεί τη μνήμη του και ως εκ τούτου ανήκει σε όλο τον κόσμο.
Οφείλουμε παράλληλα με αφορμή αυτές τις εκδηλώσεις να αναλογισθούμε δημιουργικά για το ξετύλιγμα των αιτιωδών σχέσεων που οδήγησαν στη φρίκη. Γνώση και μνήμη είναι ένα και το αυτό (Γκουστάβ Μέρινγκ) Και αυτό δεν είναι έργο μόνο των ιστορικών . Είναι προπάντων ύψιστο χρέος όλων μας. Και μάλιστα διαρκές χρέος γιατί διαρκείς είναι και οι κίνδυνοι που μας απειλούν . Και διαρκής είναι και η σωτηρία μας που είναι το έπαθλο του διαρκούς αγώνα μας. Το έγκλημα της εξόντωσης των εβραίων δεν έγινε από μόνο του, το έκαναν άνθρωποι, οι κανονικοί άνθρωποι της γερμανικής κοινωνίας. Το έγκλημα έγινε με την ενεργό συμπαράσταση ή με την ένοχη αδιαφορία όλης της γερμανικής κοινωνίας. Το έγκλημα έγινε με συνεργούς, με τους φασίστες και αντισημίτες των άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Τα ιστορικά γεγονότα, όπως εν προκειμένω η Εβραϊκή Γενοκτονία, δεν είναι λοιπόν παρθενογένεση. Όλα έχουν τις αιτίες τους και όλων προηγείται η βουή της έλευσης τους (η βοή των επερχόμενων γεγονότων, όπως προφητικά λέει ο Κωνσταντίνος Καβάφης).
Και ο πυρήνας αυτού του ανήκουστου εγκλήματος που σημάδεψε την παγκόσμια ιστορία έχει όνομα και είναι ο παμπάλαιος πολυποίκιλος ευρωπαϊκός αντισημιτισμός, ο πυρήνας κάθε προκατάληψης σύμφωνα με τον Σ. Φρόυντ. Δύο χιλιάδες χρόνια αντιιουδαϊσμού βρήκαν την πιο αποτρόπαια κατάληξη τους στο Ολοκαύτωμα. Ο αντισημιτισμός του ναζισμού, ο λυτρωτικός αντισημιτισμός δεν αποτελεί δευτερογενές στοιχείο της ναζιστικής ιδεολογίας, αποτελεί τον πυρήνα της. Επομένως τέτοιες εκδηλώσεις μνήμης οφείλουν και μπορούν να δώσουν μια τελεσίδικη απάντηση στην αναβίωση και εδραίωση αυτού του παμπάλαιου αντιεβραϊσμού και η πόλη μας μπορεί ενδεχόμενα να έδωσε αυτό το μήνυμα με σαφήνεια και καθαρότητα.