Πολλά τα αναπάντητα ερωτήματα για τη στάση της ΔΙΣ που αγνόησε την εισήγηση του προέδρου του ΑΕΣ από τον Μάιο για το σχέδιο νόμου
H συζήτηση στη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για το νομοσχέδιο για την εκκλησιαστική εκπαίδευση που αναμένεται να γίνει σήμερα και αύριο κατά τη δεύτερη και τρίτη ημέρα αντίστοιχα της συνεδρίασης της ΔΙΣ, αναμένεται με ξεχωριστό ενδιαφέρον, για την πορεία του θέματος που αφορά στην Ανωτάτη Ακαδημία της Βελλάς και τις προοπτικές της ή το οριστικό λουκέτο σε αυτήν, όπως προαλείφεται από τις εισηγήσεις της προηγούμενης ΔΙΣ και περιγράφεται στο νομοσχέδιο.
Ωστόσο, οι αντιδράσεις του τελευταίου 20ημέρου σε τοπικό και όχι μόνο επίπεδο για την απαράδεκτη στάση της Ιεραρχίας κατά κύριο λόγο και τις αμφίσημες δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου κ.κ Ιερώνυμου μετά τη δημοσιοποίηση των προτάσεων της ΔΙΣ έχουν φέρει σε δυσχερή θέση όλους εκείνους που απεργάζονται το σχέδιο της πλήρους υποβάθμισης και απαξίωσης της Βελλάς, μετατρέποντάς την σε μία Σχολή Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών (και αν), που είναι μία πλήρως υποβαθμισμένη και αδιαβάθμητη εκπαιδευτική δομή ως μη τριτοβάθμιου επιπέδου.
Ενόψει της συζήτησης εκ νέου στη ΔΙΣ το epirusonline φέρνει στο φως σήμερα, αποσπάσματα της εισήγησης του Προέδρου του Ανωτάτου Επιστημονικού Συμβουλίου με ημερομηνία 20 Μαΐου, όταν είχαν διαρρεύσει οι σχεδιασμοί, πλην όμως η Ιερά Σύνοδος δεν είχε ακόμη συνέλθει ώστε να καταλήξει στις δικές της εισηγήσεις και προτάσεις.
Αυτό έγινε στα τέλη Ιουνίου, με τη γνωστή σε όλους πλέον, εισηγητική πρόταση και την προσπάθεια στη συνέχεια, κατόπιν των αντιδράσεων, να «χρυσωθεί το χάπι» προς τη Βελλά και την τοπική κοινωνία, με τη (δήθεν, όπως αποδεικνύεται) διαρκή στήριξη για την αναβάθμιση της Ακαδημίας Βελλάς.
Η εισήγηση ωστόσο του προέδρου του Ανωτάτου Επιστημονικού Συμβουλίου, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν έφτασε ποτέ ή τουλάχιστον δεν αποτέλεσε μέρος της συζήτησης στη ΔΙΣ, ενώ πρόκειται για μία πλήρως και επιστημονικά τεκμηριωμένη εισήγηση που καταρρίπτει το κεντρικό περιεχόμενο του σχεδίου για την διατήρηση μόνο δύο Εκκλησιαστικών Ακαδημιών στη χώρα και το κλείσιμο της Βελλάς.
Αφού σημειώσουμε, ότι θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να πληροφορηθεί και η τοπική κοινωνία τους λόγους για τους οποίους, η εισήγηση αυτή, όχι μόνο δεν έγινε αποδεκτή, αλλά ουδέποτε συζητήθηκε επί της ουσίας στη ΔΙΣ, παρουσιάζουμε μερικά μόνο από τα βασικά της σημεία ενδιαφέροντος, που αφορούν κυρίως στην Ακαδημία Βελλάς.
Πλήρης υποβάθμιση και όχι εξορθολογισμός
Η εκτίμηση του προέδρου του ΑΕΣ είναι πως με τη θέσπιση ειδικού νόμου για την Εκκλησιαστική Εκπαίδευση αντί του εξορθολογισμού και της αναβάθμισης των εκκλησιαστικών σπουδών, επέρχεται πλήρης συρρίκνωση και υποβάθμιση. Θέτει πρωτίστως όμως το ζήτημα, ότι δεν υπήρξε η παραμικρή ενημέρωση επί του σχεδίου νόμου.
«Το σχέδιο αυτό νόμου δεν μας απεστάλη ούτε ως κείμενο αλλά ούτε καν ως ιδέα τέτοιου καθοριστικού επιλεκτικού για τις ΑΕΑ σχεδιασμού. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για σχέδιο νόμου που αφορούσε στην Δευτεροβάθμια Εκκλησιαστική Εκπαίδευση, στα ακροτελεύτια άρθρα 61-63 περιλαμβάνονται συγχώνευση-κατάργηση από το ακαδημαϊκό έτος 2022-23 των ΑΕΑ της Βορείου Ελλάδος (Θεσσαλονίκης και Ιωαννίνων), κάτι που θυμίζει το γνωστό στην ιστορία της Νομικής Επιστήμης σύστημα της νομοθετικής ετεροτοπίας και του νομοθετικού ετεροκεντρισμού. Παρ’ ότι η ΔΙΣ παρέπεμψε, μετά από εισήγηση της Συνοδικής Επιτροπής επί της Εκκλησιαστικής Εκπαιδεύσεως, (η οποία επίσης δήλωσε αφενός ότι αιφνιδιάστηκε και αφετέρου αναρμόδια να ασχοληθεί με τις ΑΕΑ, όπως και ο Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων κ. Γεώργιος Καλαντζής, και παραμένει το ερώτημα ποιος είναι τελικά ο εμπνευστής των ακροτελεύτιων άρθρων του σχεδίου νόμου και ο αποστολέας του και εν τέλει ποιος είναι ο αρμόδιος), το θέμα της συζήτησης του σχεδίου νόμου στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας, διαφαίνεται ότι το ΥΠΑΙΘ δεν προτίθεται να περιμένει την απόφασή της στο όνομα ενός γενικευμένου και χωρίς χρονική προσαρμογή υποτιθέμενου εξορθολογισμού. Η μονομερής αυτή εκ μέρους της Πολιτείας ενέργεια για τις Σχολές της Εκκλησίας έχει ως αποτέλεσμα να υφίσταται σοβαρός ο κίνδυνος να δημιουργηθούν εκ μέρους της Πολιτείας τετελεσμένα γεγονότα για τις ΑΕΑ. Ο σχεδιασμός όμως αυτός έγινε σαφώς ερήμην της Εκκλησίας, η οποία επανειλημμένα τοποθετήθηκε ξεκάθαρα, καταθέτοντας προτάσεις βελτίωσης και όχι βεβαίως συγχώνευσης-κατάργησης των ΑΕΑ Βορείου Ελλάδος (τέσσερα έγγραφα ΔΙΣ 610/13.2.2018, 4512/8.10.2018 και 4068/7.10.2020 και ΔΙΣ της 20ής Απρ. 2021), η οποία παρέπεμψε το θέμα στην Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας. Οι προτάσεις αυτές της Εκκλησίας όχι μόνον δεν εισακούστηκαν, στο πλαίσιο του ανωτέρου πολιτικού σχεδιασμού, αλλά ο σχεδιασμός αυτός έγινε επιπλέον ερήμην του ΑΕΣ. Ενδεικτικά αναφέρω ότι το ΑΕΣ ζήτησε με έγγραφο (11 Μαρτίου 2021) μέχρι και την αύξηση 20% των εισακτέων σε όλες τις ΑΕΑ, το οποίο επίσης δεν ελήφθη υπ’ όψιν. Τέλος, ο πολιτικός σχεδιασμός έγινε και ερήμην των ίδιων των ΑΕΑ, που επανειλημμένα απευθύνθηκαν στο ΥΠΑΙΘ, χωρίς, εξ όσων ενημερώθηκα, να λάβουν έστω και μία έγγραφη απάντηση», σημειώνει.
Ο μειωμένος αριθμός εισακτέων
Στην εισήγηση γίνεται λόγος για συστηματική υποβάθμιση των ΑΕΑ που φαίνεται από την φθίνουσα πορεία του αριθμού των εισακτέων στα Προγράμματα Σπουδών των ΑΕΑ.
«Το 2007 ο αριθμός συνολικά των εισακτέων και στα δύο Προγράμματα Σπουδών για τις νεοσύστατες τότε ΑΕΑ ήταν στην Αθήνα 240, στην Θεσσαλονίκη 130, στα Γιάννενα 90 και στην Κρήτη 50, και τα τελευταία τέσσερα χρόνια (2018, 2019, 2020, 2021) είναι στην Αθήνα 50, στην Θεσσαλονίκη 30, στα Γιάννενα 50 και στην Κρήτη 70, και ειδικά για τα δεύτερα Προγράμματα Σπουδών τους μόλις 10 για κάθε ΑΕΑ. Ενώ για όλα τα Ιδρύματα Ανώτατης Εκπαίδευσης αυξήθηκε ή παρέμεινε στο ίδιο επίπεδο ο αριθμός εισακτέων, για τις ΑΕΑ την τελευταία πενταετία μειώθηκε δραματικά άνευ λόγου, ιδίως για την ΑΕΑ Θεσσαλονίκης, αποκαλύπτοντας ενδεχομένως την αφανή πρόθεση της Πολιτείας ο θεσμός της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης να μαραζώσει πλήρως και σταδιακά, με αποτέλεσμα να αιτιολογηθεί η κατάργηση λόγω μη ύπαρξης φοιτητών. Και αυτό ομολογουμένως συνιστά αδικαιολόγητη αντίφαση, αφού οι ΑΕΑ έχουν στελεχωθεί από την Πολιτεία με ικανό προσωπικό (διδακτικό, ειδικό διδακτικό και διοικητικό), λειτουργούν σε αξιόλογες κτηριακές υποδομές, έχουν αποκτήσει σημαντικό εργαστηριακό εξοπλισμό, διοργανώνουν Διατμηματικά Προγράμματα Μεταπτυχιακών Σπουδών σε συνεργασία με Πανεπιστήμια, ανοίγονται προς τον Διεθνή Ακαδημαϊκό χώρο (Προγράμματα Erasmus+) και από τους πτυχιούχους τους προήλθαν ακόμη και ιεράρχες της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μήπως και αυτό συνιστά έναν επιλεκτικό «εξορθολογισμό» της Τριτοβάθμιας Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης;
Από τα παραπάνω φαίνεται πως ο λεγόμενος «εξορθολογισμός» βλέπει με αρνητική προκατάληψη αποκλειστικά τις ΑΕΑ. Γιατί μόνον τις ΑΕΑ και μάλιστα κατ’ εξοχήν της Βόρειας Ελλάδας; Σύμφωνα με τα προγενέστερα έγγραφα της Εκκλησίας αλλά και την τελευταία απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος (20 Απριλίου 2021) να συζητηθεί το θέμα των ΑΕΑ στην Ιερά Σύνοδο όλης της Ιεραρχίας, θεωρώ ότι θα πρέπει η Πολιτεία να λάβει υπ’ όψιν της την επιθυμία της Εκκλησίας, που εκπροσωπεί το πιο μεγάλο ποσοστό του Ελληνικού λαού, και να μην προχωρήσει μόνη της, μονομερώς, σε έναν υποτιθέμενο εξορθολογισμό. Είναι δυνατόν η Πολιτεία να αγνοήσει τις γνώμες των επισκόπων, του ΑΕΣ και γενικά των κληρικών και του σχετιζόμενου άμεσα με την Ορθόδοξη Εκκλησία μεγάλου μέρους του Ελληνικού λαού;» σημειώνει ο πρόεδρος του ΑΕΣ, χωρίς και ο ίδιος φυσικά να περιμένει τον Μάιο, ότι η ΔΙΣ θα υιοθετούσε σχεδόν απόλυτα το προτεινόμενο σχέδιο νόμου…
Η Σχολή Μαθητείας
Αναφορικά με τη συσχέτιση της ίδρυσης των Σχολών Μαθητείας Υποψηφίων Κληρικών με την κατάργηση των Ακαδημιών της Βορ. Ελλάδας διαπιστώνει πως «…ενώ οι ΣΜΥΚ θα έχουν μεν εκπαιδευτικό χαρακτήρα και εξαιρετικό ιερατικό σκοπό, δεν θα μπορούν να αποτελούν θεσμική αναβάθμιση στον τομέα της Εκκλησιαστικής Εκπαίδευσης, καθόσον η φοίτηση θα είναι διετής, επιπέδου μεταλυκειακής και μεταδευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (επιπέδου ΙΕΚ), με συνέπεια οι απόφοιτοι να κατατάσσονται στο Μ.Κ. 2 της κατηγορίας Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (ΔΕ) του άρθρου 9 του Ν. 4354/2015, ήτοι θα είναι β΄ κατηγορίας, με ελλιπή ποιοτικά μόρφωση και όχι με το επιθυμητό ποιοτικό αποτέλεσμα, η οποία μάλιστα μόρφωση δεν θα παρέχεται υποχρεωτικά από ακαδημαϊκούς διδασκάλους. Όμως, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει ότι η Εκκλησία θέλει όχι απλώς επιμορφωμένους αλλά μορφωμένους και αμειβόμενους κατηγορίας ΠΕ κληρικούς, οι οποίοι θα έχουν ήθος και φρόνημα εκκλησιαστικό και θα μπορούν να καλύψουν τις σύγχρονες ανάγκες της Εκκλησίας και της κοινωνίας. Αντιθέτως, από τις κατά καιρούς δηλώσεις και ενέργειες του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου, της Ιεράς Συνόδου και όλων των μελών της Ιεραρχίας, είναι όχι μόνον αυτονόητο αλλά και ολοφάνερο ότι η Εκκλησία θέλει πρωτευόντως κληρικούς ΠΕ, χωρίς βεβαίως δευτερευόντως να αποκλείει και κληρικούς κατηγορίας ΔΕ».
Οι εναλλακτικές
Ειδικά για τη Βελλά, ο πρόεδρος του ΑΕΣ προτείνει μεταξύ άλλων, ότι το Πρόγραμμα ΕΜΨΤ να ενταχθεί στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (με έδρα την Άρτα), στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών (πρώην ΤΕΙ Ηπείρου), του οποίου η δομή του Προγράμματος Σπουδών (μπορεί να ενταχθεί ως Πρόγραμμα Ιεροψαλτικής) δεν υποστηρίζει απλώς διδακτορικές σπουδές αλλά είναι και 5ετής, και οι πτυχιούχοι τους καλύπτουν τις απαιτήσεις της παιδαγωγικής επάρκειας και εντάσσονται στον κωδικό ΠΕ79.01, προκειμένου για την δραστηριοποίησή τους στην Δημόσια Εκπαίδευση.
Επίσης, στην ΑΕΑ Βελλάς στην θέση του Προγράμματος ΕΜΨΤ, θα μπορούσε να συσταθεί Πρόγραμμα «Δημόσιας Διοίκησης Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων και Δομών», ένα πρόγραμμα απολύτως πρωτοποριακό για τα σύγχρονα εκκλησιαστικά δεδομένα.
Δεν μπορεί να καταργηθεί η Βελλά
Καταλήγοντας, στην εισήγησή του ο πρόεδρος του ΑΕΣ τονίζει, ότι δε μπορεί να σταθεί και να υλοποιηθεί σε καμία περίπτωση, η πρόταση ίδρυσης των ΚΙΜ/ΣΜΥΚ ως μεταλυκειακή εκκλησιαστική εκπαίδευση, με ταυτόχρονη κατάργηση του Ν. 3432/2006 και την συνεπαγόμενη κατάργηση των δύο Ακαδημιών της Βορ. Ελλάδας, χωρίς την απόφαση και έγκριση της Ιεράς Συνόδου, της ΔΙΣ και χωρίς την εμπλοκή του ΑΕΣ.
«Μπορεί άραγε η Πολιτεία να καταργήσει μονομερώς δύο (2) ΑΕΑ, όταν η βούληση της Εκκλησίας είναι όχι μόνον παγιωμένη και νομοθετημένη, αλλά αταλάντευτη και συνοδικά αμετάβλητη και αμετάλλακτη; Εξάλλου, ο Ν. 3432/2006 προέκυψε από κοινή συμφωνία και απόφαση Εκκλησίας-ΙΣΙ και Πολιτείας-Βουλής (2006), για αυτό και αμετάβλητη, μη υποκείμενη σε εξορθολογισμό, και μόνον εάν υπάρξει διμερής κοινή συμφωνία και απόφαση για κάτι διαφορετικό ή αντίθετο· με άλλα λόγια, η συνισταμένη των εισηγήσεων Εκκλησίας και Πολιτείας και όχι επί τετελεσμένων πράξεων διασφαλίζει αρμονία συνεργασίας και κοινής συνεργίας. Το ΑΕΣ, ως μεικτό όργανο, επισημαίνει την νομική ανακολουθία στον παρόντα προτεινόμενο σχεδιασμό του ΥΠΑΙΘ, ακυρώνοντας απόφαση τής ΙΣΙ νομοθετικά υλοποιημένης του 2006. Επομένως, η απόφαση της ΔΙΣ (Απρίλιος 2021) για παραπομπή του ζητήματος στην ΙΣΙ είναι θεσμικά η ενδεδειγμένη για την διαβούλευση που μετέρχεται η Πολιτεία για κάθε περίπτωση νομοθετικού σχεδιασμού (όταν πρόκειται για κοινό πεδίο, η αρχή της ισοτιμίας είναι sine qua non σε πλαίσιο διαβούλευσης), ώστε να ξεκινήσει ο όποιος εξορθολογισμός και η αναβάθμιση των ΑΕΑ από εκεί που πρέπει».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ