Μόλις τέσσερις ελεγκτές της Επιθεώρησης Εργασίας είναι διαθέσιμοι για τις περιοχές των Ιωαννίνων, της Θεσπρωτίας και της Κέρκυρας, κάτι που αυτονόητα σημαίνει πως είναι αδύνατο να λειτουργήσει η υπηρεσία με τον τρόπο που επιβάλλεται να λειτουργεί.
Το στοιχείο αυτό έδωσε στη δημοσιότητα ο πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Ιωαννίνων, βουλευτής του ΚΚΕ Νίκος Έξαρχος που βρέθηκε το πρωί της Πέμπτης στα γραφεία της Επιθεώρησης Εργασίας Ιωαννίνων όπου πραγματοποιήθηκε παράσταση διαμαρτυρίας με αφορμή το θάνατο ενός 40χρονυ εργάτη σε μονάδα ανακύκλωσης το πρωί της Τετάρτης. Το ΕΚΙ από την πρώτη στιγμή έκανε λόγο για εργοδοτικό έγκλημα και ο κ. Έξαρχος πρόσθεσε πως όπως και στην περίπτωση της Αρίστης πριν από 40 ημέρες έτσι και στην περίπτωση του 40χρονου δεν υπήρχαν καν μέτρα προστασίας των εργαζόμενων. «Οι χώροι εργασίας έχουν μετατραπεί σε αρένες θανάτου γιατί το κράτος έχει δώσει το ελεύθερο στους εργοδότες να αλωνίζουν, να πιέζουν τους εργαζόμενους να κάνουν 10ωρες και 12ωρες βάρδιες και τώρα με την εξαήμερη εργασία, η κατάσταση γίνεται ακόμη χειρότερη. Το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας είναι αδύνατο να ανταπεξέλθει στις αυξημένες ανάγκες που υπάρχουν καθώς είναι μόνον τέσσερις οι ελεγκτές για τα Γιάννενα, την Θεσπρωτία και την Κέρκυρα. Ούτε αυτοκίνητο δεν έχει η υπηρεσία, ούτε γιατρός υπάρχει για να ελέγχει τις καταγγελίες», ανέφερε ο κ. Έξαρχος.
Το παράδειγμα της Ψυχιατρικής ΠΓΝΙ
Με περισσότερο πολιτική στόχευση ο περιφ. σύμβουλος Γεώρ. Πρέντζας, επικεφαλής της ΑΣΥ Υγειονομικών στο ΠΓΝΙ, στηλίτευσε το νομοθετικό και θεσμικό πλαίσιο της αναγγελίας ενός εργατικού ατυχήματος με αφορμή ένα συμβάν ξυλοδαρμού όπως είπε, μίας εργαζόμενης στην Ψυχιατρική Κλινική του ΠΓΝΙ από ασθενή πριν από 20 ημέρες. Όπως ανέφερε ο κ. Πρέντζας η διοίκηση του νοσοκομείου χαρακτήρισε τυχαίο περιστατικό το συμβάν και όχι εργατικό ατύχημα παρότι η εργαζόμενη χρειάστηκε αναρρωτική άδεια ενός μήνα.
«Το συμβάν καταγγέλθηκε στη διοίκηση που δεν το αναγνώρισε ως εργατικό ατύχημα. Μόλις χθες ενημερωθήκαμε από την Επιθεώρηση Εργασίας, ότι το υπουργείο Υγείας δέχεται την αναγγελία του εργατικού ατυχήματος μόνο από τον παθόντα και τον εργοδότη. Αυτό σημαίνει, ότι εάν ένας εργαζόμενος είναι φοβισμένος για διάφορους λόγους, αν είναι συμβασιούχος και είναι εξαρτώμενος, δεν πρόκειται ποτέ να μιλήσει, αλλά αυτό μπορεί να το κάνει μόνον ο εργοδότης. Αυτό συνιστά ταυτόχρονα παράνοια και ασυδοσία», τόνισε ο κ. Πρέντζας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ