Στην Ιερά Μονή Διχουνίου του Δ. Ζίτσας στις 8 Σεπτεμβρίου συγκεντρώθηκαν δεκάδες κάτοικοι της περιοχής και των γύρω χωριών για να τιμήσουν τη μνήμη του εθνομάρτυρα Διονύσιου που τέθηκε επικεφαλής μίας εξέγερσης τον Σεπτέμβριο του 1611 σε βάρος της Οθωμανικής κυριαρχίας στην περιοχή.
Στην ιστορική Μονή τελέστηκε επιμνημόσυνη δέηση και έγινε κατάθεση στεφάνων ενώ ακολούθησε η κεντρική εκδήλωση στο χώρο του Δημ. Σχολείου Διχουνίου με κεντρικό ομιλητή τον δημοσιογράφο της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ», Αλ. Παπαδόπουλο, την ομιλία του οποίου παραθέτουμε ολόκληρη στη συνέχεια.

Πέντε ώρες τον έγδερναν ζωντανό… Δύο δήμιοι με σουγιάδες και τανάλιες στα χέρια για πέντε ώρες αφαιρούσαν αργά και βασανιστικά το δέρμα του σε ένα εφιαλτικό μαρτύριο… Πέντε ώρες…. Τόσο άντεξε το γερασμένο του κορμί κι η ψυχή του… Έπειτα, γέμισαν με άχυρο το δέρμα του και το περιέφεραν σαν τρόπαιο στα Γιάννενα ως απόδειξη νίκης, αλλά και ως κίνηση εκφοβισμού για όποιον τολμούσε να σηκώσει κεφάλι στην Πύλη.
Ακολούθησε η ίδια περιφορά και σε άλλες πόλεις για τον ίδιο ακριβώς λόγο, μέχρι την Κωνσταντινούπολη όπου μεταφέρθηκε το κομμένο του κεφάλι, μαζί με δεκάδες κομμένα κεφάλια επαναστατών που τον πίστεψαν και τον ακολούθησαν.
Ένας εφιαλτικός, μαρτυρικός θάνατος. Μία ακολουθία τραγικών γεγονότων στην Ήπειρο κι ένα ανάθεμα Οθωμανών και Ελλήνων, μουσουλμάνων και χριστιανών σε ένα δαίμονα…
Σε έναν διάβολο μεταμορφωμένο σε παπά…
Ή μήπως σε έναν φλογερό πατριώτη, ιδεαλιστή και οραματιστή της ελευθερίας του Γένους;
Ποτέ άλλοτε στην ιστορία δεν έμεινε γνωστό κάποιο πρόσωπο που προσπάθησε να μετουσιώσει στην πράξη το πάθος του για την ελευθερία, με ένα κακόηχο προσωνύμιο που του αποδόθηκε από τους ορκισμένους εχθρούς του, όχι όμως μόνον από Οθωμανούς, αλλά και από Χριστιανούς, ιερείς και μοναχούς που στάθηκαν απέναντί του.
Γιατί πολλοί όταν ακούν ακόμη και σήμερα για τον Διονύσιο τον Φιλόσοφο σηκώνουν με απορία τους ώμους τους, ενώ γνωρίζουν, έχουν περισσότερο ακουστά τον Διονύσιο τον Σκυλόσοφο;
Λες και πρόκειται για διαφορετικό πρόσωπο. Ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος, είναι μία εμβληματική μορφή του έθνους και της χριστιανοσύνης, αλλά αντιμετωπίστηκε για αιώνες ως μίασμα.
Η πορεία του Διονύσιου
Συμπληρώνονται φέτος, 414 χρόνια από τον Σεπτέμβριο του 1611 και την εξέγερση που ξεκίνησε από τη Μονή Διχουνίου, από ετούτον εδώ τον τόπο, τα άγια χώματα του οποίου πατούμε εμείς σήμερα. Μία εξέγερση, που ακόμη και σήμερα φαντάζει ως ένα απονενοημένο διάβημα για τον εμπνευστή του, αλλά και όσους συμμετείχαν. Δεν είμαι ιστορικός, αλλά για τον Διονύσιο και για την προσφορά του στο Γένος, το Έθνος, την Ορθοδοξία και την πατρίδα έχουν μιλήσει και έχουν γράψει πάρα πολλοί άλλοι, διακεκριμένοι επιστήμονες, ιστορικοί ερευνητές που αναζήτησαν και έφεραν στο φως, μαρτυρίες σημαντικές για την τεράστια προσφορά του. Οι πηγές αυτές άλλωστε αποτελούν τον βασικό και πλήρη οδηγό και για τη δική μου ομιλία, που θα προσπαθήσω να είναι σύντομη και συνεκτική, με έμφαση στην προσωπικότητα του Διονύσιου, αλλά και στο χρέος μας στο σήμερα, απέναντί του, μπροστά στην προσφορά του.
Η γέννηση του Διονύσιου μεταξύ 1540 και 1542, πιθανότατα το 1541 είναι γνωστή με μικρή απόκλιση ως προς τη χρονολογία, όχι όμως και ξεκάθαρη για τον τόπο γέννησης ή για την καταγωγή του. Το πιθανότερο είναι πως γεννήθηκε σε ένα χωριό κοντά στην Παραμυθιά, απόγονος μίας εύπορης οικογένειας, όμως υπάρχει και η άποψη πολλών ερευνητών πως η καταγωγή του ήταν από τα Τρίκαλα, την Καρδίτσα ή από την Αβδέλλα Γρεβενών. Το βέβαιο όμως είναι πως εκάρη μοναχός στο Μοναστήρι του Αγίου Δημητρίου Διχούνης, αποκτώντας το καλογερικό όνομα Διονύσιος.
Ιστορικά, η Μονή Διχούνης ήταν τότε σε μεγάλη ακμή με την περιουσία της να είναι τεράστια για την εποχή και την επιρροή της ακόμη μεγαλύτερη. Στη Μονή φέρεται πως διδάχθηκε αρκετά καθότι σε αυτήν λειτουργούσε Σχολείο Κοινών Γραμμάτων.
Εκείνο που εντυπωσιάζει όμως είναι οι μετέπειτα σπουδές του, καθώς ο Διονύσιος πήγε στην Ιταλία σε ηλικία 30 ετών περίπου και βρέθηκε στη Βενετία και στην Πάδοβα, όπου σπούδασε Θεολογία, Φιλολογία, Ιατρική, Φιλοσοφία και Φυσικές Επιστήμες, ένας κανονικός πανεπιστήμονας.
Συνέχισε όμως τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη όπου μετέβη μετά και όπου εκεί γνώρισε τον Πατριάρχη Ιερεμία τον Β’ που τον προσέλαβε ως στενό του συνεργάτη, ξεκινώντας έτσι την πορεία του στο Πατριαρχείο. Από ιεροδιάκονος προήχθη σε Μέγα Αρχιδιάκονο, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, τοποτηρητής για μικρό διάστημα στο Πατριαρχείο, Μέγας Πρωτοσύγκελος, Έξαρχος της Εκκλησίας στη Θεσσαλία, την Ήπειρο και την Πελοπόννησο.
Το 1593 εκλέγεται Μητροπολίτης Λαρίσης, όμως επειδή ο χριστιανικός πληθυσμός ήταν μικρός – 693 οικογένειες Οθωμανών και μόλις 75 οικογένειες Χριστιανών – μετέφερε την έδρα στα Τρίκαλα όπου ζούσαν 345 οικογένειες Χριστιανών.
Αφού σημειώθηκαν τα προηγούμενα χρόνια κάποιες σποραδικές ήττες των Οθωμανών, με σημαντικότερη αυτή στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571, άρχισε να δημιουργείται η ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και να απελευθερωθεί το υπόδουλο Γένος, κάτι όμως που ήταν πολύ μακρινό.
Το 1600 και αφού είχε εξασφαλίσει οικονομική και στρατιωτική βοήθεια από τους ηγέτες της Χριστιανικής Δύσης, κυρίως από τους Ισπανούς, προετοιμάστηκε μία εξέγερση που όμως καταπνίγηκε στο αίμα, γιατί ο ενθουσιασμός από τη μία των επαναστατών και η καθυστέρηση, η αδυναμία ή και η προδοσία των Ισπανών που δεν έφτασαν ποτέ, οδήγησαν στο τραγικό αποτέλεσμα.
Ο Διονύσιος καταφεύγει στη Νεάπολη της Ιταλίας, με το Πατριαρχείο να τον έχει κηρύξει ήδη έκπτωτο από τη Μητρόπολη. Τα επόμενα χρόνια προσπάθησε με τους Ευρωπαίους ηγεμόνες αλλά και τον Πάπα να πείσει για την αναγκαιότητα της εξέγερσης στην Ελλάδα, τον βοήθησαν κάποιοι, του υποσχέθηκαν κάποιοι άλλοι πολλά περισσότερα, σημειώθηκαν κάποια σποραδικά κινήματα όπως το 1604 στη Χόϊκα Θεσπρωτίας, όμως τίποτε δεν άλλαξε.
Είχε επιστρέψει στη Μονή Διχουνίου το 1603 για την προετοιμασία της εξέγερσης, αλλάζοντας μάλιστα το όνομά του, για να μην κινήσει υποψίες στους Τούρκους, όμως μετά την αποτυχία έφυγε ξανά στο εξωτερικό.
Το 1609 επιστρέφει οριστικά στο Διχούνι σε μία περίοδο έντονων προβλημάτων για την Οθωμανική Αυτοκρατορία που λόγω πολλών εξεγέρσεων σε άλλες περιοχές, είχε διατηρήσει μία μικρή φρουρά στα Γιάννενα.
Αφού έλαβε νέες διαβεβαιώσεις για βοήθεια από την Ισπανία και τον Πάπα, ξεκίνησε την προετοιμασία της εξέγερσης. Περιόδευε στα χωριά της περιοχής, μεταμφιεσμένος πότε σαν καλόγερος, πότε σαν τσοπάνος, άλλοτε σαν γιατρός και ξεσήκωνε τους χριστιανικούς πληθυσμούς.
Είχε στο πλευρό του ως υποστηρικτή, τον Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως Ματθαίο, είχε όμως και φανατικούς πολέμιους, μεταξύ των οποίων ο ιερομόναχος Μάξιμος ο Πελοποννήσιος που εκπροσωπούσε τους συντηρητικούς άρχοντες του Κάστρου των Ιωαννίνων που είχαν εξασφαλίσει σημαντικά προνόμια με τον «Ορισμό του Σινάν πασά» και δεν έβλεπαν με καλό μάτι την προοπτική της εξέγερσης, για ευνόητους λόγους.
Στις αρχές Σεπτεμβρίου ο Διονύσιος κήρυξε την επανάσταση, έχοντας στο πλευρό του περίπου 800 αγωνιστές, βοσκοί και γεωργοί στη συντριπτική τους πλειονότητα από τη Ντουσκάρα, τα χωριά του Φαναρίου, την Παραμυθιά και το Σούλι οπλισμένοι με αρχέγονο οπλισμό, γιαταγάνια, ακόντια, τόξα, ρόπαλα και ελάχιστα αρκεβούζια.
Οι πρώτες επιθέσεις έγιναν στις τουρκικές φρουρές στην σημερινή Γρανίτσα και στο Ζαραβούτσι, το σημερινό Άγιο Νικόλαο για να ακολουθήσει η πορεία προς τα Γιάννενα. Ο αιφνιδιασμός πέτυχε, όμως δεν ήταν αρκετός. Φτάνοντας στα τείχη του Κάστρου και ενώ περίμεναν να υπάρχει ξεσηκωμός και εντός των τειχών, αυτό δεν έγινε, αφού οι Χριστιανοί Καστρινοί επέλεξαν να διατηρήσουν τα προνόμιά τους αντί να λάβουν μέρος σε μία αμφισβητούμενη ως προς την κατάληξή της, εξέγερση. Το πρωί της επόμενης ημέρας ο Τουρκικός στρατός αναθάρρησε μαζί με τους Χριστιανούς σπαχήδες και η εξέγερση καταπνίγηκε στο αίμα.
Τρεις ημέρες μετά ο Διονύσιος που είχε βρει καταφύγιο στη σπηλιά του Αγίου Ιωάννη του Πρόδρομου στο παραλίμνιο σήμερα των Ιωαννίνων συνελήφθη και τότε ξεκίνησε το μαρτύριό του.
Αντίποινα
Τα αντίποινα ήταν τρομερά.
Ακολούθησε η καταστροφή του Μοναστηριού, η δέσμευση της περιουσίας του, ο χαλασμός, οι θάνατοι Χριστιανών, τα σκλαβοπάζαρα για όσους έμειναν ζωντανοί. Ο Οσμάν πασάς πήγε ο ίδιος και στην Παραμυθιά όπου ακολούθησαν σκηνές φρίκης, σε βάρος των Χριστιανών, χωρίς διαχωρισμούς. Οι Χριστιανοί του Κάστρου των Ιωαννίνων εκδιώχθηκαν και έχασαν όλα τα προνόμια που είχαν εξασφαλίσει, με τους Οθωμανούς που ζούσαν έξω από το Κάστρο να μεταφέρονται στις οικίες τους. Το πλήγμα ήταν βαρύτατο, η πληγή ανεπανόρθωτη.
Κατά τη διάρκεια των γεγονότων που ακολούθησαν, ο Μάξιμος έγραψε τον «Στηλιτευτικό» του λόγο κατά του Διονύσιου, στον οποίο κατέκρινε την επανάσταση, καθυβρίζοντας τον Διονύσιο αποκαλώντας τον μεταξύ άλλων, απατεώνα, νέο διάβολο, Δαιμονύσιον κ.α. Πιθανότατα τότε διατυπώθηκε για πρώτη φορά και το προσωνύμιο «Σκυλόσοφος» αντί του Φιλοσόφου, γιατί τα δεινά που ακολούθησαν ήταν τρομερά για τους Χριστιανούς που αναθεμάτιζαν κι οι ίδιοι τον Διονύσιο ως υπαίτιο των δεινών αυτών.
Η ανεκτίμητη προσφορά
Μπορεί όμως κάποιος με ευκολία, λόγω των συνεπειών της αποτυχίας δηλαδή της εξέγερσης να καταλήξει στο συμπέρασμα πως όλα ήταν λάθος; Πως όλα όσα έγιναν υπήρξαν μάταια; Χωρίς τη βάσανο της σκέψης, η απάντηση είναι πως ναι. Αποτυχημένα κινήματα, πολλοί νεκροί, τεράστια αντίποινα, δυσανάλογα ίσως των πραγματικών αποτελεσμάτων των εξεγέρσεων.
Μάταια λοιπόν; Όχι, ευτυχώς! Η ιστορική έρευνα αναζήτησε, έφερε στην επιφάνεια και απέδειξε τη σπουδαιότητα του κινήματος του Διονύσιου, και των μικρών εκείνων εξεγέρσεων που προηγήθηκαν αυτής του 1611 που αναμφίβολα υπήρξε η κορυφαία ανάληψη δράσης εκ μέρους του.
Η αποτυχία του κινήματος του Διονύσιου θα λέγαμε σήμερα πως υπήρξε προδιαγεγραμμένη γιατί δε μπορούσε να έχει τη βοήθεια της τότε αστικής τάξης, των Χριστιανών πλουσίων που κατάλαβαν ότι δεν υπήρχε ουσιαστική στήριξη πίσω από τον Διονύσιο. Η μεγαλοαστική τάξη είχε εσωτερική πληροφόρηση για το ότι δεν πρόκειται να έρθει η βοήθεια από το εξωτερικό. Η δε λαϊκή τάξη, ήταν παντελώς απληροφόρητη. Αγράμματοι οι περισσότεροι, γεωργοί, κτηνοτρόφοι, που συντάχθηκαν στο πλευρό του Διονύσιου προσβλέποντας σε μία καλύτερη ημέρα για αυτούς, την καθημερινότητά τους, το μέλλον τους, έχοντας όμως και στο μυαλό τους τουλάχιστον ορισμένοι εξ αυτών, τη σωτηρία του Γένους και της χριστιανικής πίστης.
Ιδεαλιστής; Οραματιστής; Ρομαντικός εθνεγέρτης ή μήπως ένας εθνικόφρων τρελός που δεν είχε συνυπολογίσει σωστά τις δυνάμεις του και τις πιθανότητες που είχε το εγχείρημά του;
Τι ήταν τελικά ο Διονύσιος; Η ιστορία, σταδιακά, τον αποκατέστησε καθώς αποσαφηνίστηκε ότι το προσωνύμιο του «Σκυλόσοφου» δεν του αποδόθηκε καλοπροαίρετα, αλλά λόγω όσων σημειώθηκαν στην πορεία των ετών μετά τις εξεγέρσεις και κυρίως από εκείνους που δεν τον είδαν ποτέ με καλή διάθεση.
Κανείς δεν αμφισβητεί πως οι μικρές αυτές, τοπικού χαρακτήρα επαναστάσεις, ενίσχυσαν το πατριωτικό φρόνημα, διατήρησαν και ενίσχυσαν τη Χριστιανική πίστη των ομοθρήσκων και αποτέλεσαν το προοίμιο όσων θα ακολουθούσαν. Μα θα πει κάποιος, τι σχέση έχει η επανάσταση του 1611 με την επανάσταση του 1821, 200 χρόνια μετά;
Κι όμως, έδωσαν θάρρος και ελπίδα στον καταπιεσμένο, υπόδουλο λαό. Ενίσχυσαν την πίστη πως όταν υπάρχουν, ενότητα, κοινά ιδανικά και κοινές επιδιώξεις, όλα είναι εφικτά.
Μη ξεχνάμε, ότι ειδικά στα Γιάννενα, λίγες δεκαετίες μετά την εξέγερση αρχίζει μία μεγάλη πνευματική άνθηση.
Ο πατριωτισμός που μεταδόθηκε τότε, υπήρξε μία από τις αιτίες της άνθησης αυτής.
Υπήρξε ένας φλογερός πατριώτης, ένας ευπατρίδης ιεράρχης, ένας καλός ποιμένας, ένας μορφωμένος και εμβριθής αγωνιστής που ταξίδεψε στη Δύση αποκτώντας τις γνώσεις και τα εφόδια, αλλά και τις επαφές με ηγέτες και ηγεμόνες που διεύρυναν τους δικούς του ορίζοντες προς όφελος του υπόδουλου Γένους και της προοπτικής απελευθέρωσής του.
Ένας προάγγελος του Παπαφλέσσα ή του Παλαιών Πατρών Γερμανού σε πολύ δυσκολότερες όμως συνθήκες και καταστάσεις.

Χρειαζόμαστε σήμερα Διονύσιους; Πάντα χρειάζονται, αλλά ξέρετε κάτι; Πάντα υπήρχαν και πάντα όποτε θα προκύπτει ανάγκη, θα υπάρχουν. Ακούω καμιά φορά ανθρώπους της γενιάς μου να επικρίνουν τις νεότερες γενιές για το ότι δε σκέφτονται, δεν έχουν βασικές γνώσεις, πως δεν ξέρουν πράγματα που στη γενιά μας τα θεωρούσαμε αυτονόητα, πως είναι με το κινητό στο χέρι και κολλημένα στις οθόνες και ούτω καθεξής.
Ιστορικά αποδεδειγμένο είναι πως κάθε νέα γενιά είναι διαφορετική και καλύτερη από την προηγούμενη σε βασικές δεξιότητες. Μπορεί και να υστερεί σε κάτι, αλλά τι είναι πιο σημαντικό; Να μη γνωρίζεις καλή Γεωγραφία ή να έχεις μεγαλύτερη ευαισθησία και ενσυναίσθηση για τον διπλανό σου; Κι αν δεν ξέρεις για παράδειγμα που βρίσκεται το Διχούνι ή η Κερασέα εύκολο είναι να το βρεις, με μία αναζήτηση στο κινητό σου.
Η ευαισθησία όμως, η ανθρωπιά, η καλοσύνη, ο σεβασμός, αλλά και ο πατριωτισμός πηγάζουν από μέσα μας, από το παράδειγμα της οικογένειας, προφανώς από την Παιδεία και την κοινωνική μόρφωση που έχει πάρει ο καθένας. Αμφιβάλλει κανείς ότι ετούτη εδώ η νέα γενιά που έρχεται κάθε καλοκαίρι και με κάθε ευκαιρία στο χωριό της, γιατί το θέλει και το επιζητά και όχι αναγκαστικά, δε διακρίνεται από πατριωτισμό;
Το χρέος στον τόπο
Η απόδοση φόρου τιμής στη μνήμη του Διονύσιου αποτελεί ένα ελάχιστο χρέος όλων ημών που ζούμε σε αυτόν τον τόπο ή πολύ περισσότερο, όσων καταγόμαστε από εδώ.
Ως ένας εξ αυτών λοιπόν, ως Ντουσκαριώτης στην καταγωγή από το διπλανό Σενίκο από τον πατέρα μου και από την Κερασέα από την μητέρα μου, είναι διπλή η χαρά μου που ο Πολιτιστικός Σύλλογος Διχουνίου μου έκανε την τεράστια τιμή να μου προτείνει να είμαι εγώ ο κεντρικός ομιλητής της φετινής εκδήλωσης.
Που να το φανταζόμουν βέβαια αυτό, όταν εκεί κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1980 σχεδόν κάθε φορά που ερχόμασταν στο χωριό το Σαββατοκύριακο, σταματούσαμε για να πιούμε νερό στη βρύση πριν το Μοναστήρι ή περνούσαμε από το Μοναστήρι για να πούμε μία καλησπέρα στον γέροντα παπά Γιάννη που στεκόταν ως άγρυπνος φρουρός της διατήρησης της πίστης και της Ορθοδοξίας.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία μου ωστόσο θα μου επιτρέψετε να κάνω μία ακόμη μικρή αναφορά για τούτον εδώ τον όμορφο τόπο, τον μικρό μα μέγα στα δικά μας τουλάχιστον μάτια.
Το ξέρουμε όλοι μας, πως και αξίζουμε και μπορούμε πολλά περισσότερα για τον τόπο μας.
Έχουμε εμείς πρώτοι απ’ όλους ευθύνες, αλλά δεν είναι η ώρα του καταλογισμού, ούτε και χρειάζεται να τις αποδώσουμε.
Κοιτάζοντας λοιπόν μπροστά, δε μπορώ παρά να εκφράσω την χαρά και ικανοποίησή μου για το γεγονός της αναστήλωσης του Μοναστηριού και της εξέλιξης των εργασιών που το έσωσαν από τη φθοροποιό δύναμη του χρόνου. Είμαι βέβαιος ότι θα ακολουθήσει κάτι ανάλογο και για τα κελιά της Μονής και σύντομα εύχομαι να έχουμε και άλλα ευχάριστα νέα και να δούμε ξανά το Μοναστήρι σε λειτουργία.

Δε μπορώ να μην εκφράσω την ευαρέσκειά μου που βλέπω ανθρώπους, συντοπίτες, όπως ο πρόεδρος του Συλλόγου Χρ. Νούσης και ο καλός μου φίλος, ο γιατρός Θεόφιλος Γιουγλής που μαζί με άλλους έβαλαν πλάτη – και όχι μόνο – για το Μοναστήρι, αλλά και για την ανάδειξη της περιοχής. Εδώ, στο Διχούνι, στο Ραδοβίζι, στο Σενίκο, τη Γρανίτσα, το Πολύδωρο, σε όλα τα χωριά υπάρχουν δικοί μας άνθρωποι που μπαίνουν μπροστά για κάτι καλύτερο. Μεταξύ αυτών και πολλοί νέοι που αγαπούν τα χωριά τους, τα χωριά μας. Τους αξίζει και ο έπαινος και η στήριξη.
Μικρά βήματα, μα σημαντικά. Τίποτε δεν είναι όμως αρκετό και ποτέ δε θα είναι γιατί πάντα θέλουμε περισσότερα. Και τα αξίζουμε.
Γι’ αυτό αξίζει και να προσπαθήσουμε.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
από την εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» 13-9-2025












