Θετικά σε αξία κινήθηκε το οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων (καταστήματα τροφίμων άνω των 100 τ.μ., Ηπειρωτική Ελλάδα και Κρήτη, εξαιρούμενων των νησιών) το εννεάμηνο του 2023 (στοιχεία YTD έως 1 Οκτωβρίου 2023).
Με βάση τα πιο ανανεωμένα στοιχεία της αγοράς, που έχει στη διάθεσή της η NielsenIQ, οι πωλήσεις σε αξία αυξήθηκαν 9,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή χρονική περίοδο.
Όσον αφορά πιο συγκεκριμένα στα ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα, αυτά παρουσιάζουν παρόμοια αυξητική τάση, στο +9,5%, με την ανάπτυξη αυτή να είναι καθαρά πληθωριστική, καθώς οι όγκοι πωλήσεων μειώθηκαν οριακά κατά -0,8%, σύμφωνα με την NielsenIQ.
Σε σχέση με τον δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος για την ίδια χρονική περίοδο βρίσκεται στο +3,6%, η αύξηση της μέσης τιμής για τα FMCGs είναι πολλαπλάσια υψηλότερη, στο +10,4%.
Σε ό,τι αφορά τις επιμέρους FMCG υπερκατηγορίες, παρατηρείται ότι στα τρόφιμα & ποτά η αύξηση κατά +10,9% των τιμών επέφερε μια μεγαλύτερη συγκριτικά μείωση στους όγκους, κατά 1,5%, ενώ αντίθετα η πιο μετριοπαθής αύξηση (+4,3%) των τιμών στις κατηγορίες προσωπικής υγιεινής και ομορφιάς συνδυάστηκε με αντίστοιχη αύξηση και των πωλούμενων όγκων κατά +4,5%.
Σε αυτό το έντονα πληθωριστικό περιβάλλον το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας συνεχίζει την αυξητική του πορεία, και από το 24,4%, που ήταν στο τέλος του 2022, έφτασε το 24,8% το εννεάμηνο, με όλο και περισσότερους καταναλωτές να πιστεύουν ότι η ποιότητα των προϊόντων αυτών είναι βελτιούμενη ή και εξίσου καλή με τα επώνυμα (branded) προϊόντα.
Την ίδια στιγμή, κατασκευαστές και λιανέμποροι προσπαθούν να γίνουν ακόμη πιο ανταγωνιστικοί, εντείνοντας περαιτέρω την προωθητική τους ένταση, από 67,9% που ήταν στο τέλος της περασμένης χρονιάς, στο 69,1%.
Η αγοραστική συμπεριφορά των Ελλήνων φαίνεται να επηρεάζεται σημαντικά από αυτή την έντονη προωθητική δραστηριότητα, καθώς 1 στους 2 δηλώνει ότι ενδέχεται να αλλάξει την επιλογή του όχι μόνο σε επίπεδο προϊόντος, αλλά ακόμη και σε επίπεδο καταστήματος, προκειμένου να πετύχει την καλύτερη αγορά.