Στο πλαίσιο του «Μήνα Ποικιλομορφίας» η Eurostat δημοσίευσε στις 27 Μαΐου, έκθεση για το χάσμα απασχόλησης των φύλων και των ατόμων με αναπηρία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, με περίοδο αναφοράς το 2024, τα άτομα με αναπηρία στην Ε.Ε αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο χάσμα απασχόλησης σε σύγκριση με τις λοιπές ομάδες που εξετάζονται, το οποίο ανέρχεται σε 24 ποσοστιαίες μονάδες.
Στην Ελλάδα, το χάσμα απασχόλησης των ατόμων με αναπηρία (ανεξαρτήτως της σοβαρότητας της αναπηρίας) υπολογίστηκε σε 28.5 μονάδες, που κατατάσσεται στην όγδοη χειρότερη θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ. Το χάσμα απασχόλησης των φύλων στην Ελλάδα είναι το δεύτερο χειρότερο στην ΕΕ και υπολογίζεται σε 18.8 μονάδες.
Ωστόσο οι ανισότητες που αναδεικνύονται εδώ, πρέπει να εξεταστούν λαμβάνοντας υπόψη τη γενική κατάσταση της χώρας στο πεδίο της εργασίας/απασχόλησης, καθώς το γενικό επίπεδο απασχόλησης στην Ελλάδα είναι το δεύτερο χαμηλότερο μεταξύ των χωρών της ΕΕ (το 2024, οριακά χαμηλότερο ποσοστό απασχόλησης εμφανίζει η γειτονική Ιταλία).
Σε αυτό το δυσμενές περιβάλλον, τα άτομα με αναπηρία, συνήθως βρίσκονται όχι μόνο εκτός εργασίας, αλλά κυρίως εκτός του εργατικού δυναμικού της χώρας. Το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας εργατικού δυναμικού, μόνο το 25,3% των ατόμων με αναπηρία ανεξαρτήτως της σοβαρότητας αυτής εντάσσονται στην κατηγορία των ενεργών οικονομικά ατόμων, δεύτερο χειρότερο ποσοστό μετά την περίπτωση της Βουλγαρίας και υποδιπλάσιο του ευρωπαϊκού (56,4%).
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν προγενέστερα ευρήματα του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας, αναδεικνύοντας ότι το πεδίο της εργασίας παραμένει σχεδόν απροσπέλαστο για όλα τα άτομα με αναπηρία, λόγω των θεσμικών και ιδεολογικών εμποδίων καθώς και της μη προσβασιμότητας των εργασιακών περιβαλλόντων.
Ως προς το φύλο, στην ΕΕ το γενικό χάσμα απασχόλησης ανέρχεται σε 10 ποσοστιαίες μονάδες, με ποσοστό απασχόλησης 80,8% για τους άνδρες και 70,8% για τις γυναίκες. Τα στοιχεία αναδεικνύουν ωστόσο τη διπλή ανισότητα που υφίστανται οι γυναίκες με μεταναστευτικό υπόβαθρο, τόσο λόγω φύλου όσο και καταγωγής. Αναλυτικά, το υψηλό χάσμα απασχόλησης ατόμων με αναπηρία ακολουθούν σε φθίνουσα σειρά οι γυναίκες με μεταναστευτικό υπόβαθρο, των οποίων τα επίπεδα απασχόλησης υπολείπονται σε σύγκριση με τους άνδρες με ξένη χώρα καταγωγής 18,1 μονάδες, και σε σύγκριση με τις γυναίκες χωρίς μεταναστευτικό υπόβαθρο υστερούν κατά 15,7 μονάδες.
Παρότι δεν υπάρχουν αξιόπιστα σχετικά δεδομένα, εύλογα συμπεραίνουμε πως τα μικρότερα «στατιστικά μεγέθη», που συνήθως βιώνουν πολλαπλές διακρίσεις, όπως οι γυναίκες μετανάστριες με αναπηρία, αντιμετωπίζουν ακόμα περισσότερο εκτεταμένο εργασιακό και κοινωνικό αποκλεισμό, ειδικότερα σε χώρες όπως η Ελλάδα, που καταγράφει ανησυχητικά φαινόμενα διακρίσεων και στις 3 αυτές κατηγορίες διάκρισης (λόγω αναπηρίας, λόγω φύλου και λόγω εθνικότητας).
Η θέση της Ε.Σ.Α.μεΑ., για την ανάγκη θέσπισης και εφαρμογής ενός Εθνικού Προγράμματος «Εγγύηση για την απασχόληση και τις δεξιότητες των ατόμων με αναπηρία, χρόνιες ή/και χρόνιες παθήσεις», το οποίο να στοχεύει στην αύξηση της συμμετοχής των ατόμων με αναπηρία, χρόνιες ή/και σπάνιες παθήσεις στο εργατικό δυναμικό της χώρας, μέσω της άρσης των υφιστάμενων θεσμικών εμποδίων και της εφαρμογής θετικών μέτρων δράσης, αποτελεί αδήριτη και άμεση αναγκαιότητα για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αποκλεισμού. Ένα τέτοιο πρόγραμμα χρειάζεται να συνδεθεί με μια νέα επιδοματική πολιτική η οποία να μην στερεί τα αναπηρικά επιδόματα από τους εργαζόμενους με αναπηρία, χρόνιες ή/και σπάνιες παθήσεις, επιδόματα που αποσκοπούν στην κάλυψη του πρόσθετου κόστους διαβίωσης.