Με τις συζητήσεις για τις επόμενες τοπικές εκλογές, δημοτικές και περιφερειακές να έχουν ξεκινήσει από τον χειμώνα και να έχουν ενταθεί το τελευταίο διάστημα, κάνει εντύπωση ότι έχουν ανέβει στη ρητορική κάποιες λέξεις που παλιότερα ήταν πιο πίσω. Δύο κυρίως: η σοβαρότητα και η μετριοπάθεια.
Παλιότερα, ήταν πιο κοινό να ακούς «με ποιον είναι» ο υποψήφιος ή αν «φέρνει ψήφους» από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και πιο παλιά ακόμα ήταν και το γνωστό, «τι κόμμα είναι;». Ισχύουν κι αυτά, αλλά έρχονται και άλλες ιδιότητες στο προσκήνιο.
Η σοβαρότητα του υποψηφίου, συζητιέται περισσότερο στις μέρες μας, γιατί νομίζω ότι μας ταρακούνησαν πολύ τα δύσκολα χρόνια μετά την κρίση. Είδαμε ότι στη δημόσια σφαίρα ακούγονταν πολλά, αλλά γίνονταν λίγα. Και εμφανίζονταν σαν κομήτες πρόσωπα που μετά χάνονταν. Κατανοεί πια η κοινή γνώμη ότι χρειάζεται εκπροσώπους που να ακουμπάει πάνω τους, να είναι εκεί στα δύσκολα.
Ανάλογα γίνεται σημαντική και η ιδιότητα της μετριοπάθειας. Κυρίως γιατί καταλαβαίνουμε ότι σε εποχές μεγάλων ρίσκων και μετεωρισμών, θα απαιτηθούν πολιτικές μέσα από τον διάλογο, τη συναίνεση και την επικοινωνία. Κι αυτό χρειάζεται λιγότερη οξύτητα ή «τοξικότητα» όπως λέμε στις μέρες μας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει οι πολιτικοί μας να έχουν και ισχυρή πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα και να διαφοροποιούνται ως προς το σχέδιό τους. Το αντίθετο.
Αν και τελικά το πρόβλημα με τις τοπικές εκλογές είναι ότι πολλοί από όσους θα άξιζε να βρεθούν στο δημαρχείο ή την Περιφέρεια, επιλέγουν να μην είναι υποψήφιοι, φοβούμενοι τη λασπολογία, τη συκοφάντηση, και την επιθετικότητα του δημόσιου χώρου, στοιχεία που διατηρούνται παντός καιρού και οξύνονται σε περιόδους κρίσης. Ας το δουν κι αυτό, όσοι αναλάβουν επικεφαλής παρατάξεων τώρα που έχουν ξεκινήσει τις επαφές για τη στελέχωση των ψηφοδελτίων.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ