Τις τελευταίες ημέρες μοιάζει να περάσαμε σε μία νέα φάση. Για όσους θυμούνται, αν δεν έχουν απωθήσει τις μνήμες, μοιάζει με τα πρώτα χρόνια της κρίσης, όταν κάθε μέρα, κάθε ώρα σχεδόν, μαθαίναμε, ακούγαμε, νιώθαμε ότι όλα αλλάζουν και τίποτα δεν είναι σταθερό. Κι όλα οδηγούσαν σε χειρότερες μέρες.
Η κρίση στα ελληνοτουρκικά σύνορα, έχει πραγματικά χαρακτηριστικά. Υπάρχει ένα υλικό βάρος, που είναι οι πολλές χιλιάδες πρόσφυγες που επιχειρούν να περάσουν στην Ευρώπη διά των ελληνικών συνόρων. Το κράτος της Τουρκίας έχει όλη την ευθύνη όχι γιατί το λένε άλλοι, αλλά γιατί το ισχυρίζεται το ίδιο διά στόματος του αρχηγού του. Πρωτοφανής κατάσταση. Η απάντηση της Ελλάδας ήταν άμεση και αποφεύχθηκε σε μεγάλο βαθμό η αλλαγή δεδομένων, με την κινητοποίηση του στρατού και της Αστυνομίας. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε από μόνη της να διατηρεί στα ύψη την ένταση, αν δεν υπήρξαν κι άλλες εξελίξεις, όμως.
Η κυριότερη είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση συνέδεσε ευθέως την τουρκική επιθετικότητα με τη διαχείριση του προσφυγικού. Ως και χτες ακόμα, άλλαζε συνέχεια το νομικό καθεστώς των προσφύγων στην Ελλάδα σε κατευθύνσεις που μέχρι και σήμερα δεν ξέρουμε πού οδηγούν. Για παράδειγμα, η μείωση των πλεονεκτημάτων του έχοντος ασύλου στο διάστημα του ενός μηνός, δεν συμπληρώνεται και από πρόβλεψη για το τι θα κάνουν αυτοί οι πληθυσμοί.
Στο μεταξύ, η ένταση της ρητορικής που χρησιμοποιήθηκε ακόμα και επίσημα χείλη στον ανώτατο βαθμό περί «εισβολής» και «πολέμου» άνοιξε το δρόμο και για μία αύξηση και της αντιπροσφυγικής ρητορικής. Από τη μία η όξυνση του λόγου κατά προσφύγων και από την άλλη μία έκρηξη πρακτικών όπως η επιθετικότητα ιδιωτών κατά προσφύγων, δημοσιογράφων και μελών ανθρωπιστικών οργανώσεων, δείχνει ότι αναπτύσσεται μία παράλληλη δυναμική στην οποία κυριαρχεί εφ’ όλης της ύλης η ακροδεξιά.
Ακόμα πιο σημαντικό όμως είναι ότι η ΕΕ δεν στέκεται αλληλέγγυα στην Ελλάδα παρά μόνο στο βαθμό που οριοθετεί τη ζώνη φύλαξης και τίποτα παραπάνω. Η πολυδιαφημισμένη επίσκεψη των επικεφαλής της κατέληξε σε βοήθεια 700 εκατ. ευρώ ενώ κανένα μήνυμα δεν στάλθηκε προς την Άγκυρα. Η δε ελληνική κυβέρνηση, η ίδια ακριβώς που μιλάει για «πόλεμο», δεν ξεσηκώνει τον κόσμο ούτε καν για μία Σύνοδο Κορυφής.
Αυτά σημαίνουν ότι δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες θα μείνουν στην Ελλάδα, σε αυτούς θα προστίθενται και όσοι έρχονται και η κατάσταση θα παγιωθεί την ώρα που στην κοινωνία έχουν εισβάλλει ακροδεξιές αντιλήψεις και μία αίσθηση μη κανονικότητας. Πρόκειται για ένα αδιέξοδο εντελώς ανεξάρτητο από τα γεγονότα στον Έβρο ή καλύτερα, ενώ δεν έχει λυθεί κανένα πρόβλημα ούτε στη Συρία ούτε σε κανένα μέτωπο στην Ασία, πώς περιμένει άραγε η Ελλάδα και η Ευρώπη ότι θα λυθούν και τα θέματα με τους πρόσφυγες;
Τέλος, ακόμα κι αν αύριο το πρωί λύναμε όλα τα προβλήματα και είχαμε και θετικές διεξόδους στα γεωπολιτικά ζητήματα που μας επηρεάζουν, η ελληνική κοινωνία θα μπορούσε να πει, να ισχυριστεί ότι ανοίγεται ένας καλύτερος δρόμος μπροστά της; Μήπως ο ιός της άρνησης, του φόβου, της μισαλλοδοξίας και του ρατσισμού που καιροφυλακτεί και αναπτύσσεται ραγδαία, έχει ήδη υπονομεύσει τις προοπτικές της; Και για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα από ένα άλλο επίπεδο μη κανονικότητας που προκαλεί ήδη τα ρατσιστικά αντανακλαστικά: Μια κοινωνία που ανέχεται να μιλάνε προσβλητικά ακόμα και για μία γυναίκα που κόλλησε μια ίωση σε ένα ταξίδι στην Ιταλία, πόσες ελπίδες έχει να ευημερήσει αύριο μεθαύριο και να διάγει έναν ευτυχισμένο κοινό βίο;