Χορεύουμε στον ρυθμό του κορωνοϊού, δεν τίθεται θέμα. Και πλέον δεν είναι μόνο η ασθένεια που μας τρομάζει ή έστω μας προβληματίζει, αλλά και οι επιπτώσεις στην οικονομική και κοινωνική ζωή.
Και είναι μία αντίφαση αυτό που συμβαίνει. Από τη μία, ζητάμε όλοι μας να ληφθούν προληπτικά μέτρα υγείας ώστε να περιοριστεί η μετάδοση του ιού, από την άλλη είναι φανερό πια ότι η λήψη μέτρων δημιουργεί περιορισμούς στην καθημερινότητα με μεγάλες επιπτώσεις στην οικονομία. Κι αν προσθέσουμε και την αρνητική ψυχολογία που αναπτύσσεται, η κατάσταση γίνεται πιο προβληματική.
Για να κατανοήσουμε τις εξελίξεις, αρκεί να δούμε το παράδειγμα ενός ελεύθερου επαγγελματία που φοβάται μην νοσήσει και καλεί το κράτος «να κλείσει τα πάντα», αλλά αρχίζει να καταλαβαίνει ότι αν κλείσουν τα πάντα μπορεί να μην έχει και έσοδα στο τέλος του μήνα. Και πλέον δεν ζούμε σε εποχές ευημερίας που έδινες και μία επιδότηση σε έναν κλάδο. Στις μέρες μας, τα πάντα είναι μετρημένα και όλα είναι και μοιάζουν πολύ δύσκολα.
Η μεγάλη προσπάθεια που κάνει το υπουργείο Υγείας και οι ειδικοί, είναι να μειώσουν τη δυναμική επέκτασης της νόσου, να περιορίσουν το εύρος της διάδοσης και να αναχαιτίσουν την μετάδοσή της. Με αυτόν τον τρόπο κερδίζουμε χρόνο ώστε να αντέχει το σύστημα υγείας τις πιέσεις που δέχεται και παράλληλα να μειωθούν και οι επιπτώσεις στις ευπαθείς ομάδες.
Αυτή η τακτική της επιβράδυνσης, αν και διατυπώνεται και εξηγείται με σαφήνεια, δεν γίνεται τελικά εύκολα αντιληπτή από το ευρύ κοινό. Αντίθετα, ο λεγόμενος μέσος πολίτης ζητάει επιτακτικά να λυθούν όλα άμεσα, από τους «ειδικούς» και το «κράτος», χωρίς ο ίδιος να κοπιάσει. Πρόκειται για ένα διαφορετικό επίπεδο λαϊκισμού με τον πολίτη να αποδέχεται μεν το πλαίσιο μέσα στο οποίο ζει, αλλά χωρίς ο ίδιος να αναλαμβάνει και μέρος της ευθύνης ή των βαρών που συνοδεύουν αυτό το πλαίσιο λειτουργίας της κοινωνίας.
Με αυτόν τον τρόπο όμως, υπάρχει ο κίνδυνος να λυθεί το πρόβλημα με την επιδημία, να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις, αλλά ο πολίτης να παραμείνει παθητικός και βυθισμένος στην αδράνεια. Κι αυτό είναι ίσως μία ακόμα χειρότερη επίπτωση.