Είναι ο τρόπος που γίνεται η δημόσια συζήτηση ή τα δύσκολα θέματα και οι προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, που εμποδίζουν τον γόνιμο διάλογο και την ανταλλαγή απόψεων σε έναν ωφέλιμο για όλους πλαίσιο;
Το ερώτημα αν και ακούγεται κάπως αφελές, επανέρχεται συχνά στο προσκήνιο. Και τις περισσότερες φορές οι περισσότεροι από εμάς αντιδρούμε στις συνθήκες μέσα στις οποίες καλούμαστε να γίνει η συζήτηση και λιγότερο στο περιεχόμενο.
Ίσως βέβαια, να είμαστε και περισσότερο σίγουροι για τις απόψεις μας ώστε να μην μας φοβίζει ο διάλογος. Αν και δύσκολα γίνεται διάλογος όταν όλοι είναι σίγουροι για τις απόψεις τους. Ο ελληνικός τρόπος πάντως, είναι όλοι να ξέρουν τα πάντα και η κουβέντα να λήγει μόνο όταν εξαντληθούν από κούραση οι πλευρές που διαφωνούν.
Πέρα από τα αστεία όμως, όντως υπάρχει ένα πρόβλημα στον τρόπο της δημόσιας συζήτησης, όταν κατατίθενται μόνο προσωπικές απόψεις και όχι δεδομένα και στοιχεία.
Μετά είναι και η πόλωση, ο δημοψηφισματικός τρόπος που μας καλεί να πούμε ένα ναι ή ένα όχι και μόνο. Να τελειώνουμε, να ψηφίσουμε, λένε κάποιοι στο τέλος. Συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, το θέμα έχει τεθεί έτσι ώστε να δημιουργεί ακριβώς διλήμματα και να μπορεί να εκμαιεύσει απαντήσεις υπέρ και κατά. Εδώ έχει σημασία ποιος και πότε παίρνει την πρωτοβουλία να θέσει ένα θέμα δημόσια, να ορίσει όπως λέμε την ατζέντα.
Καλύτερα θα ήταν να είχε προηγηθεί σχεδιασμός, διάλογος άνευ όρων, παράθεση στοιχείων δημόσια και στο τέλος συζήτηση με λήψη αποφάσεων. Η έννοια του συμμετοχικού σχεδιασμού ειδικά αν μιλάμε για έργα και αποφάσεις που επηρεάζουν τον τρόπο ζωής μας, είναι ο κατάλληλος τρόπος. Αλλά δεν συνηθίζεται στη χώρα μας. Εδώ όποιος κερδίζει τις εκλογές, ακόμα και με μειοψηφικό ποσοστό, θέλει και νομίζει ότι δικαιούται να επιβάλλει το 100% των θέσεών του στην πλειοψηφία.
Δεν είναι ασήμαντο τέλος, ότι υπάρχει και ένας τύπος εθισμού στον διάλογο που μοιάζει με την αντιπαράθεση στα social media. Βλέπεις ότι υπάρχει κόσμος που λειτουργεί σαν προφίλ, εκφράζεται με τυποποιημένες φράσεις, ωθεί στη σκληρότητα, αυτό που λέμε «τοξικότητα», θέλει μόνο να καταγραφεί και στη συνέχεια αποχωρεί.
Αν λάβουμε υπόψη μας και τα δύο χρόνια απουσίας από τον δημόσιο χώρο λόγω της πανδημίας, το πρόβλημα του πώς συζητάμε δημόσια, αποκαλύπτεται ως ένα κεντρικό πρόβλημα δημοκρατίας.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ