Το Ταμείο Ανάκαμψης που προωθεί η ΕΕ για την απάντηση στην κρίση ανάπτυξης που δημιουργεί η πανδημία, δεν μπορεί να θεωρηθεί αρνητικό. Αντίθετα, μπορεί σαφώς να προσεγγισθεί θετικά. Κι αυτό όχι μόνο γιατί κινητοποιεί πόρους 750 δισ. ευρώ, ποσό πολύ μεγάλο, παγκόσμιας απήχησης. Αλλά και γιατί είναι πολύ κοντά σε μία συναντίληψη των χωρών της Ευρώπης για κοινή δράση, κοντά στην ιδέα του «ευρωομολόγου» που λέγαμε παλιότερα.
Προφανώς και όλα αυτά θα φανούν στην πράξη και θα κρατήσουμε όλες τις επιφυλάξεις που μπορεί να έχει κάθε λογικός άνθρωπος στους καιρούς που ζούμε. Όμως έχει σημασία το θετικό μήνυμα που δίνεται γιατί η οικονομία είναι ψυχολογία και για τους επενδυτές και για τους καταναλωτές.
Τι είναι πολύ σημαντικό σε αυτή τη φάση; Ο χρόνος. Να μη χαθεί ο χρόνος και βρεθούμε μπροστά σε μαύρες τρύπες στην οικονομία. Γιατί αν καταστραφεί ένα κομμάτι της οικονομίας και της αγοράς αποδείχτηκε ότι πολύ δύσκολα ανασυγκροτείται. Αυτό είναι ένα δίδαγμα από τη μεγάλη κρίση. Κι ο φόβος ότι μπορεί να χαθούν μεγάλα κομμάτια του τουρισμού ή της εστίασης στην Ελλάδα είναι υπαρκτός. Αυτός ο κόσμος, εργαζόμενοι, επαγγελματίες, επιχειρηματίες, δεν θα αντέξουν ως το 2021 για να τρέξει το μεγάλο πρόγραμμα.
Από εκεί και πέρα, παράγονται ήδη και πολιτικά αποτελέσματα. Η κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της τα επόμενα χρόνια 32 δις. επιπλέον πόρους, ποσό πολύ μεγάλο, ικανό για να αναπτύξει το πρόγραμμά της. Κατά συνέπεια οι πρόωρες εκλογές μοιάζουν αχρείαστες. Τι πρέπει να προσέξει η κυβέρνηση; Να μην πέσει στην παγίδα των «ημέτερων» και των «διαμεσολαβητών» που είχαν πέσει παλιότερες κυβερνήσεις όταν κλήθηκαν να διαχειριστούν τα ευρωπαϊκά προγράμματα. Δεν θέλουμε πια απορρόφηση για την απορρόφηση στη διαχείριση των κονδυλίων, Θέλουμε ανοιχτή οικονομία που να προωθεί τις ίσες ευκαιρίες για όλους. Και αυτό είναι το δεύτερο σημείο που θέλει προσοχή: Αν είναι να χάσει πάλι ο κόσμος της εργασίας, όπως στη μεγάλη κρίση, δεν έχει νόημα το ύψος των κονδυλίων. Ανάπτυξη με μισούς μισθούς και τετράωρα δεν θα έρθει ποτέ.