Βράδυ Κυριακής και βγήκαμε να πάμε ως τη Δημοτική Πινακοθήκη για την έκθεση των εικαστικών έργων. Ωραία έξοδος και πλούσια εμπειρία σίγουρα. Αλλά έμοιαζε με όαση. Μέσα στην έκθεση, τα έργα, οι ιστορίες τους, κόσμοι ολόκληροι, έξω όμως από την Πινακοθήκη, σκοτάδι, λίγοι περαστικοί, μία πόλη σε αδράνεια, κλεισμένη στα σπίτια. Έβρεχε κιόλας και τα έκανε όλα πιο μελαγχολικά.
Αυτή ίσως να είναι και η παρηγορητική λειτουργία του πολιτισμού και της τέχνης. Σε σώζει από τον κόσμο της αδράνειας δείχνοντάς σου άλλες διαδρομές. Όμως εδώ παραείναι πια εξαίρεση. Και μπορεί να υπερβάλλω, αλλά είναι σαν έχει κάτσει πάνω από την πόλη, από τις πόλεις μας ένας καλικάτζαρος που βρήκε ευκαιρία και ξώμεινε από τις γιορτές και μας στερεί κάθε κοινωνικότητα, κάθε ευκαιρία για επαφή, για κοινή χαρά.
Δεν είναι απλό αυτό το αποτύπωμα που αφήνει η πανδημία πάνω στις πόλεις μας. Μετά από δύο χρόνια εσώκλειστοι και απομονωμένοι, έχουμε μάθει πια να ζούμε από μακριά, έχουμε ξεχάσει την πόλη ως τον κοινό τόπο. Όλα πια γίνονται υπό το πρίσμα της ανάγκης. Βγαίνουμε έξω γιατί έχουμε δουλειές να κάνουμε. Αλλά αυτό δεν είναι πόλη. Επείγει να βρούμε και τους άλλους εαυτούς της πόλης μας.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ