Αν υπάρχει ένα ορόσημο που θα χαρακτήριζε το «τέλος της μεσαίας τάξης» στην Ελλάδα θα το προσδιορίζαμε τη διετία του 2010-2012. Τότε που με μια σειρά νομοθετημάτων με τις προβλέψεις του μνημονίου ενταφίασαν κάθε προοπτική ατομικής ανέλιξης και ευημερίας, διαλύοντας τους μισθούς, αυξάνοντας τη φορολόγηση και κόβοντας το όνειρο μίας αέναης περιόδου ανόδου και προσωπικής ευτυχίας.
Πιο πρακτικά, «τέλος» ήταν η κατάργηση των δύο μισθών στον δημόσιο τομέα, η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων και η υποβάθμιση στον κατώτατο μισθό στον ιδιωτικό τομέα, η παγίωση του ΕΝΦΙΑ, η υποβάθμιση του κρατικού ασφαλιστικού συστήματος και η διασφάλιση διά της φορολογίας των κρατικών εσόδων της εγγύησης της αποπληρωμής του χρέους. Αυτό βίωσαν εκατομμύρια εργαζόμενοι και εισοδηματίες στη χώρα μας ως «δημοσιονομική προσαρμογή» και αυτό αναγνώρισαν ως καμπή της ζωής τους. Πολιτικά αυτό ήταν και το πλήγμα που δέχτηκε το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ και άνοιξε τον δρόμο για την διακυβέρνηση της Αριστεράς.
Γιατί έχει σημασία να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε αυτό το «τέλος» της μεσαίας τάξης; Κυρίως για να αναγνωρίσουμε και τις παθογένειες της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου μας, αν θέλουμε κάποτε να βρεθούν και λύσεις, να εντοπίσουμε τα αδιέξοδα που είχαν δημιουργηθεί, το εξής ένα: Δεν μπορεί να υπάρξει συνεχής οικονομική ανάπτυξη χωρίς ισχυρή παραγωγική βάση που να εξασφαλίζει την παραγωγή εθνικού πλούτου με δεδομένη τη συμμετοχή σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο ανταγωνισμού και δεν μπορεί να υπάρχει κοινωνική δικαιοσύνη και ευημερία για όλους, χωρίς δίκαιη ανακατανομή αυτού του πλούτου. Και στη ρίζα αυτής της παραδοχής είναι ότι όποιος εργάζεται πρέπει να αμείβεται ανάλογα ώστε και ατομικά και συλλογικά να προοδεύει.
Αυτό το σημείο είναι λεπτό όμως και δεν χωρά εύκολα λόγια. Πρέπει να ξεκαθαριστεί στο βαθμό του δυνατού, αν υπάρχει προοπτική ευημερίας για όλους μέσα σε αυτό το συγκεκριμένο οικονομικό πλαίσιο που κινείται η χώρα μας.
Εξασφαλίζεται η προοπτική μιας μακράς περιόδου ευτυχίας- μιας αγαπημένης λέξης στο κυρίαρχο σύστημα σήμερα- για όλους όσοι επιθυμούν να εργαστούν και να συμμετέχουν στο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας; Αν το πιστεύουν αυτό οι ιθύνοντες, οι κυβερνώντες στην Ελλάδα και όλη την Ευρώπη, τότε οφείλουν να το διασφαλίσουν κιόλας. Κάτι που δεν γίνεται όμως και όλο και περισσότεροι πολίτες και εργαζόμενοι κυρίως αρχίζουν να πιστεύουν ότι υπάρχει δομικό πρόβλημα στο οικονομικό και πολιτικό μοντέλο και στην Ελλάδα και στην ΕΕ. Και δεν φτάνουν πια οι δικαιολογίες ή η επίκληση υπαρκτών εμποδίων όπως είναι οι πόλεμοι ή τα παιχνίδια με τις ανατιμήσεις των πρώτων υλών για να δικαιολογηθούν οι καθυστερήσεις, οι ανισότητες, η νέα φτώχεια, οι χαμηλοί μισθοί κλπ.
Ακόμα κι αν «έφταιγαν» οι Έλληνες που «δεν δούλευαν» και ήρθε η κρίση όπως ήθελε ένας ευρωπαϊκός μύθος, πέρασαν πάνω από 10 χρόνια και κάτι έπρεπε να είχε αλλάξει ριζικά. Πόσο μάλλον που οι Έλληνες δούλευαν και δουλεύουν πάρα πολύ, πολύ περισσότερο από άλλους Ευρωπαίους ενώ αμείβονται σε έσχατα επίπεδα. Κάποτε θα πρέπει να μιλήσουμε πιο ειλικρινά για το τι συμβαίνει με την ευτυχία σε αυτόν τον τόπο.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ