Η φωτιά που σβήνει, σπίθες χαμένες, η θράκα που σιγοκαίει, το φως που χάνεται, η θερμότητα ενός παρηγορητικού τέλους που ποιος ξέρει, μπορεί να ξαναγεννήσει την αρχή. Στη «γωνιά» μιας πυράς που θεριεύει σαν κύμα, μια στιγμή είναι η ζωή, αιώνια η ύπαρξη, όλα τα ηχηρά της εξουσίας, όλα όσα αφήνουν το ίχνος της νίκης μας πάνω στη γη, θα σβήσουν μέσα στη στάχτη.
Λίγο πριν από το τέλος, ή ίσως και στην αρχή της έκθεσης «Ύλης μνήμη» του ζωγράφου Χρήστου Μποκόρου στο Μουσείο των Αιγών, το βλέμμα μου πάνω στον πίνακα με το ελάχιστο φως, δεν ανησύχησε αυτή τη φορά, ούτε φοβήθηκε μπροστά στη ματαιότητα του χρόνου που φεύγει. Ένα δικό μου ίχνος θαλπωρής ξύπνησε μέσα μου το παιδί που ήμουν σε έναν μαγικό κόσμο που αγκάλιαζε ακόμα τα όνειρα και έδινε μικρά χάδια, εφόδια για τον δρόμο της μύησης στην ενηλικίωση.
Η σκληρότητα των καιρών μας- αλλά και πότε δεν ήταν σκληροί οι καιροί για τους ανθρώπους που δεν τους θήλασαν οι αιώνιοι κληρονόμοι της ισχύος και του ασεβούς πλούτου- μας κάνει να βλέπουμε μόνο τη φθορά και την πτώση. Και χρειάζεται να πετάξεις πολλή σκόνη από πάνω σου, από αυτήν που αφήνει ο συμβιβασμός και η ματαίωση στις πλάτες σου, για να διατηρήσεις την αισιοδοξία ότι καμιά δύναμη δεν μπορεί να σου απαγορεύσει να ξεκλειδώσεις ξανά το φως. Κλειδωμένο είναι μόνο για τους ασεβείς που πίστεψαν στο αθάνατο της νίκης τους.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ