Το σημαντικότερο κέρδος που είχε το ΠΑΣΟΚ με τις προεδρικές εκλογές της Κυριακής ήταν ότι έστειλε το μήνυμα ότι αποτελεί ένα υπολογίσιμο κόμμα. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία σε αυτή τη συγκυρία γιατί στον χώρο που ανταγωνίζεται, στον ευρύτερο προοδευτικό χώρο της αντιπολίτευσης υπάρχει πλέον μία αριστερά που δείχνει σημάδια υποχώρησης αν όχι αποσάρθρωσης.
Το γεγονός όμως ότι το ΠΑΣΟΚ δεν αύξησε τη δυναμική του παρά μόνο σε ένα 11%, δείχνει ότι έχει όρια που δεν μπορεί να τα ξεπεράσει ενώ δεν μπορεί να κινηθεί και σε βαθύτερα κοινωνικά στρώματα που θα ήθελαν μία αριστερή, εναλλακτική διέξοδο στην κυβερνητική πολιτική. Κατά βάση ψήφισε την Κυριακή ο κόσμος που ήθελε το ΠΑΣΟΚ.
Ο κόσμος τώρα πιο ευρύτερα που είχε στραφεί προς τον ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015- 2023 μοιάζει να αρχίζει να βλέπει πια προς τη μεριά του ΠΑΣΟΚ, ανεξαρτήτως της συμμετοχής ή όχι στις εσωκομματικές εκλογές της Κίνησης. Κάτι κινείται.
Ως προς το αποτέλεσμα τώρα, ο Νίκος Ανδρουλάκης τιμήθηκε με την πρωτιά για την προσπάθεια να κάνει κόμμα ξανά το ΠΑΣΟΚ μετά την πολιτική ήττα ειδικά της περιόδου 2012-2015 ενώ ο Χάρης Δούκας εκπροσωπεί την τάση για αλλαγή. Αν οι εσωκομματικές εκλογές, άλλωστε δεν επιδίωκαν τη δυνατότητα της αλλαγής δεν θα είχαν νόημα. Το πώς θα γίνει η επιλογή μεταξύ των δύο την ερχόμενη Κυριακή, είναι πια ένα νέο ζητούμενο και σίγουρα θα υπάρξουν μεταβολές. Άλλωστε οι δύο επόμενοι υποψήφιοι, ο Π. Γερουλάνος και η Άννα Διαμαντοπούλου είχαν μεγάλα ποσοστά και δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητοι την επόμενη ημέρα. Σίγουρα θα παίξουν ρόλο οι μηχανισμοί κινητοποίησης αλλά και η διαμόρφωση νέων συνθηκών. Η διαφορετική επιλογή που έκανε η επαρχία (Ανδρουλάκης- Δούκας) από την Αττική (Γερουλάνος- Διαμαντοπούλου) δείχνει ότι υπάρχει ένα θέμα χάσματος μεταξύ της υπαίθρου και του αστικού πληθυσμού, διαφορετικά προτάγματα, ίσως και ταξική διαφοροποίηση. Ο κοινωνικός χώρος δεν ισοπεδώνεται, ούτε ομογενοποιείται τόσο εύκολα όσο κι αν ζούμε σε εποχές απολιτικοποίησης.
Από εκεί και πέρα ο Κ. Μητσοτάκης και η κυβέρνηση δεν μοιάζει να ανησυχούν και τόσο μετά το αποτέλεσμα του πρώτο γύρου. Όσο διατηρούν τους ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς που έχει δημιουργήσει η κυβερνητική πολιτική δύσκολα θα συναντήσουν δυσκολίες στο πολιτικό σκηνικό. Φθίνουν όμως αυτοί οι δεσμοί γιατί η “ευτυχία” που προβάλλει η κυβέρνηση ως όραμα, η ευημερία, γίνεται φανερό όλο και περισσότερο ότι δεν περιλαμβάνει τους πολλούς.
Τέλος ας προσέξουμε ότι ο χώρος της αντιπολιτικής, της αντιεπιστημονικότητας, του “πολέμου κατά των ελίτ” και του λαϊκισμού έχει τη δική του δυναμική και αυτονομία και δεν επηρεάζεται από τις εξελίξεις στα πιο κανονικά κόμματα. Υπάρχει χώρος πολιτικής ανάπτυξης εκεί όπως δείχνει η ευρωπαϊκή εμπειρία.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ