Η άνοδος του πληθωρισμού τον Μάρτιο στη χώρα μας δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη. Σημαίνει ακρίβεια και αυξήσεις και όπως προκύπτει αυτές προέρχονται και από τα είδη διατροφής κάτι που απασχολεί ιδιαίτερα την ελληνική κοινωνία.
Το βασικό πρόβλημα δεν είναι η ακρίβεια, αλλά η αντοχή της στον χρόνο. Πρόκειται για ένα μέγεθος πια, μια συνθήκη που καθορίζει τα οικονομικά των νοικοκυριών, τα δημόσια οικονομικά, την αναδιανομή του πλούτου. Και μόνο η διατήρηση σε υψηλά επίπεδα των επιτοκίων που επηρεάζουν ιδιαίτερα τους οφειλέτες δανείων, ειδικά στεγαστικών που χαρακτηρίζουν τη χώρα μας, είναι ένας δείκτης.
Από την ώρα που το φαινόμενο της ακρίβειας έχει βάθος στο χρόνο, σημαίνει ότι και οι επιπτώσεις θα είναι βαθύτερες και πιο δομικές, μακροπρόθεσμες. Αν η καθημερινότητα κοστίζει, τότε μειώνονται οι προσδοκίες για το μέλλον και τα πάντα γίνονται πιο στενά, πιο σφιχτά. Η οικονομία αλλά και η κοινωνία που δεν βλέπει με μια κάποια χαλαρότητα και ανοιχτότητα το μέλλον, κλείνεται και γίνεται εσωστρεφής. Κι αυτό από μόνο του είναι ανησυχητικό αφού επηρεάζει κρίσιμους δείκτες όπως οι επενδύσεις, το άνοιγμα σε νέες ιδέες ή τα ρίσκα σε καινοτόμους χώρους της επιχειρηματικότητας. Σε στενό διάδρομο οι αγορές περιορίζονται.
Το ζήτημα της αναδιανομής του πλούτου έχει και αυτό σοβαρές κοινωνικές διαστάσεις. Γιατί η ακρίβεια σημαίνει ότι μειώνει τα εισοδήματα και τις αποταμιεύσεις των ανθρώπων που χάνουν τη ρευστότητά τους και δεν αποταμιεύουν και αντίθετα βρίσκονται πιεσμένες από οφειλές. Αυτό είναι συνέπεια του βάθους χρόνου στο οποίο αναπτύσσεται το φαινόμενο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, κερδίζουν όσοι διαθέτουν τους πόρους ώστε να αγοράσουν πιθανά ένα ακίνητο που βγαίνει σε πλειστηριασμό ή να επενδύσουν σε κλάδους που θα τους επιφέρουν έσοδα.
Με άλλα λόγια, η ακρίβεια προκαλεί χρόνια προβλήματα και πρέπει να αντιμετωπίζεται ακόμα κι αν οι διεθνείς συνθήκες (πόλεμοι, εφοδιαστικά προβλήματα, ενέργεια) είναι δύσκολες και φέρνουν μεγάλα εμπόδια.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ