Από μόνη της η πραγματικότητα δεν λέει πάντα την αλήθεια. Γιατί σε ένα μεγάλο βαθμό δεν είναι ίδια για όλους, ούτε η πραγματικότητα ούτε η αλήθεια. Κι όχι από την άποψη του τεκμηρίου, του γεγονότος, αλλά από τον τρόπο που το προσλαμβάνει ο καθένας μας. Γιατί εκεί παίζεται το παιχνίδι, στο πώς αντιλαμβανόμαστε την κατάσταση, πώς τη διαβάζουμε και τι είμαστε έτοιμοι να κάνουμε για τη διατηρήσουμε ίδια ή να την αλλάξουμε.
Η ζέστη για παράδειγμα δεν είναι μόνο το μετρήσιμο μέγεθος που δείχνει το θερμόμετρο, αλλά είναι και το εξοχικό που έχει κάποιος στη θάλασσα και ανεβάζει τις φωτογραφίες από το τριήμερο, όπως και το παλιό σπίτι που έχει κάποιος άλλος χωρίς κλιματισμό ή άλλες δυνατότητες για δροσιά σε κάποια συνοικία της πόλης γεμάτη τσιμέντο και την αίσθηση της ερημιάς κάτω από τον καυτό ήλιο. Αυτοί οι δύο άνθρωποι δεν βλέπουν με τον ίδιο τρόπο την πραγματικότητα.
Αλλά είναι και οι διαφορετικοί κόσμοι που συχνά τέμνονται, αλλά άλλες φορές κινούνται παράλληλα. Ο κόσμος που αυτές τις μέρες άνοιξε μία συζήτηση για την πατριαρχία στο έργο του Καραγάτση. Κι ο κόσμος που ετοιμάζεται να δουλεύει έξι ημέρες την εβδομάδα με μία ώρα ακόμα δώρο στην βιομηχανία.
Πάντα ίσως να ήταν έτσι τα πράγματα. Αλλά ίσως και όχι. Σήμερα μοιάζει να λείπει η κοινότητα, η διασύνδεση, ο δρόμος της επαφής.
Η πολιτική παίζει έναν τέτοιο ρόλο. Εξισορροπεί με δίκαιο τρόπο, έστω ως επιδιώξη, τις διαφορετικές πλευρές. Η πολιτική έχει νόημα όταν φέρνει δικαιοσύνη και επιδιώκει την κοινωνική συνοχή. Αλλά και σε αυτό δεν συμφωνούν οι πολλοί πια ή δεν ερωτώνται καν.
Και οι κάθε λογής εξουσίες, από την Πολιτεία ως τον τοπικό δήμαρχο μίας πόλης, μοιάζει να απέχουν χιλιόμετρα μακριά από τον κόσμο των ανθρώπων που καλούνται να διοικήσουν. Οπότε αυτή η απόσταση μεταξύ βάσης και κορυφής έρχεται όλο και πιο συχνά να την καλύψει ένας άλλος κόσμος που επιδιώκει τη σύγκρουση και την ακόμα μεγαλύτερη αντίθεση.
Αλλά ας μην αποφεύγουμε και τα πιο οικεία. Όλο και περισσότερο κι εμείς ως πρόσωπα, αφηνόμαστε στο παιχνίδι του ατομικισμού και με έναν εγωιστικό τρόπο εκλαμβάνουμε τις πάλαι ποτέ αποδεκτές έννοιες της κοινωνίας, του λαού ή και του δημόσιου συμφέροντος, μόνο μέσα από το πρίσμα της ατομικής νίκης και της προσωπικής καταξίωσης.
Όλα αυτά φαίνεται ότι αποτελούσαν θέματα και παλιότερα. Πώς φτιάχνουμε κοινότητες; Τι θα κάνουμε για την πόλη μας; Πόσο μας χρειάζεται η πατρίδα και ο τόπος; Πώς θα έρθει η πρόοδος και η αλλαγή; Τα ερωτήματα υπήρχαν και υπάρχουν. Σήμερα όμως ίσως να μην έχει και κανένας όρεξη να τα απαντήσει. Ή δεν τον νοιάζει. Δεν θέλει. Δεν μπορεί.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ