Ακούω και αυτές τις μέρες παραγωγούς από διάφορα σημεία της χώρας να διαμαρτύρονται για τις χαμηλές τιμές στην αγορά που σε συνδυασμό με το υψηλό λειτουργικό κόστος, τους φέρνουν δικαιολογημένα σε απόγνωση, με την παραγωγή τους να μένει συχνά στις αποθήκες. Ένα από τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν ενίοτε για να συγκινήσουν την Πολιτεία είναι και ότι παράλληλα γίνονται εισαγωγές ίδιων προϊόντων από τρίτες χώρες συνήθως φτωχότερων από τη δική μας (Αίγυπτος, Τουρκία κ.α).
Το επιχείρημα αυτό είναι παλιό και δεν έχει καμία χρησιμότητα σήμερα. Γιατί έχουμε να κάνουμε με απλή παγκοσμιοποίηση. Αφού είναι φτηνότερα τα προϊόντα προσελκύουν και ένα αγοραστικό κοινό. Κι αυτό δεν θα αλλάξει. Γιατί δεν υπάρχει τρόπος να αποκλειστούν τα εισαγόμενα προϊόντα αφού υπάρχει ελεύθερη αγορά. Όπως πουλιέται το ελληνικό κρασί στην Αμερική έτσι θα πουλιέται και το χιλιανό στην Ελλάδα.
Το άνοιγμα της παγκόσμιας αγοράς μετά το ’90 μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές οι οποίες και εγκρίθηκαν είτε από τα κράτη είτε και από τις εκλογές ανά χώρα που τις επιβράβευσαν στην κάλπη, δεν μπορεί να κλείνει ανάλογα με τις αλλαγές συνθηκών σε κάθε χώρα. Και ούτε μπορείς να αποκλείσεις τις φτωχές ειδικά χώρες από την πρόσβαση στις αγορές με υψηλότερα εισοδήματα των καταναλωτών.
Τι μπορεί να κάνεις; Πρώτον να ενισχύσεις με ποιότητα και διαφορετικά χαρακτηριστικά τα δικά σου προϊόντα ώστε να τα προτιμά ο καταναλωτής ακόμα κι αν είναι πιο ακριβά. Δεύτερον να εκσυγχρονιστεί και να ενισχυθεί κεντρικά από το κράτος η παραγωγή ώστε να αντέχει τις κρίσεις και τον ανταγωνισμό.
Ακόμα και τότε ίσως να μην μπορούν μικρότερες χώρες να ανταγωνιστούν μεγαλύτερες που έχουν συσσωρεύσει και επενδυτικά κεφάλαια και ισχυρή γνώση και τεχνολογία στην παραγωγή. Αλλά το ότι κάτι πρέπει να γίνει για τη στήριξη της ελληνικής παραγωγής είναι δεδομένο.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ