Σάββατο 23.11.2024
More

    Πώς η έννοια του χρόνου ενέπνευσε τον Andrew Bolton για το θέμα του επόμενου Met Gala

    Ο υπεύθυνος των πολυσυζητημένων εκθέσεων του Costume Institute του Met Museum στη Νέα Υόρκη ξέρει πρωτίστως να αφηγείται ιστορίες με πρωταγωνιστές τα ρούχα.

    Οι περισσότεροι σχεδιαστές μόδας δεν καταλαβαίνουν ούτε αποδέχονται αυτό που πολλοί γράφουν και λένε γι’ αυτούς, ότι κάνουν τέχνη. Ο Karl Lagerfeld κάποια στιγμή είχε πει πολύ χαρακτηριστικά: «Εμείς απλώς φτιάχνουμε ρούχα που αφορούν συγκεκριμένες ομάδες της κοινωνίας μας».

    Στην αγγλική γλώσσα υπάρχει μια ωραία διαφοροποίηση μεταξύ επαγγελματιών στον χώρο της βιομηχανίας της μόδας και η έλλειψη παρόμοιου όρου στα ελληνικά δείχνει και το βάθος των δυσκολιών του τομέα στη χώρα μας. Στα αγγλικά, λοιπόν, υπάρχει ο όρος «dressmaker» και αφορά τους δημιουργικούς που δουλεύουν στο ατελιέ και ασχολούνται με ένα φόρεμα, ένα ρούχο, από την ιδέα μέχρι την πλήρη υλοποίησή του, και διαφοροποιούνται από τη «seamstress», τη μοδίστρα στα ελληνικά, που ενώνει και ράβει τα κομμάτια. Οι «dressmakers» έχουν το bonus της δημιουργίας: θα κόψουν πατρόν, θα ενώσουν κομμάτια και θα κάνουν διορθώσεις, θα κάνουν τις πρόβες με την πελάτισσα. O όρος «fashion designer» ήρθε μαζί με το βιομηχανικού design και ορίζει τη νέα εποχή όπου ο δημιουργικός πλέον εποπτεύει και δημιουργεί την καλλιτεχνική ταυτότητα και μια μεγαλύτερη παραγωγή μονάχα σχεδιάζοντας τα ρούχα, χωρίς να επεμβαίνει στο ράψιμο. Η Coco Chanel δεν αυτοπροσδιοριζόταν ποτέ ως σχεδιάστρια μόδας αλλά ως «dressmaker».

    Όπως και να ‘χει, οι άνθρωποι αυτοί δεν σκέφτηκαν ποτέ πως κάνουν τέχνη ή ότι τα ρούχα τους φτιάχνονται για να μπουν σε κάποιο μουσείο. Ήταν ρούχα που έντυναν γυναίκες, άντρες, τα οράματά τους, διάσημους ανθρώπους, περφόρμερ. Σύμφωνα με τα σοφά λόγια του Karl Lagerfeld, διάλεγαν μια κοινωνική ομάδα και έφτιαχναν ρούχα γι’ αυτήν. Το κοινωνικό πλαίσιο ήταν σημαντικό γιατί η ομάδα που επέλεγαν να ντύσουν έδινε τη δική της δυναμική στον τρόπο και στο είδος δουλειάς. Οι πρωταγωνιστές των ομάδων αυτών ήθελαν να πουν τη δική τους ιστορία, να αφήσουν το δικό τους σχόλιο πάνω στην αλλαγή που ερχόταν. Συνήθως τα ρούχα ακολουθούσαν πιστά τον ρόλο αυτό, τον ενίσχυαν, έλεγαν συχνά πράγματα που ο πρωταγωνιστής τους δεν προλάβαινε καν να αρθρώσει. Η μόδα είναι ένας ζωντανό διάλογος του ατόμου με την κοινωνία όπου ζει.

    Αφού, λοιπόν, η μόδα δεν είναι τέχνη και ποτέ δεν φτιάχτηκε με σκοπό να εκτεθεί με αυτόν τον τρόπο, τα ιδρύματα που συλλέγουν ρούχα και οργανώνουν την προβολή τους σε μουσείο έχουν μια πολύ δύσκολη αποστολή. Μια έκθεση με ρούχα μπορεί να δείχνει εξαιρετικά αμήχανη, αναίτια. Ένα άψυχο ρούχο πάνω σε μια ακέφαλη κούκλα μέσα σε μια αίθουσα φτάνει στα όρια του ανατριχιαστικού, γιατί κανείς δεν καταλαβαίνει τον λόγο ύπαρξής του. Το ίδιο ρούχο, όταν είναι δίπλα στον πρωταγωνιστή του, στην εποχή του, στον διάλογο που ανοίγει με την τέχνη, τον κινηματογράφο ή τη θρησκεία, συμμετέχει σε κάτι πολύ μεγαλύτερο, γίνεται συναρπαστικό και δικαιολογεί την ύπαρξή του μέσα σε ένα μουσείο.

    Αυτό είναι όμως πιθανότατα και το μυστικό της επιτυχίας του Andrew Bolton. Η μεγάλη του ικανότητα να υφαίνει τέτοιες ιστορίες με συμπρωταγωνιστές τα ρούχα για χάρη του Costume Institute του Metropolitan Museum of Art στη Νέα Υόρκη. Σημείωσε ρεκόρ στην προσέλευση κόσμου όταν έχτισε μια ιστορία γύρω από τον ρομαντισμό και την αναζήτηση της ομορφιάς για τον Alexander McQueen στο «Savage Beauty», έσπασε το ρεκόρ του όταν συνέδεσε τον καθολικισμό με τη μόδα στο «Heavenly Bodies: Fashion and the Catholic Imagination» και ίσως τερμάτισε το camp με την έκθεση του 2019. Ο ίδιος αποφεύγει τον όρο «blockbuster» που αποδίδουν στις εκθέσεις του, γιατί πιστεύει πως αυτός ταιριάζει σε κάποιον που δουλεύει με στόχο να κάνει πολύ κόσμο να δει κάτι, ενώ ο ίδιος δεν επιδίωξε ποτέ κάτι τέτοιο.

    Ο Andrew Bolton είναι Βρετανός γεννημένος στο λαϊκό Lancashire, γνήσιος εκπρόσωπος της generation x και υπεύθυνος πια για όλες τις εκθέσεις του Costume Institute. Σπούδασε ανθρωπολογία γιατί εκείνη την εποχή δεν μπορούσε να βρει τίποτα καλύτερο που να συνδυάζει τη μελέτη της υποκουλτούρας, των ρούχων και της κοινωνίας. Δεν είναι ιστορικός, πράγμα που τον κάνει ασυναγώνιστο στην αφήγηση γεγονότων και συμπεριφορών αλληλένδετων, χωρίς να τον ενδιαφέρει η χρονολογική σειρά. Ο χρόνος μάς βοηθά να βάλουμε σε μια σειρά και να καταλάβουμε τα γεγονότα, αλλά μερικές φορές αποκτά μια ρευστότητα, κυρίως μέσα από τις αναμνήσεις μας.

    Ο χρόνος σήμερα είναι μια έννοια απαιτητική, που μας υπερβαίνει. Η τεχνολογία μάς έχει φέρει αντιμέτωπους με τη διττή του φύση (ζούμε σε ψηφιακό και αναλογικό χρόνο, μια στιγμή της ζωής μας έχει άλλη διάρκεια στα social media και άλλη στην ανάμνησή μας), με τις παράλογες απαιτήσεις του. Η έλλειψή του έχει οδηγήσει σχεδιαστές μόδας στην κατάρρευση, ενώ η νοσταλγία που προκαλεί δημιουργεί ένα υπερόπλο για να συνδεθούμε με τα ρούχα. Θέλουμε να αγοράζουμε αμέσως ό,τι βλέπουμε στο Ιnstagram και συγχρόνως μπορούμε να περάσουμε ώρες ή και μέρες παρακολουθώντας ολόκληρες σεζόν σειρών στο Νetflix. Όταν στέλνουμε κάποιο μήνυμα, θυμώνουμε αν ο αποδέκτης το έχει δει, αλλά δεν απαντά αμέσως. Φτιάχνουμε κανόνες που υπαγορεύουν πόσο γρήγορα πρέπει να απαντάμε σε επαγγελματικά μέιλ και οι σύγχρονοι επιχειρηματίες καλλιεργούν την έννοια του προσωπικού «growth hacking», δηλαδή πώς θα μπορέσουν να χειριστούν τον χρόνο έτσι ώστε να σπάσουν τα στενά όρια της παραγωγικότητας.

    Τα ρούχα μας σήμερα έχουν μια ασαφή σχέση με τον χρόνο. Οι τάσεις διαρκούν τόσο λίγο, που σχεδόν επικυρώνουν την ανυπαρξία τους, οι νεότεροι επιστρέφουν στην ιδέα του second-hand, αρνούμενοι να αγοράσουν καινούργια ρούχα, των οποίων η κατασκευή επιβαρύνει το περιβάλλον. Η ιδέα του fast fashion είναι από μόνη της ρυπογόνα, κουραστικά επαναλαμβανόμενη (στα όρια του αυτισμού) και αγχωτική. Διαλέγουμε και φοράμε ρούχα εμπνευσμένα από διαφορετικές δεκαετίες, π.χ. μίνι φορέματα της δεκαετίας του ’60, γόβες από το ’80, τσάντες βγαλμένες από το 1998. Ο χρόνος σήμερα δεν είναι μια οριζόντια γραμμή, είναι κάτι μπερδεμένο και πολλές φορές είναι σαν να μην έχει υπόσταση.

    Υπάρχει μια σκηνή στην ταινία «Orlando» της Sally Porter, όπου η Tilda Swinton τρέχει μέσα σε έναν λαβύρινθο ντυμένη με μια robe à la française 18ου αιώνα, όλη παστέλ και πούδρα, για να βγει από αυτόν φορώντας τα ρούχα ενός καινούργιου αιώνα, τη βικτοριανή σκούρα στολή του 1850. Το ομώνυμο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ και η ταινία πραγματεύονται την ιστορία ενός ανθρώπου που διατρέχει τους αιώνες και από άντρας μεταμορφώνεται σε γυναίκα.

    Ο Andrew Bolton είπε πως εκείνη η σκηνή τού έδωσε την έμπνευση για το επόμενο θέμα της έκθεσης που γιορτάζει και τα 150 χρόνια του Costume Institute: ο δυσανάλογος και δυσνόητος χρόνος.

    Οι δύο εκφράσεις του, η γραμμικότητα και τα ασύμβατα χρονικά γεγονότα που συνδέονται με άλλους τρόπους μεταξύ τους (ή, όπως λέει και ο ίδιος ο Bolton, η αντικειμενική και υποκειμενική όψη του χρόνου), θα είναι και η βάση πάνω στην οποία θα στηθεί η έκθεση «About Time: Fashion and Duration». Ουσιαστικά, πρόκειται για τον τρόπο που τα ρούχα μας εξελίσσονται ή παραμένουν απελπιστικά ίδια. Θα υπάρχει μια «ραχοκοκαλιά», ρούχα από τον 18ο αιώνα μέχρι και σήμερα, όλα σε μαύρο χρώμα, ως έκφανση του μοντερνισμού στο ντύσιμό μας, ενώ θα αναπτύσσονται κυκλικά και θα συνδιαλέγονται με χρώματα από διαφορετικές δεκαετίες και εποχές. Έτσι, είναι πιθανό να δούμε ένα Alaia από τα τέλη των ’90s δίπλα σε ένα φόρεμα της Madame Vionnet από την αρχή του 20ού αιώνα, την υπερβολή της δεκαετίας του ’80 δίπλα στην ίδια εκκεντρικότητα του 1880.

    Τα κείμενα της Βιρτζίνια Γουλφ και οι πεποιθήσεις του φιλοσόφου Henri Bergson σχετικά με τον χρόνο θα είναι οι πυλώνες του μανιφέστου της. Η έκθεση αναμένεται να προκαλέσει χάος στο κοινό της, πιθανότατα όπως συνέβη και με τη θεματική του camp. Αυτό, όμως, δεν είναι κάτι που ανησυχεί τον Andrew Bolton. Ο ίδιος θέλει οι εκθέσεις να έχουν μια συνάφεια με την ασάφεια, να αφήνουν ένα κενό που ο επισκέπτης θα εξηγεί σύμφωνα με την αντίληψή του. Και όλα αυτά σε αίθουσες όπου θα τοποθετηθούν πολλά ρολόγια-αντίκες.

    Η άφιξη του Andrew από το Albert & Victoria 2006 και ο τολμηρός τρόπος με τον οποίο διηγείται τις ιστορίες των ρούχων και των ανθρώπων που τα φορούν μέσα σε ένα μουσείο εξηγούν αρχικά την εξαιρετική δημοτικότητα που έχει κάθε χρόνο το θέμα της έκθεσης. H πρώτη Δευτέρα του Μαΐου κάθε έτους είναι πια ημέρα ανάλογη με αυτήν των Όσκαρ, η μεγαλύτερη και σημαντικότερη γιορτή της μόδας σήμερα. Αυτή είναι η ημερομηνία κατά την οποία θα αποκαλυφθεί η έκθεση στο κοινό και, φυσικά, θα γίνει και το φιλανθρωπικό δείπνο προς τιμήν της, το Met Fashion Gala. Οι οικοδεσπότες για φέτος θα είναι η Meryl Streep (γιατί είναι διαχρονική), ο Nicolas Ghesquiere και η Emma Stone (οι εκπρόσωποι του σπόνσορα Louis Vuitton, καθώς το brand εμπνέεται από τους ταξιδευτές και τον χρόνο), και ο Lin-Manuel Miranda (ο δημιουργός του «Hamilton» ξανάγραψε του κανόνες του τι είναι μοντέρνο σήμερα).

    Τη σκηνογραφία της έκθεσης θα αναλάβει η Es Devlin, αρκούντως δραματική και συναρπαστική, υπεύθυνη για την περιοδεία «Formation» της Beyoncé και για πολλές παραστάσεις του Royal Opera House.

    Η επαναληπτικότητα του χρόνου και η ρευστότητά του, η κατανόησή του και ο τρόπος που συνδέουμε σήμερα γεγονότα είναι ιδέες γενναιόδωρες, αλλά αφήνουν ένα μεγάλο ερωτηματικό. Τι φοράς όταν σε έχουν καλέσει σε ένα πάρτι με το παραπάνω θέμα;

    Για να κάνουμε πιο δύσκολη την ερώτηση, τι φοράς όταν είσαι celebrity μεγατόνων και όλος ο πλανήτης είναι στραμμένος επάνω σου και επάνω στο πιο αυστηρό κόκκινο χαλί, όπου όλοι παλεύουν για την προσοχή του κόσμου; Υπάρχουν πολλές κωμικές απαντήσεις σήμερα στο Τwitter, που, όπως και πέρσι με το camp, δείχνουν την ανασφάλεια του κοινού απέναντι στο δύσκολο θέμα της έκθεσης. Ο βαθμός δυσκολίας παραμένει ο ίδιος και ίσως είναι πιο ύπουλος, καθώς η φαινομενική απλότητα του τίτλου επιτρέπει σχεδόν τα πάντα. Μπορείς να φορέσεις ένα μεγάλο και διαχρονικό ρούχο, το κοστούμι από το «Back to the Future» ή λιωμένα ρολόγια αλά Νταλί και να είσαι εντός θέματος.

    Η πληθώρα επιλογών που έχουν οι 600 καλεσμένοι του Met Gala προκειμένου να εξηγήσουν την ιδέα της έκθεσης τους δημιουργεί το ίδιο πρόβλημα που έχουμε όλοι σήμερα με τον χρόνο. Έχουμε τόσες επιλογές, που αυτή η ψεύτικη αίσθηση πολυτέλειας μας κάνει να βρισκόμαστε ψυχαναγκαστικά σε κατάσταση ετοιμότητας, σαν να μην έχουμε χρόνο να κάνουμε τίποτα.

     

    Sourcelifo.gr

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ