Πώς η καφεΐνη επηρεάζει διαφορετικά για τον καθένα την υγεία του
Η εμπειρία του καφέ δεν είναι ίδια για όλους. Κάποιοι αποκαλούνται λάτρεις του καφέ, σκανάρουν την πόλη εξονυχιστικά για να ανακαλύψουν το ιδανικό χαρμάνι και επισκέπτονται την καφετιέρα του γραφείου τους δυο – τρεις φορές την ημέρα για να πάρουν μια δόση χαράς σε σχήμα κούπας. Στην αντίπερα όχθη των καφεόδεντρων υπάρχουν οι άνθρωποι που δεν προσλαμβάνουν καμία απολύτως ανακούφιση, χαρά ή προσμονή για τον καφέ. Παθαίνουν ταχυκαρδίες, στομαχόπονους και δεν έχουν ανάγκη την καφεΐνη για να ξυπνήσουν το πρωί.
Τι προκαλεί όμως αυτή την τόσο έντονη διαφοροποίηση ανάμεσα σε αυτές τις ομάδες ανθρώπων; Η απάντηση κρύβεται πίσω από διαφορετικές αιτίες που περιλαμβάνουν την γενετική, τη διατροφή, ακόμα και τα φάρμακα τα οποία παίρνει κανείς και τα οποία οδηγούν το σώμα να αντιδρά διαφορετικά στα καφεϊνούχα ποτά.
Ο καφές και ο εγκέφαλός μας
Η καφεΐνη και ο εγκέφαλος μας έχουν μια περίπλοκη σχέση η οποία καθορίζει και το πόσο μας αρέσει να πίνουμε καφέ. Πιο συγκεκριμένα , η ουσία αυτή δεσμεύει τους υποδοχείς αδενοσίνης στον εγκέφαλο – οι οποίοι επηρεάζουν την ανάγκη ενός ατόμου για ύπνο – και εμποδίζει την ενεργοποίησή τους. Το πόσους τέτοιους υποδοχείς έχουμε στον εγκέφαλό μας, εξαρτάται και διαφοροποιείται από την γενετική και την συχνότητα της κατανάλωσης καφέ.
Η εξίσωση είναι απλούστατη. Όσο περισσότερο καταναλώνετε σε συστηματική βάση καφέ, οι υποδοχείς εμποδίζονται και το σώμα δημιουργεί νέους για να αντισταθμίσει αυτό που του συμβαίνει με την πρόσληψη καφεΐνης. Και ακολουθεί ένα ντόμινο. Όσο περισσότερο πίνετε καφέ, τόσο μπλοκάρονται οι υποδοχείς και αυξάνεται η ανοχή μας στον καφέ, οδηγώντας μας να θέλουμε να καταναλώσουμε μεγαλύτερη ποσότητά του. Ωστόσο, κάποιοι από εμάς, ξεκινούν ήδη την ζωή τους με υψηλότερα ποσοστά αυτών των νευροϋποδοχέων και άρα είναι λιγότερο ευαίσθητοι στην καφεΐνη από άλλους.
Αυτό σημαίνει ότι μπορούν να πίνουν περισσότερες κούπες καφέ την ημέρα, αφού οι γενετικές παραλλαγές τους τους επιτρέπουν να μεταβολίζουν πιο γρήγορα την καφείνη. Η γενετική μπορεί επίσης να επηρεάσει την προτίμηση στον καφέ, όπως αποδείχθηκε σε μια μελέτη του 2021, η οποία διαπίστωσε ότι τα άτομα με γενετικές παραλλαγές που σχετίζονται με υψηλή ευαισθησία στην καφεΐνη, ήταν λιγότερο πιθανό να απολαμβάνουν την πικρή γεύση του σκούρου καφέ.
Το γονίδιο του καφέ
Και όμως υπάρχει. Ονομάζεται CYP1A2 και επηρεάζει έντονα την ευαισθησία του οργανισμού μας στην καφεΐνη. Η λειτουργεί του περιλαμβάνει τον μεταβολισμό του 95% της καφεΐνης, την διάσπασή της και την απομάκρυνσή της από τον οργανισμό μας. Με την καφεΐνη να έχει εκτιμώμενο χρόνο ημιζωής δύο έως οκτώ ώρες και τον οργανισμό μας να χρειάζεται από 2 έως 8 ώρες για να απομακρύνει τη μισή καφεΐνη από το σώμα μας, οι άνθρωποι που έχουν μια γρήγορη παραλλαγή του γονιδίου αυτού, μπορούν να μεταβολίσουν πιο γρήγορα αντίστοιχα, την καφεΐνη. Αυτή την ικανότητα την μοιράζεται ο μισός σχεδόν πληθυσμός του κόσμου και επηρεάζει την ποσότητα καφέ την οποία καταναλώνουμε.
Εδώ και η διατροφή φαίνεται επίσης να παίζει σημαντικό ρόλο, αφού λαχανικά όπως τα λάχανα, το κουνουπίδι και το μπρόκολο είναι γνωστό ότι αυξάνουν τα επίπεδα του CYP1A2. Αντιθέτως η χαμηλότερη δραστηριότητα του CYP1A2 στους Νοτιοασιάτες φαίνεται να οφείλεται στο μαγείρεμα αυτών των λαχανικών με μπαχαρικά όπως το κύμινο και ο κουρκουμάς, συστατικά που είναι γνωστό ότι αναστέλλουν το ένζυμο.
Μπορεί η καφεΐνη να επηρεάσει την υγεία της καρδιάς μας και τις δραστηριότητες μας;
Υπάρχει ένας κοινώς αποδεκτός μύθος που μοιράζονται οι προπονητές των ομάδων ποδοσφαίρου και λέει ότι τουλάχιστον ένα εικοσιτετράωρο πριν τον αγώνα ή μια σημαντική προπόνηση, απαγορεύεται ο καφές στους παίκτες, αφού τους αφυδατώνει και δυσχεραίνει τις αποδόσεις τους. Ο λόγος είναι ότι η καφεΐνη είναι ένας αγγειοσυσπαστικός παράγοντας που μπορεί να μειώσει τη ροή του αίματος στους μυς, και να εμποδίζει την απόδοση της άσκησης. Ωστόσο, μια έρευνα του 2012, σύμφωνα με την Washinghton Post, ανέλυσε σε 35 άνδρες ποδηλάτες τις επιδράσεις της καφεΐνης στην απόδοση τους και έδειξε παρόμοια ώθηση στους γρήγορους μεταβολιστές. Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα που μπορούσαν να μεταβολίσουν γρηγορότερα την καφεΐνη, δεν είχαν αρνητικές επιπτώσεις από αυτήν.
Από ό,τι φαίνεται είναι όλα θέμα μεταβολισμού της ουσίας αυτής. Μια διαδικασία που είναι αρκετά σημαντική, γιατί εκτός την επιρροής της στις αθλητικές μας επιδόσεις, μπορεί να αποτελέσει παράγοντα κινδύνου για την υγεία της καρδιάς μας. Η ευαισθησία στην καφεΐνη λοιπόν, δεν έχει να κάνει μόνο με το αν αισθανόμαστε κουρασμένοι μετά την κατανάλωση καφέ. Η γενετική της ευαισθησίας στην καφεΐνη έχει επίσης επιπτώσεις στην καρδιαγγειακή υγεία. Συγκεκριμένα σε μια μελέτη του Τμήματος Επιστημών Διατροφής, από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο, στο Οντάριο του Καναδά, διαπίστωσε η κατανάλωση περισσότερων φλιτζανιών καφέ την ημέρα σχετίζεται με αυξημένο κίνδυνο καρδιακής προσβολής. Ωστόσο, οι γρήγοροι μεταβολιστές καφεΐνης δεν είχαν τέτοιους αυξημένους κινδύνους, πιθανότατα γιατί οι άνθρωποι αυτοί διασπούν την καφεΐνη αρκετά γρήγορα ώστε να μην προκαλεί αυτή τη βλάβη σε διάφορους ιστούς του σώματος.
Κάπνισμα και καφές
Οι επιδράσεις της καφεΐνης μπορεί να διαφέρουν σημαντικά από άτομο σε άτομο. Αυτό μέχρι στιγμής έχει γίνει πλήρως κατανοητό. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν εντάσσονται και άλλες δραστηριότητές μας. Για παράδειγμα το κάπνισμα αυξάνει τη δραστηριότητα του γονιδίου του καφέ, επιτρέποντας στους καπνιστές να μεταβολίζουν την καφεΐνη πιο γρήγορα.
Αντίστοιχα τα άτομα με διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) μπορεί να αντιδρούν επίσης διαφορετικά στην καφεΐνη, όπως και οι γυναίκες που λαμβάνουν αντισυλληπτικά. Τα τελευταία είναι ικανά να μειώσουν τη δραστηριότητα του CYP1A2 και να αυξήσουν την ευαισθησία μας στην καφεΐνη. Σχετικά με την ΔΕΠΥ, δηλαδή τη διαταραχή ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας, τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με εκείνη και έχουν συχνά υποδιεγερμένους εγκεφάλους που δεν λαμβάνουν αρκετή ντοπαμίνη, η λήψη της καφεΐνης μπορεί να τους ωθήσει να βγουν από αυτό το έλλειμμα και να φτάσουν σε ένα πιο βέλτιστο επίπεδο λειτουργίας. Ωστόσο, αν τα άτομα αυτά λαμβάνουν φαρμακευτική αγωγή, τότε ο συνδυασμός χαπιών όπως Adderall, Vyvanse ή Ritalin και καφέ μπορεί να προκαλέσει παρενέργειες.
Από ότι φαίνεται η σχέση μας με τον καφέ είναι κάτι πιο περίπλοκο από μια απλή συνήθεια. Τόσο η γενετική μας καλωδίωση, όσο και οι επίκτητες συνήθειες μας ή οι διαταραχές μας αποτελούν παράγοντες για την επιθυμία, ή τον πόθο μας για καφέ. Ωστόσο, στο τέλος της ημέρας η επιλογή της ποσότητας καφεΐνης που καταναλώνουμε είναι δική μας και όχι του DNA μας.
Πηγή: protothema.gr