Παρασκευή 22.11.2024
More

    Ο δημοσιογραφικός λόγος από τη μεταπολίτευση έως τα μνημόνια

    Κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες το νέο βιβλίο της Αναπλ. Καθηγήτριας Γλωσσολογίας και Ελληνικής Γλώσσας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Νικολέττας Τσιτσανούδη, «Ο δημοσιογραφικός λόγος. Από τη μεταπολίτευση έως τα μνημόνια». 

    Το βιβλίο εκδίδεται από το Center for Hellenic Studies του Πανεπιστημίου Harvard και τις εκδόσεις Gutenberg για την Ελλάδα.

    Η έκδοση ξεκινά με προλογικό σημείωμα του Gregory Nagy, Καθηγητή της έδρας Francis Jones της Κλασικής Ελληνικής Λογοτεχνίας, Καθηγητή Συγκριτικής Λογοτεχνίας και Γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο του Harvard και Διευθυντή του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του ίδιου  Πανεπιστημίου.

    Το βιβλίο συζητά τις μεταβολές στη μορφή και τους συμβολισμούς της γλώσσας των ΜΜΕ που συνδέθηκαν με τη λαϊκοποίησή της, από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Καταγράφει τις βλέψεις που τις συνόδευσαν, συμμετέχοντας σε έναν κοινωνικό διάλογο, με σκεπτικισμό για την ευχέρεια της γλώσσας, όχι απλά ως προς την περιγραφή των επικοινωνιακών συμβάντων, αλλά ως προς την δυναμική της αναγωγή σε μία κοινωνική πρακτική.

    Αποκαλύπτει το πώς η ελληνική γλώσσα απεικόνισε τις σημαντικές οικονομικοπολιτικές αλλαγές που καθόρισαν την πορεία της κοινωνίας τα τελευταία χρόνια.

    Μια γλώσσα που έγινε πιο λαϊκή, γιατί αυτό εξυπηρετούσε το κλίμα της αποκατάστασης της δημοκρατίας.

    Προσέλαβε προοδευτικές  υποδηλώσεις μέσα από την απομάκρυνσή της από την επισημοφάνεια, γιατί αυτό διευκόλυνε τις συσπειρώσεις σε κομματικά σχήματα και ήγειρε τις λαϊκές προσδοκίες.

    Εξελίχθηκε περισσότερο λαϊκότροπα όταν τα ιδιωτικά ΜΜΕ επιδίωξαν ανοίγματα στα μικρομεσαία οικονομικά στρώματα.

    Επηρέασε και επηρεάστηκε στον σφιχτό εναγκαλισμό πολιτικής και τηλεοπτικής/εκδοτικής εξουσίας.

    Έχασε και επανέκτησε τον εμβληματικό ρόλο της εκπροσώπησης των λαϊκών κινημάτων.

    Και στην εποχή των μνημονίων μετατράπηκε σε αιχμηρό εργαλείο ενοχοποίησης και χαιραγώγησης, με στόχο την πειθαναγκαστική αποδοχή των μέτρων που επιβλήθηκαν.

    Έχασε τις σαφείς νοηματοδοτήσεις των λέξεων σε ένα κλίμα επιβολής, που με ομοφωνία εγκατέστησε μερίδα των ΜΜΕ. Και όλα αυτά στους φρενήρεις ρυθμούς της ψηφιακής εποχής, που καθιερώνει νέες σημασίες, οι οποίες ελέω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, παγιώνονται με fast track διαδικασίες.

    Τέλος, προκαλεί σε μια κριτική διαπραγμάτευση ερωτημάτων που αφορούν στο πόσο τελικά δημοκρατικές είναι οι δυνάμεις της διαμόρφωσης ενός λόγου με τόσο «μεροληπτική» προβολή, όπως ο δημοσιογραφικός. Αφήνει δε ανοιχτό το ερώτημα, πόσο παιδαγωγικός μπορεί να αναδεικνύεται ένας λόγος όταν υπονομεύεται από την προπαγανδιστική λειτουργία και χάνει τη δημοκρατικότητα του κοινωνικού αγαθού.

    Σύμφωνα με τον Gregory Nagy, «η νοερή κάμερα της κοινωνιογλωσσολόγου δεν εστιάζει μόνο στην ελληνική γλώσσα, όπως αυτή εξελίχθηκε μέσα στο ιστορικό πλαίσιο της σύγχρονης ελληνικής κοινωνικής κρίσης, με εκπληκτικά διορατική ανάλυση του ρόλου της δημοσιογραφίας και των μέσων μαζικής επικοινωνίας εν γένει, συμπεριλαμβανομένου και εκείνου του ύστατου «οπιούχου» που είναι η τηλεόραση. Όχι. Η «κάμερα» αυτής της εξαιρετικής γλωσσολόγου ανοίγει επίσης και διευρύνεται  προσεγγίζοντας παγκοσμίως τη συνάφεια της ελληνικής κρίσης – που μπορεί να θρυμματίζει την ψυχή με τον δικό της τρόπο – με την παγκόσμια κρίση που αντιμετωπίζει ολόκληρη η ανθρωπότητα».

    Και ο Διευθυντής του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών του Harvard ολοκληρώνει το σημείωμά του, γράφοντας τα εξής:

    «Αντιμετωπίζοντας τις κρίσεις με τις οποίες είμαστε όλοι αντιμέτωποι στη σημερινή Εποχή του Σιδήρου, αυτό το εφευρετικό αυτό βιβλίο της Νικολέττας Τσιτσανούδη – Μαλλίδη μου δίνει λόγο να ελπίζω, παρά τους κινδύνους που υφίστανται σήμερα εκείνοι που απευθύνονται στην εξουσία αναλύοντας τη δύναμη της γλώσσας. Στη γλωσσολογική ανάλυση της συγκεκριμένης συγγραφέως εντοπίζω τα θεμέλια αυτού του είδους του ανθρωπισμού που, όπως προβλέπω με μεγάλη σιγουριά, θα οδηγήσουν στην έγκαιρη διάσωση της ανθρωπότητας. Αυτό το είδος του ανθρωπισμού παραμένει ζωντανό και ακμαίο στην ελληνική γλώσσα, η οποία πάντοτε συντηρεί και υποστηρίζει, είτε συνειδητά είτε ασυνείδητα, τα ιδανικά της δημοκρατίας».

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ