Τρίτη 26.11.2024
More

    Χειμώνα χωρίς ρωσικό αέριο αναμένει η Ευρώπη

    Η Ε.Ε. δείχνει έτοιμη να επιβάλει πλαφόν, με διακοπή των ροών απειλεί η Μόσχα

    Σε έναν πόλεμο αντοχών μεταξύ της Ρωσίας και των Δυτικών συμμάχων της Ουκρανίας οδηγεί η κλιμάκωση της ενεργειακής κρίσης των τελευταίων ημερών, με πρωταγωνίστρια αυτή τη φορά την Ευρώπη, που δείχνει έτοιμη να επιβάλει πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο που διέρχεται μέσω αγωγών, μέτρο που απέφυγε στην αρχή της κρίσης φοβούμενη τις επιπτώσεις από μια πλήρη διακοπή των ρωσικών ροών που θα μπορούσε να προκληθεί ως αντίδραση της Ρωσίας.

    «Η ώρα του πλαφόν»

    «Πιστεύω ακράδαντα ότι έχει έρθει η ώρα για την επιβολή πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο που εισάγεται μέσω αγωγών στην Ευρώπη» δήλωσε την Παρασκευή η πρόεδρος της Ε.Ε. Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, προκειμένου να αντιμετωπίσει, όπως είπε, τις απόπειρες του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν να χειραγωγήσει την ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας. «Απλώς δεν θα υπάρξει ρωσικό αέριο στην Ευρώπη», ήταν η άμεση απάντηση της Μόσχας μέσω σχολίου του πρώην προέδρου της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ στην εφαρμογή μηνυμάτων Telegram, σε συνέχεια μιας αντίστοιχης προειδοποίησης του Κρεμλίνου προς το G7 που συνεδρίασε την ίδια ημέρα για την επιβολή πλαφόν στις αγορές ρωσικού πετρελαίου με στόχο τη μείωση των εσόδων που εισρέουν στη Μόσχα.

    Το κατά πόσον η Ευρώπη θα προχωρήσει τελικά στην επιβολή πλαφόν θα εξαρτηθεί από τη στάση που θα κρατήσουν τα κράτη-μέλη, τα οποία δεν επηρεάζονται στον ίδιο βαθμό και άμεσα από το ανοιγοκλείσιμο της στρόφιγγας του Nord Stream 1 και άρα δεν θα είναι εύκολο να αποδεχθούν τις επιπτώσεις που θα προκαλέσει το πιθανό ενδεχόμενο να προχωρήσει η Ρωσία σε ολική παύση των ροών αερίου προς την Ευρώπη.

    Μονομερής παραβίαση

    Αναλυτές που συμμετέχουν στις ευρωπαϊκές διαπραγματεύσεις επισημαίνουν επίσης στην «Κ» ότι η επιβολή πλαφόν στο ρωσικό αέριο μεταφράζεται σε μονομερή παραβίαση των συμβάσεων της Gazprom, κάτι που θα αξιοποιήσει η ρωσική εταιρεία εμφανίζοντας την Ευρώπη ως υπεύθυνη της διακοπής παραδόσεων για να εγείρει αποζημιώσεις. Το συγκεκριμένο μέτρο, εξάλλου, και στην αρχή της κρίσης και την περίοδο αλλαγής του τρόπου πληρωμής (λογαριασμό και σε ρούβλια) που επέβαλε με διάταγμα ο Ρώσος πρόεδρος εγκαταλείφθηκε, λόγω των ίδιων ακριβώς ανησυχιών.

    Οι δηλώσεις της προέδρου της Κομισιόν για επιβολή πλαφόν στο ρωσικό αέριο ήρθαν λίγα μόλις 24ωρα μετά τη γνωστοποίηση από την ίδια για την αναζήτηση μέτρων άμεσης παρέμβασης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και διαρθρωτικής μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και τη σύγκληση από την τσεχική προεδρία έκτακτου συμβουλίου των υπουργών Ενέργειας της Ε.Ε. στις 9 Σεπτεμβρίου. Το μέτρο, ωστόσο, δεν έχει συμπεριληφθεί στο προσχέδιο των προτάσεων που διαμορφώθηκε μέσω μιας έντονης κινητικότητας μεταξύ εμπειρογνωμόνων της Ε.Ε. και των κρατών-μελών, ενόψει της παρουσίασης μιας ολοκληρωμένης πρότασης από την πρόεδρο της Κομισιόν στις 14 Σεπτεμβρίου. Με τις τιμές φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας έχουν «κάψει» όλες τις «εργαλειοθήκες» που υιοθέτησε από την αρχή της κρίσης, και τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών να έχουν ξοδέψει μέχρι σήμερα πάνω από 280 δισ. ευρώ χωρίς να καταφέρουν να συγκρατήσουν τις τιμές, και την οργή νοικοκυριών και επιχειρήσεων, την αβεβαιότητα ενός βαρύ χειμώνα και τον Πούτιν να εξακολουθεί να παίζει το μαρτύριο της σταγόνας με το φυσικό αέριο, η Ε.Ε. αναζητάει εσπευσμένα έκτακτα μέτρα.

    Τα παιχνίδια της Gazprom

    Το γεγονός εξάλλου ότι η Gazprom ανακοίνωσε την επ’ αόριστον διακοπή των ροών από τον Nord Stream 1 για τεχνικούς λόγους, υποστηρίζοντας ταυτόχρονα ότι «η μόνη λειτουργική τουρμπίνα στο σημείο εισόδου της σύνδεσης πρέπει να υποβάλλεται σε τεχνική συντήρηση κάθε 1.000 ώρες» που σημαίνει περίπου κάθε 42 ημέρες, δεν αφήνει καμία αυταπάτη ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να ανοιγοκλείνει τη στρόφιγγα για να πιέσει τις οικονομίες της Ευρώπης. Μάλιστα, η βασική εκτίμηση είναι πως η «γραμμή» Πούτιν απέναντι στους συμμάχους της Ουκρανίας φαίνεται να περνάει από την πίεση στις τιμές στην πίεση στην επάρκεια, σε μια προσπάθεια να προκαλέσει γενικευμένη αποσταθεροποίηση στις εύθραυστες πολιτικά και κοινωνικά ευρωπαϊκές χώρες.

    Η αλλαγή πλεύσης φαίνεται να έχει αξιολογηθεί από την Ευρώπη και να αποτελεί τη βάση των νέων σεναρίων της για την αντιμετώπιση της κρίσης, με βασικότερη την εξοικονόμηση ενέργειας επεκτείνοντας τα σχέδια για μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας. Η μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας τίθεται σε πρώτη προτεραιότητα, μαζί με την επιβολή πλαφόν σε τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που επωφελούνται από την τιμολόγηση στην ακριβότερη κιλοβατώρα που μπαίνει στο σύστημα, του φυσικού αερίου, με στόχο την άντληση εσόδων για τη χρηματοδότηση στοχευμένων επιδοτήσεων ευάλωτων καταναλωτών και παροχής κινήτρων για μείωση της ζήτησης.

    Επιφυλάξεις για το ιβηρικό και το ελληνικό μοντέλο

    Το ελληνικό μοντέλο, σύμφωνα με την Eυρωπαϊκή Επιτροπή, θα είχε ισχυρό αντίκτυπο στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, καθώς εξαλείφει κάθε ανταγωνισμό που βασίζεται στις τιμές μεταξύ των διαφορετικών τεχνολογιών παραγωγής. Το μέτρο είναι πιθανό να επηρεάσει σημαντικά τη βεβαιότητα των επενδυτών, πράγμα που μπορεί να σημαίνει ότι μπορεί να χρειαστεί υποστήριξη για όλη τη μελλοντική παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

    Αυτός ο ρυθμιστικός κίνδυνος θα αντικατοπτρίζεται στο υψηλότερο κόστος κεφαλαίου και στη χαμηλότερη ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μέλλον. Ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα υψηλός όταν όλα τα έσοδα είναι πάνω από το κόστος που ανακτάται, σημειώνει η Επιτροπή.

    Ακόμη πιο επιφυλακτική εμφανίζεται ως προς το ιβηρικό μοντέλο. Το μέτρο, σύμφωνα με την Επιτροπή, εκτιμάται ότι θα αυξήσει την κατανάλωση φυσικού αερίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας κατά 45 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.

    Aυτή η επιπλέον κατανάλωση φυσικού αερίου θα αντιπροσώπευε το 10% της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου της Ε.Ε. και θα υπερδιπλασίαζε την κατανάλωση φυσικού αερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

    Το ακαθάριστο κόστος από μια πανευρωπαϊκή εφαρμογή αυτού του μοντέλου, εκτιμάται από την Επιτροπή σε 209 δισ. ευρώ με τιμή φυσικού αερίου στα 300 ευρώ/MWh (173 δισ. ευρώ για επιδοτήσεις μονάδων φυσικού αερίου και 35 δισ. ευρώ επιδοτήσεις για μονάδες άνθρακα) και σε 89 δισ. ευρώ με τιμή φυσικού αερίου 120 ευρώ/MWh.

    «Ψαλίδι» στην κατανάλωση και της ηλεκτρικής ενέργειας προτείνει η Ε.Ε.

    Στο προσχέδιο των προτάσεων της Επιτροπής που έχει στα χέρια της η «Κ» είναι αξιοσημείωτη η σπάνια παραδοχή σε σχέση με την αδυναμία της για μέτρα παρέμβασης με άμεση επίδραση στη μείωση των τιμών ενέργειας, οι οποίες εκτιμά ότι θα παραμείνουν υψηλές για το υπόλοιπο του 2022 και μέχρι το 2024-2025.

    «Και ενώ τα μέτρα που παρουσιάζονται παρακάτω μπορούν να συμβάλουν στον μετριασμό των επιπτώσεων της κρίσης, ιδίως όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες καταναλωτών, δεν θα επαναφέρουν τις τιμές της ενέργειας στα προ κρίσης επίπεδα ή εξαλείψουν τις σημαντικές επιπτώσεις της κρίσης τόσο στον πληθωρισμό όσο και στην ευρωπαϊκή οικονομία συνολικά. Δεδομένων των θεμελιωδών οικονομικών μεγεθών που επηρεάζουν τις αγορές ενέργειας αυτή τη στιγμή, δεν βλέπουμε κανένα είδος παρέμβασης στην αγορά που θα είχε τέτοιο αποτέλεσμα βραχυπρόθεσμα», αναφέρει χαρακτηριστικά.

    Η παρέμβαση που προκρίνει η Επιτροπή είναι η μείωση της ζήτησης και στην ηλεκτρική ενέργεια κατά τα πρότυπα της μείωσης της ζήτησης φυσικού αερίου που προβλέπει η απόφαση που ανακοινώθηκε τον Ιούλιο. Προτείνεται η συντονισμένη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας ως μέτρο συγκράτησης των τιμών αλλά και διατήρησης της ασφάλειας εφοδιασμού, αλλά με τρόπο που να μην υπονομεύει τους στόχους της Ε.Ε. στον τομέα της ηλεκτροδότησης (π.χ. αντλίες θερμότητας, ηλεκτρικά οχήματα) που είναι καίριας σημασίας για τον περιορισμό της εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης.

    Κατευθύνει σε επέκταση των μέτρων τύπου δημοπρασιών για τη μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας έναντι αποζημίωσης, όπως εφαρμόζεται σήμερα από κάποια κράτη-μέλη στις βιομηχανίες (διακοψιμότητα), μεταξύ των οποίων και στην Ελλάδα, και σε αλυσίδες λιανικού εμπορίου, αλλά και μείωση της ζήτησης από τα νοικοκυριά έναντι κινήτρου αμοιβής (π.χ. από μήνα σε μήνα σε ετήσια βάση). Σε αντίθεση με το φυσικό αέριο, δεν μπορεί να επιβληθεί ένα συνολικό ποσοστό μείωσης (15%), αφού η ηλεκτρική ενέργεια δεν αποθηκεύεται και η κατανάλωσή της διαφοροποιείται κατά τη διάρκεια της ημέρας, όπως και η προσφορά από ώρα σε ώρα, γι’ αυτό και η Επιτροπή προτείνει εφαρμογή του μέτρου σε περιόδους αιχμής και υψηλών τιμών.

    Τα βάρη στα κράτη

    Η Επιτροπή, αν και αναγνωρίζει ότι η μείωση της ζήτησης μέσω δημοπρασιών έχει κόστος, δεν ανοίγει κανένα ζήτημα ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Θεωρεί αυτονόητη την κάλυψή του από τους δημόσιους προϋπολογισμούς, σημειώνοντας ότι η επιβάρυνση αυτή δεν θα ήταν αναγκαστικά υψηλότερη από το κόστος παρέμβασης στις τιμές από την πλευρά της προσφοράς. Ανάλογα με τον τρόπο διενέργειας των δημοπρασιών, η σχετική αποζημίωση μπορεί να χαρακτηριστεί ως κρατική ενίσχυση, που απαιτεί προηγούμενη έγκριση από την DGComp. Ελλείψει αντίστοιχου περιορισμού της ζήτησης σε ηλεκτρική ενέργεια, σύμφωνα με την Επιτροπή, υπάρχει ο κίνδυνος οι καταναλωτές να αλλάξουν τη χρήση φυσικού αερίου σε χρήση ηλεκτρικής ενέργειας για θέρμανση, επιδεινώνοντας την κατάσταση ασφάλειας εφοδιασμού στον τομέα του ηλεκτρισμού.

    Το μέτρο περιορισμού της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας συνοδεύεται και από το μέτρο της επιβολής ανώτατου ορίου τιμών για τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας φθηνότερες από αυτές του φυσικού αερίου, υπό την προϋπόθεση ότι τα κράτη-μέλη θα χρησιμοποιήσουν τα έσοδα που θα αντλήσουν για να δώσουν κίνητρα μείωσης της ζήτησης και να επιδοτήσουν ευάλωτους μόνο καταναλωτές. Το προτεινόμενο μοντέλο προσομοιάζει αρκετά με το ελληνικό, της επιβολής πλαφόν σε όλες τις τεχνολογίες και της άντλησης των υπερεσόδων από τη διαφορά που προκύπτει από την οριακή τιμή για τη χρηματοδότηση των επιδοτήσεων των λογαριασμών ρεύματος, το οποίο όμως η Επιτροπή δεν υιοθετεί στο σύνολό του.

    Χωρίς δομικές αλλαγές

    Στο παρόν σχέδιο δεν περιλαμβάνονται οι δομικές αλλαγές για τις οποίες είχε προϊδεάσει τις προηγούμενες ημέρες με δηλώσεις της η πρόεδρος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ενώ με επιφυλακτικότητα αντιμετωπίζεται τόσο το ελληνικό όσο και το ιβηρικό μοντέλο. «Οι αυξανόμενες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας εκθέτουν τώρα, για διαφορετικούς λόγους, τα προβλήματα του τρέχοντος σχεδιασμού της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. (…) Η ενεργειακή πολιτική της Ευρώπης αναπτύχθηκε υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες και με εντελώς διαφορετικούς σκοπούς. (…) Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο εργαζόμαστε τώρα για μια επείγουσα παρέμβαση και μια διαρθρωτική μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας», είχε δηλώσει η πρόεδρος της Κομισιόν.

    ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ

    ΔΗΜΟΦΙΛΗ