Στην Σητεία έχουν καταστραφεί περίπου 120 επιχειρήσεις, 100 σπίτια και 150 αυτοκίνητα, με τη διαδικασία της καταγραφής να βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη.
Να επαναφέρουν την πόλη τους και να επιστρέψουν στην καθημερινότητά τους προσπαθούν οι κάτοικοι της Σητείας τις τελευταίες ημέρες, μετά την τεράστια καταστροφή που υπέστη η περιοχή, αλλά και γενικότερα τη Κρήτη, από την φονική κακοκαιρία που σημειώθηκε στο νησί το περασμένο Σάββατο, η οποία είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο δύο ανθρώπων.
Οι έλεγχοι του Δήμου Σητείας είναι διαρκείς, ενώ κλιμάκια βρίσκονται συνεχώς στους δρόμους για να καταγράφουν τις καταστροφές. Παράλληλα, οι κάτοικοι κάνουν ό,τι μπορούν με πιο χαρακτηριστική την περίπτωση μαθητών, οι οποίοι άφησαν για λίγο τις σχολικές αίθουσες και ρίχτηκαν στη μάχη του καθαρισμού της πόλης από τις λάσπες και τα χώματα.
Η καταστροφή σε αριθμούς
Σύμφωνα με το cretapost, η Σητεία υπέστη τις μεγαλύτερες φυσικές καταστροφές από τη φονική κακοκαιρία που έπληξε τα βόρεια παράλια της Κρήτης το περασμένο Σάββατο.
Σημειώνεται ότι περισσότερα από 150 αυτοκίνητα και πάνω από 120 μαγαζιά έχουν καταγρααφεί ήδη ως πλήρως κατεστραμμένα και έχουν εισέλθει στη διαδικασία των αποζημιώσεων ενώ η καταγραφή συνεχίζεται εντατικά.
«Κατά προσέγγιση, έχουν καταστραφεί περίπου 120 επιχειρήσεις, 100 σπίτια και 150 αυτοκίνητα, ωστόσο η διαδικασία της καταγραφής βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη, δεν έχει ολοκληρωθεί», δήλωσε στο cretapost ο δήμαρχος Σητείας, Γιώργος Ζερβάκης.
Να σημειωθεί ότι κρατική αποζημίωση θα λάβουν οι ιδιοκτήτες επαγγελματικών οχημάτων, καθώς και όσα ανήκουν σε εταιρείες rent a car.
«Οι έλεγχοι είναι συνεχείς από κλιμάκια της Περιφέρειας, του Δήμου Σητείας καθώς και από κλιμάκια της Διεύθυνσης Αποκατάστασης Επιπτώσεων Φυσικών Καταστροφών. Επίσης, έχει ξεκινήσει ήδη η διαδικασία των αποζημιώσεων, ώστε οι επιχειρήσεις να λειτουργήσουν ξανά και η ζωή στην πόλη να ξαναβρεί το συντομότερο δυνατόν τους ρυθμούς της», σημείωσε ο δήμαρχος.
Και προσέθεσε χαρακτηριστικά: «Ποτέ ξανά δεν έχει συμβεί κάτι παρόμοιο στη Σητεία. Άνοιξε ξεροπόταμος, ο οποίος εδώ και 60-70 χρόνια δεν είχε ‘τρέξει’ ξανά ούτε ένα ‘δάκρυ’ νερό».