Αντίθετα από τη φημολογία, για την αύξηση των περιστατικών της ενδοοικογενειακής βίας, ως αποτέλεσμα όχι μόνο των κακών σχέσεων, αλλά και της δύσκολης κατάστασης που προκαλεί ο υποχρεωτικός εγκλεισμός, τα επίσημα στοιχεία που διαθέτει στη χώρα, η ΕΛ.ΑΣ δεν το επιβεβαιώνουν.
Αυτό βέβαια δε σημαίνει κιόλας, ότι οι φήμες και οι εκτιμήσεις δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, αφού όπως έχει φανεί και σε γενικές μελέτες του παρελθόντος, υπάρχει πάντα ένας σημαντικών αριθμός «σκοτεινών περιστατικών», που συμβαίνουν μεν, πλην όμως δεν έρχονται ποτέ στο προσκήνιο. Ούτε τα θύματα, αλλά ούτε και πιθανοί αυτήκοοι ή αυτόπτες μάρτυρες προχωρούν στο επόμενο βήμα, που είναι η καταγγελία στην Αστυνομία, παρότι από το 2006 έχει αλλάξει η νομοθεσία και το αδίκημα της ενδοοικογενειακής βίας διώκεται αυτεπάγγελτα και δεν απαιτείται η υποβολή μήνυσης, αλλά μόνον η καταγγελία.
Επιχειρώντας σε αυτή την περίοδο να δράσει προληπτικά και ενισχυτικά στο επίπεδο των καταγγελιών, η ΕΛ.ΑΣ απευθύνεται στους πολίτες, υπενθυμίζοντας την αναγκαιότητα να καταγγέλλονται τα περιστατικά βίας από τα θύματα, ή από όσους γνωρίζουν και δε μιλούν. Ο αστυνόμος Β’ , υπεύθυνος ενημέρωσης της Γεν. Αστυνομικής Διεύθυνσης Ηπείρου, Ηλ. Μήτσιος τόνισε, ότι πάντα υπάρχει η δυνατότητα ώστε τα θύματα ή οι γνώστες περιστατικών βίας να απευθύνονται ανώνυμα στο οικείο ΑΤ, ή στο τηλεφωνικό κέντρο του «100» ακόμη και με sms, αρκεί να αναφέρουν τη διεύθυνσή τους. Επίσης, υπάρχει και ο αριθμός 15900 που λειτουργεί όλο το 24ωρο, υπό την αιγίδα της Γεν. Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας Φύλων.
«Προφανώς, ένα πρόβλημα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, είναι ο φόβος των θυμάτων και των μαρτύρων, αλλά και η ντροπή ή η ενοχή που αισθάνονται τα θύματα για την κατάσταση που βιώνουν. Δεν είναι αποδεκτή η επιλογή να μένει κάποιος σε αυτήν την τοξική κατάσταση και γι’ αυτό η ΕΛ.ΑΣ σε συνεργασία με τα συμβουλευτικά κέντρα και άλλες δομές έχουν απλώσει ένα δίχτυ προστασίας για αυτά τα θύματα», σημείωσε ο κ. Μήτσιος.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ