Σε επενδύσεις συνολικού ύψους 3,4-4 δισ. ευρώ, δημοσιονομικό χώρο για φοροελαφρύνσεις 2 δισ. ευρώ το 2021 και το 2022 και περιθώρια για ακόμη μεγαλύτερες σε περίπτωση υπεραπόδοσης μεταφράζεται το διαπραγματευτικό σχέδιο της κυβέρνησης με τους θεσμούς το 2020.
Αφορά τρεις διεκδικήσεις, που εφόσον ευοδωθούν θα μπορούσαν να ενισχύσουν σημαντικά την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, αλλά και το πολιτικό κεφάλαιο της κυβέρνησης, διευκολύνοντας τους σχεδιασμούς της. Άλλωστε, οι φοροελαφρύνσεις που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης την Πέμπτη στη συνέντευξή του στον Alpha, πιέζουν ήδη για πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο τουλάχιστον για το 2021 και μετά: Η πλήρης κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης από το 2021, που κανονικά θα εκτεινόταν σε ορίζοντα 4ετίας, μεταφράζεται σε περίπου 900 εκατ. ευρώ. Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, που θα επισπευσθεί, θα φτάσει και αυτή σωρευτικά το 1 δισ. ευρώ, περίπου, αν και θα αντισταθμιστεί σε πρώτη φάση από την καθυστέρηση της περαιτέρω μείωσης του φορολογικού συντελεστή των κερδών των επιχειρήσεων από το 24% στο 20%.
Οι τρεις διεκδικήσεις είναι:
α. Η μείωση του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5% του ΑΕΠ για το 2021 και 2022 (ο πήχυς μπαίνει στο 2% του ΑΕΠ, αλλά ασφαλώς η κυβέρνηση θα είναι ικανοποιημένη από μια έγκριση στο 2,5% του ΑΕΠ), που αντιστοιχεί σε πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο περίπου 2 δισ. ευρώ τα δύο επόμενα χρόνια.
β. Η αλλαγή της χρήσης των κερδών των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών (SMPs και ANFAs) που επιστρέφονται στη χώρα μας από την εξυπηρέτηση του χρέους στη χρηματοδότηση επενδύσεων. Περίπου 4 δισ. ευρώ απομένουν να εισπραχθούν, αλλά η απόφαση ενδέχεται να εφαρμοσθεί από τη μεθεπόμενη δόση, περιορίζοντας το όφελος στα 3,4 δισ. ευρώ.
γ. Η λειτουργία ενός μηχανισμού εξομάλυνσης (smoothing mechanism), που θα επιτρέπει να μεταφέρονται τα όποια υπερπλεονάσματα από χρόνο σε χρόνο. Τα περιθώρια εδώ μπορεί να αποδειχθούν πολύ μεγάλα, αν σκεφθεί κανείς το μέγεθος των υπερπλεονασμάτων των προηγούμενων ετών, που ξεπερνούσαν το 1 δισ. ευρώ, αν και κάτι τέτοιο θα αποτελούσε μια ένδειξη κακού σχεδιασμού.
Ψηλά ο πήχυς
Για καμιά δεν θεωρείται δεδομένη η θετική έκβαση. Η πιο δύσκολη είναι ασφαλώς η μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος, αφού εκεί η γερμανική διαπραγματευτική στάση, όπως τη μεταφέρουν πηγές του οικονομικού επιτελείου, είναι άκαμπτη. «Γιατί να αλλάξουμε μια συμφωνία, που περάσαμε δύσκολα από το Κοινοβούλιό μας, αφού τα πάτε καλά;» διαμηνύουν οι Γερμανοί. Η διαπραγμάτευση μπορεί να κριθεί στο νήμα, τον Οκτώβριο, με την κατάθεση του νέου προϋπολογισμού, αν και το θέμα θα θέσει ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας πιθανώς τον Μάρτιο ή Απρίλιο, ενώ πίεση θα ασκήσει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, τον Μάιο, που θα περιέχει μια νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους και εναλλακτικά σενάρια με ή χωρίς μείωση του στόχου.
Οι αποφάσεις για πιθανή αλλαγή της χρήσης των ANFAs και SMPs, ώστε να κατευθύνονται σε επενδύσεις, καθώς και για τη δυνατότητα μεταφοράς των υπερπλεονασμάτων, θα μπορούσε να είναι υπόθεση του Ιουνίου, μετά την 6η αξιολόγηση. Η κυβέρνηση θα προτιμούσε να λυθεί το κάθε θέμα χωριστά, καθώς δεν θέλει να δώσει την εντύπωση πως διεκδικεί χαλάρωση των κανόνων πειθαρχίας και ρισκάρει τη βιωσιμότητα του χρέους. Θα επιχειρηματολογήσει, προβάλλοντας την επενδυτική και αναπτυξιακή διάσταση των διεκδικήσεών της.
Ξεκινά η 5η αξιολόγηση
Η μάχη για την ευόδωση των αιτημάτων που θα φέρουν τα 6 δισ. ευρώ σε επενδύσεις και δημοσιονομικό χώρο ξεκινάει ουσιαστικά σήμερα, στο πλαίσιο της 5ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης.
Πληροφορίες από το οικονομικό επιτελείο αναφέρουν ότι η κυβέρνηση είναι έτοιμη να παρουσιάσει μια πρώτη λίστα επενδύσεων, που θα πρότεινε να χρηματοδοτηθούν από τα SMPs και ANFAs, εφόσον αποφασιστεί η αλλαγή της χρήσης τους από την εξόφληση του χρέους στην οποία κατευθύνονται τώρα.
Προτεραιότητα δίνεται σε επενδύσεις που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και την πράσινη οικονομία, την ψηφιοποίηση, έργα μεταφορών και ενεργειακής αποτελεσματικότητας και κάποια έργα υποδομών, όπως ο Βόρειος Αξονας Κρήτης. Επίσης, προτείνεται η χρησιμοποίηση των πόρων για την αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων.
Η ατζέντα της αξιολόγησης περιλαμβάνει, βεβαίως, πλήθος άλλα θέματα. Προτεραιότητα δίνεται στο νέο πτωχευτικό δίκαιο και στο τραπεζικό σύστημα, με έμφαση στην εφαρμογή του «Ηρακλή» για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Στο πεδίο αυτό, η κυβέρνηση περιμένει την απόφαση του Ενιαίου Μηχανισμού Εποπτείας (SSM) για το αν θα απαιτηθούν τελικά πρόσθετες εγγυήσεις του ελληνικού Δημοσίου, με τις πληροφορίες να αναφέρουν ότι αυτά ίσως είναι τα πρώτα καλά νέα που θα πάρει το 2020.
Άλλα θέματα της αξιολόγησης περιλαμβάνουν τον μηδενισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, την εξόφληση των καταπτώσεων δανείων με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου, ενεργειακά, το clawback στην υγεία, θέματα φορολογικής διοίκησης και, φυσικά, τις ιδιωτικοποιήσεις, με έμφαση στις μεγάλες.
Ακόμη, μεταξύ των θεμάτων που έχουν τεθεί είναι η αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και ιδίως η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών.
Παρότι οι θεσμοί δεν έχουν εκφράσει ανησυχία, σύμφωνα με πληροφορίες, σε ό,τι αφορά την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών για το 2020, είναι πιθανό να γίνει συζήτηση για το κόστος του νέου ασφαλιστικού, των δικαστικών αποφάσεων για τις συντάξεις, των σχεδίων της κυβέρνησης για τις φοροελαφρύνσεις, που είναι ακόμη ανοιχτά. Το σίγουρο είναι πως η κυβέρνηση θα χρειαστεί μια πολύ καλή έκβαση της αξιολόγησης για να προωθήσει τις διεκδικήσεις της στη συνέχεια.