Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η απελευθέρωση των μετακινήσεων και η αποδέσμευση της αγοράς από τα ραντεβού, μαζί με την κατάργηση των sms από την Παρασκευή, είναι μία ουσιαστική αλλά και συμβολική αλλαγή στη ζωή μας. Ζούμε από τον Νοέμβριο σε έναν μοτίβο, ένα πλαίσιο περιορισμών που έχει πλήξει τον τρόπο ζωής μας, που έχει μετατραπεί σε μία μη φυσική συνθήκη ζωής.
Παρά τα όσα λέγονται, δεν επρόκειτο για μία επιβολή εκ των άνω της εξουσίας, ούτε μία απειλή των δημοκρατικών μας δικαιωμάτων. Η πλειονότητα των πολιτών αποδέχτηκε από πέρυσι τον Μάρτιο τα μέτρα και τις απαγορεύσεις, είτε γιατί κατανοούσε την ανάγκη τους, είτε γιατί δεν είχε εναλλακτικές επιλογές να προτείνει.
Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν υπήρξε και πλήγμα στη δημοκρατία μας και στην ελεύθερη έκφραση. Υπήρξε, όμως δεν ξέφυγε του πλαισίου μέσα στο οποίο γίνεται αποδεκτή η σχέση εμπιστοσύνης πολίτη- κράτους. Δεν είμαστε μόνο άτομα που φέρουν ατομικά δικαιώματα, είμαστε και πολίτες με συλλογικά δικαιώματα και υποχρεώσεις και επιλέγη το υπέρτερο συμφέρον όλων που είναι η υπεράσπιση της ζωής.
Αυτό που δεν πρέπει να ξεχάσουμε είναι ότι έπρεπε και πρέπει να προστατευτεί η ζωή.
Αυτό που άλλαξε όμως τον τελευταίο καιρό, είναι η αλλαγή της συνθήκης. Από τη μία, ήταν και είναι η κούραση. Πόσο πια να ζεις με μέτρα και περιορισμούς. Κι από την άλλη, η ανακάλυψη των νέων δυνατοτήτων. Τα εμβόλια, τα αυτοδιαγνωστικά τεστ, ο μεγαλύτερος αριθμός ελέγχων, η αύξηση των δυνατοτήτων των νοσοκομείων έστω κι αν έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα και περισσότερη, είναι βήματα που το τελευταίο δίμηνο μας επέτρεψαν να σκεφτούμε αλλιώς. Και φαίνεται ότι προς τα εκεί έπρεπε να κατευθυνθούν εξ αρχής τα κράτη και να μην περιορίζονται στη διαχείριση μιας καραντίνας ως τη βέλτιστη λύση.
Βγαίνουμε συνεπώς εκεί έξω κι αυτό από μόνο του φέρνει αισιοδοξία. Θα βρούμε όμως μία οικονομία σε κρίση και μία κοινωνία που ακόμα δεν μπορεί να επουλώσει τις πληγές της. Τώρα, αρχίζουν- πάλι- τα δύσκολα.
ΦΙΛΗΜΩΝ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΣ