Μία δημιουργική παράσταση από το Δημοτικό Θέατρο Ιωαννίνων ζωντανεύει τον λόγο του Χρήστου Χριστοβασίλη
Δύο γιορτές ενώνει η παράσταση «Από γιορτή σε γιορτή» που ανέβασε το Δημοτικό Θέατρο Ιωαννίνων για τέσσερις παραστάσεις, συμμετέχοντας στους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση: Την Πρωτοχρονιά και το Πάσχα.
Και βασίζεται πάνω σε δύο διηγήματα του Ηπειρώτη Χρήστου Χριστοβασίλη (12 Μαρτίου 1861 – 26 Αυγούστου 1937), το «Η καλύτερη μου αρχιχρονιά» (1889) και «Η Πασκαλιά της λευτεριάς» (1897) τα οποία έχουν δημοσιευθεί πολλές φορές μετά την πρώτη γραφή τους και έχουν πολυδιαβαστεί ως τις μέρες μας.
Ο Χρηστοβασίλης σε καρτ-ποστάλ του 1898
Ο συνδετήριος όμως, κρίκος που ενώνει τις δύο ιστορίες και συγκροτεί ένα υπόστρωμα στη θεατρική παράσταση, μία ενότητα, είναι ο πόθος για τη λευτεριά των Ηπειρωτών, η δύσκολη ζωή τους στην αγροτική ενδοχώρα και τα όνειρα των ανθρώπων που βρέθηκαν εκτός ελληνικών συνόρων μετά την επανάσταση του 1821 ως και το 1912- 13.
Αν αυτό το υπόστρωμα δεν έβγαινε στην παράσταση δύσκολα θα μπορούσε να σταθεί κι αλλιώς ως πρόταση, πέρα ίσως από μία νέα αφήγηση δύο ξεχωριστών κειμένων.
Σε καμία όμως περίπτωση δεν είχαμε μία αφήγηση, μία αναπαραγωγή. Αντίθετα, είδαμε μία ολοκληρωμένη σε μεγάλο βαθμό, θεατρική παράσταση, η οποία δίνει δραματική υπόσταση επί της σκηνής στα συμβάντα που ιστορεί ο συγγραφέας, μέσα όμως από τους χαρακτήρες, τους ήρωες και τις σχέσεις του. Κι από ένα σημείο και πέρα, από τον έναν και μοναδικό ήρωα που δεν είναι παρά ο ίδιος ο Χρηστοβασίλης, άλλοτε διαχωρισμένος μέσα στα τρία πρόσωπα του έργου, άλλοτε με μία φωνή, στο προσκήνιο και στο φόντο των μεγάλων ιστορικών αλλαγών που συνέβαιναν στον τόπο του και στις δραματικές επιπτώσεις στις ζωές των κατοίκων της Ηπείρου.
Στη δίνη της ιστορίας
Άλλωστε, από τα πρώτα χρόνια που άρχισε να γίνεται γνωστό το λογοτεχνικό έργο του Χρηστοβασίλη, ο οποίος με την «Αρχιχρονιά» που δημοσιεύεται στην «Ακρόπολη» κερδίζει και ένα λογοτεχνικό διαγωνισμό, αναγνωρίζεται το αυτοβιογραφικό στοιχείο στα γραπτά του.
Ο Χρηστοβασίλης, όμως δεν ιστορεί απλώς, αν και θα διακριθεί και στην εξιστόρηση γεγονότων ως δημοσιογράφος και εκδότης της σημαντικής εφημερίδας των Ιωαννίνων «Ελευθερία» ως το τέλος της ζωής του. Περισσότερο μετατρέπει τις ιστορικές εξελίξεις σε βίωμα των ηρώων, αίσθημα, ψυχογράφημα, αναδεικνύοντας έναν πλούτο στοιχείων από τη ζωή στην ύπαιθρο, τα χωριά, την κτηνοτροφία, τις σχέσεις με τις μεγάλες πόλεις και το αποτύπωμα που αφήνει η ιστορία η οποία τρέχει με απίστευτες ταχύτητες από το 1880 ως το 1930, πάνω από τον ελληνικό χώρο και τα Βαλκάνια, για να ορίσουμε και ένα χρονικό πεδίο που βρέθηκε μέσα στα ενδιαφέροντά του.
Το πέρασμα από τον 19ο αιώνα στον 20ο αιώνα, βρίσκει την Ήπειρο εκτός ελληνικού κορμού, πλην της Άρτας, με τα σύνορα στον Άραχθο. Τα ισχυρά συμφέροντα των μεγάλων ευρωπαϊκών δυνάμεων μετά το Συνέδριο του Βερολίνου του 1878 βλέπουν περισσότερο τις νέες γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη και τις σχέσεις με την Οθωμανική αυτοκρατορία, και δεν στρέφονται προς τις επιμέρους αγωνίες των κατοίκων μικρών περιοχών στα άκρα των συνόρων, όπως η Ήπειρος. Οι προσδοκίες μίας μεγαλύτερης Ελλάδας που θα ενσωματώνει και τους πληθυσμούς εκτός των συνόρων της διαψεύδονται και δημιουργούνται γρήγορα «αντιδυτικά», ή αντιευρωπαϊκά αισθήματα θα λέγαμε σήμερα, σε μέρος των Ελλήνων που θα αναζητήσουν τα επόμενα χρόνια και νέα πολιτικά προτάγματα για να το εκφράσουν. Οι χάρτες για την ελληνικότητα και οι εκθέσεις για την ελληνική σύνθεση πολλών περιοχών, που αυξάνονται τότε, μοιάζει να μην επαρκούν για να πείσουν τους «μεγάλους», κάποιες συσπειρώσεις θα αρχίσουν να σκέφτονται πιο δυναμικές λύσεις και αυτό θα οδηγήσει στον «ατυχή πόλεμο» του 1897 που έφερε και μία μεγάλη ήττα για την Ελλάδα και απομάκρυνε για μία ακόμα φορά την προοπτική της Ηπείρου για ένταξη στον ελληνικό χώρο.
Μέσα στις νέες δυναμικές που δημιουργεί η αρχή του 20ου αιώνα, ο νέος ηγέτης Ελ. Βενιζέλος κατανοεί τη σημασία της συμμαχίας με ευρωπαϊκές δυνάμεις όπως η Αγγλία και η Γαλλία ή η ευκαιρία που ανοίγεται αρχικά με τη συμμαχία με Σερβία και Βουλγαρία κατά της Πύλης. Αυτή η επιλογή όμως, έρχεται σε αντίθεση με την άλλη επιλογή που εκφράζεται από τον Διάδοχο Κωνσταντίνο. Η σύγκρουση δύο διαφορετικών επιλογών που εμπεριέχουν και δύο αντιλήψεις για το έθνος κράτος και την πορεία του ελληνισμού, περνάει από τις μεγάλες νίκες στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-13) και την επέκταση πια και στην Ήπειρο, στον Διχασμό του 1917, στη Συνθήκη των Σεβρών (1920) και τελικά στην Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Ο Χρηστοβασίλης τα ζει όλα αυτά με όλο του το είναι. Δημοσιογράφος, οπαδός της απελευθέρωσης της Ηπείρου και διωκόμενος από τους Τούρκους, συγγραφέας, πολιτικός και αντίπαλος του βενιζελισμού, άνθρωπος του καιρού του που δεν έμεινε στιγμή αμέτοχος. Όταν μιλάει συνεπώς για το «ρωμέικο» και τη «λευτεριά», ξέρει τι λέει, ακόμα και αν δεχτούμε όπως είναι φυσικό, ότι εξέφραζε ένα μέρος του δημόσιου λόγου που διατυπωνόταν στους καιρούς του.
Βίος και εξελίξεις
Αυτά τα πολιτικά στοιχεία, είναι απαραίτητα για να κατανοήσουμε κυρίως το δεύτερο κείμενο που παρουσιάζεται στη σκηνή, για την Πασχαλιά, εκεί που τα όρια του χρόνου μοιάζουν πιο ρευστά και από το 1897 περνάμε στο 1913 και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, στην πολιτική δίωξη που υπέστη το 1918 ο Χρηστοβασίλης, στη διαρκή δράση του μετέπειτα στην πολιτική, δύο φορές εκλεγμένος βουλευτής, την οικογένειά του, ως και το τέλος της ζωής του τον Αύγουστο του 1937.
Δεν περιγράφονται σε λίγες γραμμές οι πολλές ζωές που έζησε ο Χρηστοβασίλης. Ένας πολιτικός του «συντηρητικού» χώρου, που όμως όρθωνε το ανάστημά του στους ληστές όταν οι άλλοι τους προσκυνούσαν, που υπεράσπιζε τον φτωχό κάτοικο των χωριών, που χτύπαγε τον υποκριτικό αντικομμουνισμό των βενιζελικών στον Μεσοπόλεμο, δημοτικιστής με την πένα του. Είχε κι αυτός όπως είναι προφανές, πλευρές με τις οποίες θα διαφωνούσαμε σήμερα, όπως πολλοί διαφωνούσαν και τότε μαζί του. Μαίνονταν οι σκληρές αντιπαραθέσεις μεταξύ των αρθρογράφων κάθε μέρα στις εφημερίδες των Ιωαννίνων τη δεκαετία του ’20, συχνά με πολύ σκληρό τρόπο που προκαλεί έκπληξη σε όσους ωραιοποιούν το παρελθόν.
Το μεγάλο όμως ταλέντο του Χριστοβασίλη στη λογοτεχνία, στα διηγήματα, τα παραμύθιά του, όλα βγαλμένα λες μέσα από τη γη και τους ανθρώπους με τις παραδόσεις τους, στέκονται ακόμα τα περισσότερα.
Η ίδια η παράσταση, φέρνει το φως αυτό που λένε συχνά οι λαϊκοί άνθρωποι για την «τυρράνια». Την τυραννία να αγωνίζεσαι για τον βιοπορισμό κάθε μέρα ακόμα και αντιπαλεύοντας τη φύση, αλλά και την τυρρανία να μην ορίζεις τον τόπο σου, να είσαι έρμαιο των καθεστώτων, των αγάδων, των λήσταρχων, όσων δεν σε άφηναν να ζήσεις ελεύθερος.
Ένας συνδετήριος κρίκος για αυτό το έργο και τη βιογραφία του Χρηστοβασίλη που φτάνει ως και την παράσταση είναι η μελέτη της Δροσιάς Κατσίλα, εγγονής του, με τίτλο «Ο Βίος και το έργο του Χρήστου Χρηστοβασίλη» που εκδόθηκε το 2007 από την Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών. Μία εξαιρετική μελέτη που αποκαθιστά, δίνει συνολική εικόνα για το έργο του Χριστοβασίλη και συγκροτεί τον βίο του, με έναν πολύ μεγάλο πλούτο στοιχείων από την εποχή του τα οποία εν τέλει φωτίζουν και τη λογοτεχνική παραγωγή του.
Ζωντάνια
Η παράσταση του Δημοτικού Θεάτρου, με την υποστηρικτική σκηνοθεσία της Χριστίνας Χατζηβασιλείου, και την ωραία, ακριβή και δουλεμένη παρουσία των ηθοποιών (Μαρία Κεβρεκίδου, Αντώνης Χρήστου και Χρήστος Χρήστου) είναι ένα πλήρες θεατρικό έργο, γεμάτο ζωντάνια και νεανική δύναμη, με στιγμές αυθεντικής συγκίνησης που ίσως να μπορούσαν να είναι και περισσότερες, σαν τη μάνα που αποκρίνεται στο γιο της με το άγριο ποτάμι ανάμεσα τους.
Η δημιουργική συνεργασία των συντελεστών της παράστασης, με τη σκηνογραφία της Αλεξάνδρας Μπουσουλέγκα και της Ράνιας Υφαντίδου να εκμεταλλεύονται το χώρο του κάστρου, οι ήχοι και η μουσική του Βασίλη Λάγδα και οι φωτισμοί της Δήμητρας Αλουτζανίδου, συμβάλλουν στην πληρότητα της παράστασης.
Το σημαντικότερο όμως επίτευγμά της είναι ότι δίνει χώρο και πρωτεύοντα ρόλο στον λόγο.
Λόγος όχι ως τεκμήριο μνήμης και αρχειακής διατήρησης, αλλά ως ζώσα ύπαρξη.
Λέξεις – σώματα που δεν τις καταλαβαίνεις πάντα- υπάρχει άλλωστε και ένα ηλεκτρονικό λεξικό σήμερα που έχει κι αυτό τον ρόλο του στην παράσταση-, αλλά στο τέλος συγκροτούν έναν νέο σχήμα, έναν δρόμο για να γνωρίσουμε ξανά τον Χρηστοβασίλη κι εκείνο το μικρό παιδί που προσπαθούσε να μείνει ξάγρυπνο σε μία καλύβα κάπου μακριά μέσα στην καταιγίδα για να δει τι γίνεται όταν αλλάζει ο χρόνος. Τον δρόμο ως εκείνο το παιδί, τον περπατήσαμε.
Η ψηφιοποίηση της «Ελευθερίας»
Στο τέλος του έργου ακούγεται μία αναφορά στην ανάγκη για έκδοση των απάντων του Χριστοβασίλη. Ήδη κατά την κηδεία του καταγράφηκε το ζήτημα σε επικήδειους λόγους, όπως και στο ετήσιο μνημόσυνο.
Είναι δύσκολο όμως για έναν δήμο ή έναν σύλλογο σήμερα να παράγει έναν τέτοιο εκδοτικό έργο. Και τι να πρωτοεκδόσει κιόλας μία τοπική αρχή και από ποιον συγγραφέα να ξεκινήσει.
Θα μπορούσε όμως να γίνει μία αρχή με την ψηφιοποίηση της εφημερίδας «Ελευθερία», της οποίας υπάρχει καλά διατηρημένο αρχείο στη Βιβλιοθήκη της ΕΗΜ. Περιείχε τεράστιο δημοσιογραφικό πλούτο, αλλά και τον λόγο του Χρηστοβασίλη στα επίκαιρα θέματα. Με τη συνεργασία τοπικών φορέων, το ψηφιοποιημένο αρχείο της εφημερίδας θα ήταν διαθέσιμο στο ευρύ κοινό και τους ερευνητές.
Του ΦΙΛΗΜΟΝΑ ΚΑΡΑΜΗΤΣΟΥ