Στα 87 του έφυγε από τη ζωή κατόπιν επιπλοκών από ένα ισχυρότατο εγκεφαλικό που υπέστη προ μηνών, ένας από τους πιο επιφανείς εκπρόσωπους της beat λογοτεχνίας και αργότερα της αντικουλτούρας, «ένας σοφός και συγχρόνως πολύ όμορφος, εσωτερικά κι εξωτερικά».
Ο Μάικλ Μακ Κλουρ ήταν 22 χρονών όταν συμμετείχε στην θρυλική βραδιά ανάγνωσης beat ποιημάτων στην Six Gallery του Σαν Φρανσίσκο, στις 7 Οκτωβρίου 1955, εκεί όπου παρουσιάστηκε για πρώτη φορά ενώπιον κοινού και το διάσημο «Ουρλιαχτό» του Άλεν Γκίνσμπεργκ. Αναφερόμενος πολλά χρόνια αργότερα σ’ εκείνη την εκδήλωση όπου στήθηκε το σκηνικό για την επανάσταση στην αμερικανική κουλτούρα από την beat γενιά, θα έλεγε:
«Ήταν γκρίζος και πικρός ο κόσμος που με τρεμάμενο βήμα πατήσαμε στις αρχές εκείνης της δεκαετίας. Είχαμε δει ότι η τέχνη της ποίησης ήταν ουσιαστικά νεκρή – σκοτωμένη από τον πόλεμο, από τους πανεπιστημιακούς, από την παραμέληση, από την αδιαφορία, από την έλλειψη αγάπης. Ξέραμε ότι εμείς μπορούσαμε να την επαναφέρουμε στη ζωή».
Ήταν μία μόνο από τις εξαιρετικά σημαίνουσες για την σύγχρονη (αντι)κουλτούρα εκδηλώσεις που συμμετείχε. Δώδεκα χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1967 θα έπαιρνε μέρος στο μεγάλο event ποίησης, μουσικής, ψυχεδέλειας (εκεί ακούστηκε για πρώτη φορά ο όρος) και ελεύθερης έκφρασης με τίτλο “Human Be-In” στο Πάρκο Γκόλντεν Γκέιτ του Σαν Φρανσίσκο, όπου συμμετείχε η αφρόκρεμα των συγκροτημάτων της περιοχής (Jefferson Airplane, Grateful Dead, Quicksilver Messenger Service) μαζί με την αφρόκρεμα των γκουρού της αντικουλτούρας (Τίμοθι Λίρι, Τζέρι Ρούμπιν κ.ά). Ήταν το πρελούδιο του Καλοκαιριού της Αγάπης που θα ακολουθούσε την ίδια χρονιά.
«Χωρίς τον βρυχηθμό του Μακ Κλουρ, τα ’60s δεν θα είχαν συμβεί», είχε πει κάποτε ο Ντένις Χόπερ.
Η σχέση του Μακ Κλουρ με την ροκ κουλτούρα δεν ήταν περιστασιακή. Υπήρξε στενός φίλος του Τζιμ Μόρισον και αργότερα συνεργάστηκε και έκανε περιοδείες με τον Ρέι Μάνζαρεκ ενώ το 1976 εμφανίστηκε επί σκηνής ως ένας από τους επίτιμους καλεσμένους στην τελευταία συναυλία των Band, η οποία καταγράφηκε στην ταινία “The Last Waltz” του Μάρτιν Σκορσέζε.
Ο Μάικλ Μακ Κλουρ έζησε περισσότερο από όλους τους σπουδαίους εκπρόσωπους της beat λογοτεχνίας που ανέδειξε η μεταπολεμική γενιά στην Αμερική, με εξαίρεση ίσως τον ιδρυτή του θρυλικού βιβλιοπωλείου και εκδοτικού οίκου City Lights, Λόρενς Φερλινγκέτι, ο οποίος τον περασμένο μήνα έκλεισε αισίως τα 101 χρόνια του.
Στη διάρκεια της μακράς πορείας του στα γράμματα, ο Μακ Κλουρ εξέδωσε πάνω από τριάντα ανθολογίες ποίησης, νουβέλες και θεατρικά έργα, με πιο πρόσφατα τα βιβλία “Persian Pony” και “Mephistos and other Poems” (πάντα από τις εκδόσεις του City Lights). Υπήρξε επίσης για 43 χρόνια καθηγητής ποίησης στο Κολέγιο Τεχνών της Καλιφόρνια.
Είχε πει κατά την παρουσίαση του “Mephistos” το 2016: «Τα ποιήματα βουτάνε μέσα στον χώρο και στον χρόνο όπως τα δελφίνια ανάμεσα στα κύματα». Από τη μεριά της, η εκδότρια του Iλέιν Κάτζενμπεργκερ, δήλωσε αμέσως μετά την αναγγελία του θανάτου του: «Του άρεσε κάπου-κάπου να παίζει παιχνίδια, ήταν αναμφισβήτητα ένας προβοκάτορας, συγχρόνως όμως ήταν πάντα στοργικός και υπομονετικός, ένας σοφός που ήταν πολύ όμορφος, εσωτερικά κι εξωτερικά».
ΣΕ ΜΙΑ ΒΟΛΤΑ ΜΕ ΒΕΝΖΙΝΙΚΑΤΟ ΣΤΟ ΝΗΣΙ ESPIRITU SANCTU ΣΤΟΝ ΚΟΛΠΟ ΤΗΣ LA PAZ, BAJA SUR
Η παραδοχή της θνητότητας
είναι που με γεμίζει. Είμαι η γέννηση και ο θάνατός μου.
Κάθε ανάσα
με πάει μακρύτερα
στο τραγούδι που είναι γραμμένο στον χλομό μπλε ουρανό από ουρές και φτερά θαλασσινών πουλιών. Κάποια μέρα, για άλλη μια φορά
θα γίνω η ψυχή των βουνών και των βράχων.
ΜΕΘΥΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΛΛΑΓΗ
Δεν θα σου δώσω ομορφιά! Υπάρχει μόνο μία ομορφιά. Δίχως συμμετρία
μες στο κρανίο μου. Μέσα
στα μάτια μου!
Αλλά, Ω! Ω! Τι ειν’ αυτό που βλέπω μέσα στα γκρίζα σου μάτια;
Είναι ουρανοί!
Ουρανοί νέας χάρης και δράσης! Είσαι η μοναδική που λάτρεψα
την ώρα που με τίμησες. Μαζί θα φορέσουμε καινούργιες
στολές. (Νέα μαλλιά, μάτια, στήθη κι ανάσα)
-νέες βάτες τρυφερότητας.
Θα το σκάσουμε
από τούτη τη μακάβρια
σκηνή
με φτερά στα πόδια. Ομολογώντας πως μοιραία είμαστε
κρέας μέσα σε δόξα ατέλειωτη!
Στίγμα
Μπότα
Υδράργυρος
Κύπελλο
(Δύο ποιήματα του Μάικλ Μακ Κλουρ σε μετάφραση Γιάννη Λειβαδά από την “Ανθολογία Μπιτ Ποίησης”, Ροές, 2003)
Επιμέλεια: Δ. Πολιτάκης