Στη Βουλή βρίσκεται το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας για το επίδομα γέννησης ύψους 2.000 ευρώ για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα από 1-1-2020.
Το επίδομα θα καταβάλλεται σε δύο ισόποσες δόσεις των 1.000 ευρώ. Για την καταβολή του επιδόματος λαμβάνεται υπόψη και το εισόδημα, τόσο το πραγματικό όσο και το τεκμαρτό βάσει συντελεστών.
Το εισοδηματικό όριο είναι στις 40.000 ευρώ για τον ένα γονέα, ο οποίος έχει συντελεστή 1. Από εκεί και πέρα υπάρχει προσαύξηση εισοδήματος κατά 1/2 (ή 0,5) για τον δεύτερο γονέα και κατά 1/4 (ή 0,25) για κάθε άγαμο, ή ανήλικο παιδί που δεν έχει κλείσει την ηλικία των 18 ετών μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου του έτους γέννησης του παιδιού για το οποίο ζητείται το επίδομα.
Για τη λήψη του επιδόματος από γονείς άλλων χωρών θα πρέπει ο ένας από τους δύο να διαμένει νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα τα 10 τελευταία χρόνια πριν από το έτος γέννησης του παιδιού.
Κατ’ εξαίρεση, “για παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα κατά τα έτη 2020 και 2021, το επίδομα χορηγείται εφόσον η μητέρα τους, ως πολίτης τρίτης χώρας, διαμένει νόμιμα και μόνιμα στην ελληνική επικράτεια από το έτος 2012 και εντεύθεν”.
Οι διατάξεις
Σύμφωνα με τις διατάξεις του σχεδίου νόμου, πιο αναλυτικά:
– Θεσπίζεται επίδομα γέννησης, ύψους 2.000 ευρώ, για κάθε παιδί που γεννιέται στην Ελλάδα από την 1η Ιανουαρίου 2020.
– Καθορίζεται ως δικαιούχος του ανωτέρω επιδόματος η μητέρα του παιδιού, εφόσον η ίδια ή ο πατέρας αυτού εμπίπτει σε μία από τις ειδικότερα αναφερόμενες κατηγορίες.
– Καταβάλλεται, σε ειδικές περιπτώσεις, το επίδομα στο διαμένοντα νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα πατέρα του παιδιού, εφόσον αυτός ασκεί την επιμέλειά του και, σε κάθε περίπτωση, στο διαμένοντα νόμιμα και μόνιμα στην Ελλάδα, ο οποίος ασκεί την επιμέλεια του παιδιού, κατόπιν έκδοσης της σχετικής δικαστικής απόφασης.
– Καταβάλλεται το επίδομα γέννησης σε δύο ισόποσες δόσεις των 1.000 ευρώ έκαστη.
– Προβλέπεται η δυνατότητα υποβολής της σχετικής αίτησης είτε στο υποσύστημα του πληροφοριακού συστήματος του Μητρώου Πολιτών για τη δήλωση γέννησης είτε απευθείας στο σύστημα του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) για το επίδομα γέννησης.
– Καθορίζεται ρητά η έννοια του ισοδύναμου οικογενειακού εισοδήματος, το οποίο λαμβάνεται υπόψη για την καταβολή του επιδόματος γέννησης.
– Περιγράφεται η αναγκαία για τον υπολογισμό του ανωτέρω επιδόματος κλίμακα ισοδυναμίας.
– Ως προϋποθέσεις χορήγησης του εν λόγω επιδόματος προβλέπονται: α) το εισοδηματικό κριτήριο και ορίζεται ότι το ισοδύναμο οικογενειακό εισόδημα δεν θα πρέπει να υπερβαίνει ετησίως το ποσό των 40.000 ευρώ και β) η υποβολή δήλωσης φορολογίας εισοδήματος και της σχετικής Πράξης Διοικητικού Προσδιορισμού Φόρου.
– Εισάγεται κριτήριο νόμιμης και μόνιμης διαμονής στην ελληνική επικράτεια των δικαιούχων του επιδόματος γέννησης. Για τους πολίτες τρίτων κρατών, οι οποίοι δεν εμπίπτουν στο ρυθμιστικό καθεστώς συγκεκριμένων περιπτώσεων, απαιτείται δωδεκαετής διαμονή στη χώρα, πριν από την υποβολή της αίτησης, για τη χορήγηση του επιδόματος γέννησης.
– Εντάσσεται στους δικαιούχους του επιδόματος και η μητέρα, η οποία, παρόλο που δεν ανήκει σε καμία από τις μνημονευόμενες κατηγορίες δικαιούχων, διαμένει νόμιμα και μόνιμα στη χώρα, λόγω της σχετικής ιδιότητας του πατέρα του παιδιού.
– Ορίζεται ότι το επίδομα γέννησης χορηγείται από τον ΟΠΕΚΑ.
– Προβλέπεται ότι το επίδομα γέννησης δεν εμπίπτει σε καμία κατηγορία εισοδήματος, απαλλάσσεται από κάθε φόρο, τέλος, εισφορά ή κράτηση υπέρ του Δημοσίου ή τρίτου και δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται με βεβαιωμένα χρέη προς το Δημόσιο, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ), τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ), τα νομικά πρόσωπα των τελευταίων και τα ασφαλιστικά ταμεία, όπως, επίσης, δεν κατάσχεται από πιστωτικά ιδρύματα για οφειλές προς αυτά ούτε συμψηφίζεται με οφειλές προς πιστωτικά ιδρύματα και δεν προσμετράται στο συνολικό, πραγματικό ή τεκμαρτό οικογενειακό εισόδημα.
– Προβλέπεται η δωδεκαετία ως ο απαιτούμενος χρόνος νόμιμης και μόνιμης διαμονής πολιτών άλλων κρατών στην ελληνική επικράτεια για την καταβολή του ανωτέρου επιδόματος. Σήμερα, απαιτείται πενταετής διαμονή.