Η απόφαση του Συμβουλίου Εφετών Λάρισας
Μετά από συνεδρίαση και απόφαση του Συμβουλίου Εφετών Λάρισας, για την τραγωδία των Τεμπών, η προσωρινή κράτηση του προϊσταμένου του Τμήματος Επιθεώρησης Λάρισας της Υπηρεσίας Υποστήριξης Κυκλοφορίας (σιδηροδρόμων) Κεντρικής και Νοτίου Ελλάδος, αντικαθίσταται με κατ’ οίκον περιορισμό, με έλεγχο από την Εισαγγελία Πρωτοδικών του τόπου κατοικίας του.
Να σημειωθεί πως η απόφαση έχει ισχύ μετά την καταβολή εγγυοδοσίας 20 χιλιάδων ευρώ, ενώ ισχύει επίσης και ο περιοριστικός όρος της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, όπως μεταδίδει το larissanet.
Υπενθυμίζεται πως ο επιθεωρητής είχε κριθεί προφυλακιστέος μετά την απολογία του στον εφέτη ανακριτή πριν από σχεδόν έναν χρόνο και συγκεκριμένα στις 31 Μαρτίου. Η δίωξή του είναι σε βαθμό κακουργήματος και σχετίζεται με την τοποθέτηση του 59χρονου σταθμάρχη στη βραδινή βάρδια της 28ης Φεβρουαρίου τη στιγμή που γνώριζε πως ο συγκεκριμένος δεν πληροί τα κριτήρια να αντεπεξέλθει στο συγκεκριμένο πόστο.
Οι λάθος χειρισμοί του σταθμάρχη το βράδυ της 28ης Φεβρουαρίου 2023 έστειλαν την επιβατική αμαξοστοιχία στη γραμμή καθόδου αντί της γραμμής ανόδου, με αποτέλεσμα αυτή να συγκρουστεί μετωπικά με την εμπορική αμαξοστοιχία και να χάσουν τη ζωή τους 57 άνθρωποι.
Θυμίζουμε ότι η προηγούμενη αίτηση αποφυλάκισης που κατέθεσε ο επιθεωρητής την περασμένη άνοιξη είχε απορριφθεί από το Συμβούλιο Εφετών, με τις εξής επισημάνσεις στη σχετική του απόφαση:
«Κρίνεται πολύ πιθανό, σε περίπτωση που αφεθεί ελεύθερος, ακόμη και με περιοριστικούς όρους, ότι θα διαπράξει αξιόποινες πράξεις προκειμένου να συγκαλύψει το έγκλημα για το οποίο κατηγορείται. Συμπληρωματικά δε προς όσα αναφέρονται στην εισαγγελική πρόταση, πρέπει να σημειωθεί ότι ενώπιον αυτού του Συμβουλίου ο προσφεύγων κατηγορούμενος, παριστάμενος με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του, δήλωσε μεταξύ άλλων ότι το κριτήριο για τον καθορισμό των υπηρεσιών των σταθμαρχών ήταν η ισότιμη και ισόκυρη κατανομή τους.
Από την παραπάνω δήλωσή του, σε συνδυασμό και με τις λοιπές δηλώσεις του ιδίου και του συνηγόρου του, προκύπτει ότι, κατά τον ορισμό της υπηρεσίας σταθμάρχη για τον σταθμό της Λάρισας την 28η/2/2023 και για τις ώρες μετά την 11η νυχτερινή, δεν λήφθηκε υπόψη η ελάχιστη εμπειρία του σταθμάρχη Β.Σ. του Δ. για την εργασία του αυτή, την οποία θα πραγματοποιούσε μόνος του, δεδομένου ότι σε προηγούμενη νυχτερινή υπηρεσία του ιδίου σταθμάρχη στον σιδηροδρομικό σταθμό Καλαμπάκας, στις 2/1/2023, υποχρεώθηκε ο προσφεύγων, κατόπιν εντολής ανωτέρου του, να πραγματοποιήσει την αντίστοιχη υπηρεσία μαζί με τον ανωτέρω σταθμάρχη καθόσον ο τελευταίος δεν είχε την ανάλογη εμπειρία για σιδηροδρομικό σταθμό (ήτοι τον Σταθμό της Καλαμπάκας) με πολύ μικρότερη κυκλοφορία (ιδίως κατά τη νυχτερινή βάρδια) σε σχέση με αυτήν του σιδηροδρομικού σταθμού Λάρισας.
Τα παραπάνω άλλωστε δεν αμφισβητήθηκαν από τον προσφεύγοντα κατηγορούμενο ενώπιον του παρόντος Συμβουλίου. Επιπλέον, πέραν όσων αναφέρονται στην εισαγγελική πρόταση, ενόψει και της μακράς θητείας του προσφεύγοντος στην υπηρεσία του, και των φιλικών και υπηρεσιακών σχέσεων, τις οποίες έχει αναπτύξει με τους υφισταμένους του, είναι δυνατόν να προβεί σε ηθική αυτουργία παράνομων πράξεων προκειμένου να συγκαλύψει το έγκλημα για το οποίο κατηγορείται σε βαθμό κακουργήματος… Έτσι, για την επίτευξη του ως άνω σκοπού, ήτοι την αποτροπή τελέσεως νέων εγκλημάτων, δεν επαρκεί η επιβολή περιοριστικών όρων, ούτε και ο κατ’ οίκον περιορισμός με ηλεκτρονική επιτήρηση (άρθρο 284§1 ΚΠΔ), οι οποίοι στη συγκεκριμένη περίπτωση κρίνονται ανεπαρκείς για την προώθηση του ως άνω σκοπού της ποινικής προδικασίας, που ορίζεται στην παράγραφο 3 του άρθρου 282 του ΚΠοινΔ. και συνακόλουθα κρίνεται αναγκαία η συνέχιση της προσωρινής του κράτησης. Κατόπιν τούτων, πρέπει η κρινόμενη προσφυγή να απορριφθεί κατ’ ουσίαν».