Για την απώλεια του Θεόδωρου Νιτσιάκου, έχουν γραφτεί πλέον σχεδόν όλα. Η τοπική κοινωνία, αλλά και το πανελλήνιο, αντέδρασε με πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από άλλες αντίστοιχες θλιβερές ειδήσεις.
Κι αυτό γιατί ισχύει κάτι απλό: Ο Θεόδωρος Νιτσιάκος ήταν υπόδειγμα της Ηπειρωτικής ευποιίας. Δεν πρέπει να φοβόμαστε τις λέξεις όταν περιγράφουν κάτι με ακρίβεια. Ούτε πρέπει να νομίζουμε ότι οι Ηπειρώτες ήκμασαν μόνο στο παρελθόν, όταν αντίθετα δίπλα μας έχουμε πολλά ανάλογα παραδείγματα.
Τον Θεόδωρο Νιτσιάκο δεν τον γνώριζα προσωπικά, οπότε δεν μεροληπτώ υπέρ της υστεροφημίας του. Τον γνώριζα όμως μέσα από το αποτύπωμά του στην κοινωνία, στις επιχειρήσεις. Κι εδώ έχουμε μία περίπτωση που το έργο του ανθρώπου, αποκαλύπτει και μεγάλο μέρος της ταυτότητάς του. Και μιλάμε για σπουδαίο έργο.
Πρόκειται κατ’ αρχάς για τον ορισμό του αυτοδημιούργητου, ο νέος άνθρωπος που είδε μπροστά, που τόλμησε και με πολλά πολλά χρόνια αθόρυβης και επίπονης εργασίας κατάφερε να φτιάξει κορυφαίες, αναγνωρίσιμες διεθνώς επιχειρήσεις. Παράλληλα συνέβαλε ώστε τα Γιάννενα να γίνουν κέντρο της βιομηχανίας της πτηνοτροφίας αλλά και του τουρισμού υψηλού επιπέδου, προσφέροντας εκατοντάδες θέσεις εργασίας και ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική.
Επιπλέον, κάτι που θεωρώ ακόμα σημαντικότερο, ήταν ο άνθρωπος που κοίταγε τη δουλειά του και ταύτιζε το όνομά του με αυτήν. Στους καιρούς της επιδερμικής προφάνειας, κόντρα στην ελαφρότητα των πάσης φύσεως «επωνύμων» και την προπέτεια κάποιων που απασχολούν τον δημόσιο χώρο, εδώ είχαμε έναν κατά τεκμήριο ισχυρό επιχειρηματία, γνώστη του αντικειμένου, πρωτοπόρο της αγοράς που όμως επέμενε να ζει με τους δικούς του όρους, με χαμηλούς τόνους, χωρίς να απασχολεί την κοινή γνώμη. Αυτός ο λιτός βίος πάνω στο δρόμο που διάλεξε εξ αρχής και τον πορεύτηκε ανταποκρινόμενος σε όλες τις προκλήσεις, είναι ένα από τα πιο τυπικά χαρακτηριστικά των Ηπειρωτών που μεγαλούργησαν διαχρονικά.