Τους λόγους για τους οποίους η δεύτερη αναμνηστική δόση κατά της COVID-19 είναι απαραίτητη για τη θωράκιση ευπαθών ομάδων αναδεικνύουν νέες επιστημονικές μελέτες.
Ποια είναι τα ευρήματα για τις νεότερες ηλικίες; Πώς μας προστατεύει η υβριδική ανοσία;
Στα τέλη του περασμένου μήνα, ο Αμερικανικός Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) ενέκρινε τη δεύτερη αναμνηστική δόση εμβολίου για την COVID-19, για τους ευάλωτους πληθυσμούς στις Η.Π.Α., κίνηση που λίγο αργότερα εγκρίθηκε και από τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης (CDC).
Οι τελευταίες ωστόσο συστάσεις, άφησαν πολλούς να αναρωτιούνται για τη σημασία των ενισχυτικών δόσεων. Ερωτήματα όπως «η τρίτη δόση εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου;» ή «τι γίνεται αν είχα μία προηγούμενη μόλυνση» απασχολούν τους περισσότερους.
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μετά την πρώτη αναμνηστική δόση
Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις πως η τρίτη δόση της σειράς mRNA – ή η πρώτη αναμνηστική δόση- ήταν και εξακολουθεί να είναι κρίσιμη για την διασφάλιση μίας ισχυρής ανοσολογικής απόκριση έναντι της παραλλαγής της Όμικρον για όλες τις ηλικιακές ομάδες. Αυτό οφείλεται εν μέρη στο γεγονός πως η ανοσολογική απόκριση εξασθενεί με την πάροδο του χρόνου και εν μέρη στο γεγονός πως η παραλλαγή Όμικρον παραμένει ισχυρή αποφεύγοντας την ανοσία από τα υπάρχοντα εμβόλια.
Το ερώτημα λοιπόν είναι «πόσο αντέχει μέσα στο χρόνο το ανοσοποιητικό από την πρώτη αναμνηστική δόση».
Τα καλύτερα δεδομένα όμως σε πραγματικό χρόνο για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας των εμβολίων με την πάροδο του χρόνου τα βρίσκει κανείς στη Γηραιά Αλβιώνα. Ο βρετανικός οργανισμός υγείας διαθέτει επί του παρόντος δεδομένα παρακολούθησης για 15 εβδομάδες μετά την τρίτη δόση ή το πρώτο αναμνηστικό εμβόλιο.
Στην τελευταία του έκθεση, η αποτελεσματικότητα των εμβολίων κατά της λοίμωξης μειώθηκε σημαντικά μετά την τρίτη δόση ενώ η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της νοσηλείας διατηρείται πολύ καλύτερα σε σύγκριση με την αποτελεσματικότητα έναντι της μόλυνσης.
Αλλά ακόμα και η προστασία από τη νοσηλεία μειώνεται ελαφρώς με την πάροδο του χρόνου. Πρόσφατη μάλιστα μελέτη, αξιολόγησε τη διάρκεια της τρίτης δόσης Moderna μετά από έξι μήνες. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι φθίνουν τα επίπεδα αντισωμάτων έξι μήνες μετά την αναμνηστική δόση. Το CDC επίσης διαπίστωσε σημαντική μείωση της προστασίας από επισκέψεις σε ΤΕΠ και επείγουσες επισκέψεις πέντε μήνες μετά την πρώτη αναμνηστική δόση.
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της νοσηλείας μειώθηκε λίγο, αλλά διατηρήθηκε σε μεγάλο βαθμό πέντε μήνες μετά την αναμνηστική δόση.
Όλες οι μελέτες αυτές έλαβαν υπόψιν όλες τις ηλικιακές ομάδες, όμως οι ερευνητές γνωρίζουν πως οι ηλικιωμένοι δεν αναπτύσσουν τόσο ανθεκτική ανοσολογική αντίδραση όσο οι νεότεροι. Αυτό άλλωστε εξηγεί και το γιατί οι επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις έχουν εμφανιστεί σε πολύ υψηλότερο ποσοστό μεταξύ των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω.
Μια πρόσφατη μάλιστα μελέτη στην ανασκόπηση Lancet, αξιολόγησε την ανθεκτικότητα της τρίτης δόσης στις ηλικίες από 76 έως 96 ετών. Διαπιστώθηκε λοιπόν πως η τρίτη δόση βελτίωσε τα αντισώματα αλλά ενόψει της Όμικρον, τα αντισώματα εξακολουθούσαν να πέφτουν σημαντικά με την τρίτη δόση.
Νεότερα δεδομένα για τη δεύτερη αναμνηστική δόση
Τώρα που το Ισραήλ χορηγεί μία τέταρτη δόση εδώ και αρκετούς μήνες, οι ερευνητές έχουν κάποια δεδομένα στα οποία μπορούν να βασιστούν για να αξιολογήσουν την αποτελεσματικότητά τους.
Σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο New England Journal of Medicine, οι επιστήμονες αξιολόγησαν τα ποσοστά μόλυνσης και σοβαρών ασθενειών μετά από την τέταρτη δόση σε περισσότερα από ένα εκατομμύριο άτομα ηλικίας άνω των 60 ετών στο Ισραήλ.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν πως μετά από την τέταρτη δόση, το ποσοστό μόλυνσης από την COVID-19 ήταν δύο φορές χαμηλότερο από ό,τι μετά από μία τρίτη δόση. Ωστόσο, η προστασία αυτή μειώθηκε γρήγορα μετά από έξι εβδομάδες. Διαπιστώθηκε επίσης πως το ποσοστό σοβαρής νόσου ήταν τέσσερις φορές χαμηλότερο σε σύγκριση με εκείνους που έλαβαν μόνο τρεις δόσεις.
Άλλη σημαντική μελέτη αξιολόγησε την αποτελεσματικότητα της τέταρτης δόσης σε νεότερους εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης στο Ισραήλ. Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν ότι τα επίπεδα αντισωμάτων μειώθηκαν σημαντικά πέντε μήνες μετά την τρίτη δόση. Δυστυχώς όμως, η αποτελεσματικότητα της τέταρτης δόσης δεν διέφερε από την αποτελεσματικότητα της τρίτης δόσης σε αυτό τον πληθυσμό των νέων εργαζόμενων στον τομέα της υγείας. Με άλλα λόγια, μπορεί να μην υπάρχει ουσιαστικό όφελος από μία δεύτερη αναμνηστική δόση της ίδιας φόρμουλας για νέους, υγιείς πληθυσμούς.
Σε μία τρίτη μελέτη, που ωστόσο ακόμα δεν έχει αξιολογηθεί από ομότιμους, σε ένα μεγάλο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης στο Ισραήλ σε άτομα ηλικίας 60 έως 100 ετών. Μεταξύ λοιπόν των 563.465 ασθενών, το 58% έλαβε δεύτερη αναμνηστική δόση. Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 92 άτομα που έλαβαν τη δεύτερη αναμνηστική πέθαναν σε σύγκριση με 232 άτομα που έλαβαν μόνο το πρώτο εμβόλιο. Με άλλα λόγια η δεύτερη αναμνηστική δόση ισοδυναμεί με 78% μείωση του θανάτου σε σύγκριση με την πρώτη αναμνηστική δόση.
Η υβριδική ανοσία
Ο συνδυασμός εμβολιασμού και μόλυνσης από την COVID-19 ονομάζεται υβριδική ανοσία. Περισσότερες από 35 μελέτες έδειξαν πως η υβριδική ανοσία προσφέρει συμπληρωματική και ευρεία προστασία. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός πως η ανοσία από τα εμβόλια στοχεύει στην πρωτεϊνική ακίδα με βάση την οποία σχεδιάστηκαν τα εμβόλια κατά της COVID-19 και η ανοσία που προκαλείται από τη μόλυνση στοχεύει ευρύτερα σε ολόκληρο τον ιό.
Έτσι δεν είναι παράλογο να παραλείψει κανείς την δεύτερη αναμνηστική δόση, αν έχει προηγηθεί επιβεβαιωμένη μόλυνση της Όμικρον. Αυτό δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι θα πρέπει να κολλήσουν σκόπιμα τον ιό, ωστόσο είναι σαφές πως υ υβριδική ανοσία είναι μία βιώσιμη οδός για την προστασία.
Εν ολίγοις, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως η τέταρτη δόση παρέχει ουσιαστική προστασία στους ευάλωτους πληθυσμούς, ενώ παράλληλα είναι πολύ σημαντικό οι άνθρωποι να λαμβάνουν και τις τρεις δόσεις τους.