Ο ανεπαρκής ύπνος ενδεχομένως συσχετίζεται με το γλαύκωμα, έναν σημαντικό παράγοντα απώλειας της όρασης σύμφωνα με νέα έρευνα
Η εξέταση για την συγκεκριμένη οφθαλμολογική πάθηση θα μπορούσε να ωφελήσει και τα άτομα με υπνική άπνοια σύμφωνα με τη νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο BMJ Open.
Η έρευνα άντλησε στοιχεία από μια βάση δεδομένων 400.000 ατόμων προκειμένου να διερευνηθεί η σχέση ανάμεσα στον ύπνο και την απώλεια όρασης.
Το γλαύκωμα είναι συχνή πάθηση του οφθαλμού που προσβάλλει εκατομμύρια ανθρώπους – υπολογίζεται ότι μέχρι το 2040 οι πάσχοντες θα ανέρχονται σε 112 εκατομμύρια. Χαρακτηρίζεται ως μια ύπουλη και μη αναστρέψιμη οφθαλμοπάθεια που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην τύφλωση, στην περίπτωση που δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως. Το γλαύκωμα οφείλεται συνήθως στην υψηλή ενδοφθάλμια πίεση. Η πίεση αυτή αυξάνει τον κίνδυνο προοδευτικής καταστροφής του οπτικού νεύρου, με αποτέλεσμα την απώλεια της όρασης.
Το γλαύκωμα εξελίσσεται αργά για μία περίοδο ετών. Είναι μία σιωπηλή νόσος συνήθως χωρίς συμπτώματα στα αρχικά στάδια.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τα δεδομένα 409.000 συμμετεχόντων στην UK Biobank μέσου όρου ηλικίας 57 ετών. Μελέτησαν τα μοτίβα του ύπνου τους, τυχόν προβλήματα υγείας, καθώς και το προσδόκιμο ζωής των συμμετεχόντων για ένα χρονικό διάστημα δέκα ετών, στη διάρκεια του οποίου καταγράφηκαν 8.690 περιστατικά γλαυκώματος.
Η συχνή υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας συσχετίστηκε με 20% υψηλότερο κίνδυνο γλαυκώματος. Ο κίνδυνος αυξήθηκε κατά 12% με την αϋπνία και κατά 8% με τη σύντομη ή μεγάλη διάρκεια ύπνου. Το ροχαλητό συσχετίστηκε με 4% υψηλότερο κίνδυνο γλαυκώματος.
Σε σύγκριση με τους ανθρώπους που είχαν ένα υγιές μοτίβο ύπνου, όσοι ροχάλιζαν ή είχαν υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας είχαν 10% περισσότερες πιθανότητες να έχουν γλαύκωμα. Όσοι είχαν αϋπνίες καθώς και πολύ μικρής ή μεγάλης διάρκειας ύπνο είχαν 13% περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν γλαύκωμα.
Σε σύγκριση με εκείνους που δεν είχαν διαγνωστεί με τη νόσο, οι συμμετέχοντες με γλαύκωμα έτειναν να είναι μεγαλύτερης ηλικίας άνδρες, με υψηλή αρτηριακή πίεση ή διαβήτη και ιστορικό καπνίσματος.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι μάλλον το γλαύκωμα είναι αυτό που επηρεάζει τα μοτίβα του ύπνου και όχι το αντίστροφο, ενώ εκτιμούν ότι οι αλλαγές στην ενδοφθάλμια πίεση που σημειώνονται όταν ξαπλώνουμε, καθώς και οι ορμόνες που απορρυθμίζονται σε περιπτώσεις αυπνίας ενδεχομένως να παίζουν ένα ρόλο σε αυτό το συσχετισμό.