Το στρες – όταν είναι ήπιο και ελεγχόμενο – δείχνει να έχει όσον αφορά τον εγκέφαλο, μια επίδραση παρόμοια με αυτή των εμβολίων στο ανοσοποιητικό σύστημα.
Ο τρόπος που αντιδρούν το σώμα και ο εγκέφαλος στο στρες εξαρτάται από πολλές παραμέτρους, αρκετές από τις οποίες εντοπίζονται στο γενετικό ιστορικό μας και στις προσωπικές μας εμπειρίες. Σήμερα υπάρχει ένα διαρκώς επεκτεινόμενο χάσμα ανάμεσα στη βιολογική και την κοινωνική μας εξέλιξη. Δεν χρειάζεται πια να τρέχουμε να σωθούμε από τα λιοντάρια, είμαστε όμως ακόμα κολλημένοι στα ένστικτά μας και η αντίδραση πάλης ή φυγής δεν είναι και ιδιαίτερα κουλ σε μια συνεδρίαση διοικητικού συμβουλίου. Αν στρεσαριστείτε στη δουλειά, θα χαστουκίσετε τον προϊστάμενό σας; Ή θα κάνετε μεταβολή και θα το βάλετε στα πόδια; Το ζήτημα είναι πώς θα αντιδράσετε.
Ο τρόπος που επιλέγουμε για να αντιμετωπίσουμε το στρες μπορεί να τροποποιήσει όχι μόνο τα συναισθήματά μας αλλά και τον ίδιο μας τον εγκέφαλο. Αν αντιδρούμε παθητικά ή απλώς βρισκόμαστε σε αδιέξοδο, το στρες μπορεί να αποβεί καταστροφικό. Όπως και τα περισσότερα ψυχιατρικά θέματα, το χρόνιο στρες προκύπτει από το κόλλημα του εγκεφάλου στο ίδιο μοτίβο, που τις περισσότερες φορές σηματοδοτείται από απαισιοδοξία, φόβο και παραίτηση. Η ενεργή αντιμετώπιση μας βγάζει από αυτή την περιοχή. Αν βάλουμε κατά μέρος τα ένστικτα, έχουμε κάποιον έλεγχο πάνω στον τρόπο που μας επηρεάζει το στρες. Ο έλεγχος είναι το κλειδί.
Η άσκηση ελέγχει από συναισθηματικής και σωματικής πλευράς το αίσθημα του στρες και λειτουργεί επιπλέον σε επίπεδο κυττάρων. Μα πώς γίνεται αυτό αφού η ίδια η άσκηση είναι μια μορφή στρες; Η δραστηριότητα του εγκεφάλου που προκαλείται από την άσκηση γεννά μοριακά υποπροϊόντα που μπορούν να προξενήσουν ζημιές στα κύτταρα, όμως υπό κανονικές συνθήκες οι μηχανισμοί επιδιόρθωσης καθιστούν τα κύτταρα πιο σκληραγωγημένα ενάντια σε μελλοντικές δοκιμασίες. Οι νευρώνες χαλάνε και ξαναφτιάχνονται όπως ακριβώς και οι μύες: η πίεση τους κάνεις πιο ανθεκτικούς. Mε αυτόν τον τρόπο η άσκηση αναγκάζει το σώμα και το μυαλό να προσαρμόζονται.
Τη δεκαετία του 1980, το Υπουργείο Ενέργειας των ΗΠΑ χρηματοδότησε μια μελέτη για τις επιπτώσεις στην υγεία από τη συνεχή έκθεση στη ραδιενέργεια. Η μελέτη συνέκρινε δύο ομάδες εργατών σε πυρηνικά ναυπηγεία της Βαλτιμόρης οι οποίοι έκαναν παρεμφερείς δουλειές, εκτός από μία σημαντική διαφορά: η μία ομάδα εκτίθετο σε πολύ χαμηλά επίπεδα ραδιενέργειας λόγω των υλικών που χειριζόταν, ενώ η άλλη δεν εκτίθετο καθόλου. Το υπουργείο παρακολούθησε τους εργάτες ανάμεσα στο 1980 και το 1988 και τα ευρήματα σόκαραν όλους όσοι συμμετείχαν στη μελέτη.
Η ραδιενέργεια τους έκανε υγιέστερους. Οι 20.000 εργάτες που εκτίθεντο στη ραδιενέργεια είχαν 24% χαμηλότερη θνησιμότητα από τους 32.000 συναδέλφους τους που ήταν καθαροί. Με κάποιο τρόπο, οι τοξίνες που όλοι υπέθεταν και φοβούνταν ότι κατέστρεψαν την υγεία των εργατών έκαναν ακριβώς το αντίθετο. Η ραδιενέργεια είναι μια μορφή στρες υπό την έννοια ότι φθείρει κύτταρα. Σε υψηλά επίπεδα, τα σκοτώνει και μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση ασθενειών όπως ο καρκίνος. Στην προκειμένη περίπτωση, η δόση της ραδιενέργειας ήταν προφανώς αρκετά χαμηλή ώστε, αντί να σκοτώνει τα κύτταρα των εργατών που εκτίθεντο σε αυτή, να τα κάνει ακόμα πιο δυνατά.
Ίσως τελικά το στρες να μην είναι και τόσο κακό. Επειδή όμως η μελέτη «απέτυχε» – δεν έδειξε τις αναμενόμενες κακοήθεις επιπτώσεις της ραδιενέργειας-, δεν δημοσιεύθηκε ποτέ. Απ’ όσα έχουμε μάθει από τότε για τη βιολογία του στρες και της ανάκαμψης, το στρες δείχνει να έχει όσον αφορά τον εγκέφαλο μια επίδραση παρόμοια με αυτή των εμβολίων στο ανοσοποιητικό σύστημα. Σε περιορισμένες δόσεις προκαλεί την υπερπροσπάθεια των εγκεφαλικών κυττάρων και έτσι την προετοιμασία τους για μελλοντικές απαιτήσεις. Οι νευροεπιστήμονες ονομάζουν αυτό το φαινόμενο «εμβολιασμό κατά του στρες».
Αυτό που τελικά έχει χαθεί μέσα σε όλες τις συμβουλές για τη μείωση του στρες της σύγχρονης ζωής είναι ότι οι δοκιμασίες είναι εκείνες που μας επιτρέπουν να ευημερούμε, να εξελισσόμαστε και να μαθαίνουμε. Η αναλογία σε κυτταρικό επίπεδο είναι ότι το στρες προκαλεί την ανάπτυξη του εγκεφάλου. Υποθέτοντας ότι το στρες δεν είναι υπερβολικά ισχυρό και δίνει στους νευρώνες χρόνο να συνέλθουν, οι συνδέσεις γίνονται πιο δυνατές και ο ψυχικός μηχανισμός μας λειτουργεί καλύτερα. Το στρες δεν είναι καλό ή κακό – είναι απαραίτητο.