Εν μέσω πανδημίας ο καρκίνος συνεχίζει να αποτελεί πιο συχνή και επικίνδυνη νόσο
Μπορεί η πανδημία από τον ιό SARS-CoV-2 να απασχολεί τους πολίτες και να αποτελεί αναγκαστικά υγειονομική προτεραιότητα, αλλά ο καρκίνος συνεχίζει να αποτελεί ακόμα πιο συχνή και επικίνδυνη νόσο, γι’ αυτό δεν πρέπει να αποσυρθεί από το προσκήνιο του δημόσιου ενδιαφέροντος, αναφέρει η Ελληνική Αντικαρκινική Εταιρία, με αφορμή την 4η Φεβρουαρίου, παγκόσμια ημέρα για την καταπολέμηση του καρκίνου.
Διεθνώς, παρατηρήθηκε μία υστέρηση στον αριθμό πολιτών που προσήλθαν για εξετάσεις έγκαιρης διάγνωσης, ενώ επιστημονικές μελέτες καταδεικνύουν πως και η καθυστέρηση που καταγράφηκε στις εξετάσεις συμπτωματικών ασθενών θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του ποσοστού διαγνώσεων πιο προχωρημένων καρκίνων, μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
Το 2020 το ποσοστό των ασθενών που διαγνώστηκαν με καρκίνο παγκοσμίως μειώθηκε κατά σχεδόν 40% σε σχέση με το 2019, σύμφωνα με διεθνή στατιστικά στοιχεία που επικαλείται η Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου.
Εν μέσω πανδημίας, πολλοί ασθενείς – με ή χωρίς συμπτώματα – αποφεύγουν να κάνουν τυπικές εξετάσεις, με αποτέλεσμα να καθυστερεί σημαντικά η διάγνωση του καρκίνου. Οι νέες διαγνώσεις έχουν μειωθεί σημαντικά, ειδικά στα πρώιμα, δυνητικά ιάσιμα στάδια του καρκίνου, ενώ αυξήθηκαν οι ογκολογικοί ασθενείς που διακόπτουν τη θεραπεία τους ή δεν συμμετέχουν σε προγραμματισμένους επανελέγχους.
«Η δειγματοληψία που έχει κάνει η Ελληνική Ομοσπονδία Καρκίνου δείχνει το ίδιο ποσοστό ακριβώς για την Ελλάδα: 40% λιγότερες καινούργιες διαγνώσεις κρουσμάτων καρκίνου», δήλωνε, τον Ιούνιο, στο LiFO.gr o πρόεδρος της Eλληνικής Eταιρείας Xειρουργικής Oγκολογίας, Ιωάννης Καραϊτιανός προειδοποιώντας ότι η ίδια τάση παρατηρείτο και το 2021. «Προφανώς οφείλεται στο ότι οι Έλληνες έχουν εγκαταλείψει και τον προ-συμπτωματικό έλεγχο για καρκίνους όπως στο στομάχι, κυρίως όμως στο παχύ έντερο, τον προστάτη, τον πνεύμονα και τον μαστό».
Κάθε χρόνο οι νέες περιπτώσεις καρκίνου στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις τελευταίες εκτιμήσεις, ανέρχονται σε 68.000, ενώ οι θάνατοι στους 33.000. Παράλληλα, «εκατοντάδες χιλιάδες είναι οι ασθενείς που επιζούν μετά την εμφάνιση της νόσου για αρκετά, έως πάρα πολλά, χρόνια.»
Οι αριθμοί είναι ανησυχητικοί και οι πιο αποτελεσματικές μέθοδοι για τη μείωση τους και την ελάφρυνση της επιβάρυνσης που προκαλεί ο καρκίνος σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, είναι η αποφυγή των καρκινογόνων παραγόντων (πρωτογενής πρόληψη) και η πρόωρη (έγκαιρη) διάγνωση (δευτερογενής πρόληψη). Με αυτές μπορούν να μειωθούν κατά περίπου 30% οι νέες περιπτώσεις και να μειωθεί σημαντικά η θνησιμότητα.
Οι σύγχρονες θεραπευτικές αγωγές, τις οποίες κατέχουν και εφαρμόζουν οι Έλληνες υγειονομικοί, έχουν βελτιώσει αισθητά την ποιότητα και ποσότητα της ζωής των ασθενών, δημιουργώντας ένα κλίμα αισιοδοξίας για ακόμα καλύτερα αποτελέσματα στο μέλλον.
«Όμως, πέρα από την πρόοδο της επιστήμης και την επάρκεια γνώσεων και ικανοτήτων των υγειονομικών μας, εξακολουθεί να είναι ζητούμενο στη χώρα μας, η βελτίωση της παρεχόμενης φροντίδας, για να μπορούν όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα του τόπου κατοικίας, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης, ή των πεποιθήσεων τους, να έχουν ίσες δυνατότητες πρόσβασης σε έγκυρη και έγκαιρη διάγνωση καθώς και θεραπεία, σε αξιοπρεπείς συνθήκες», σημειώνει η ΕΑΕ.
«Ο καρκίνος δεν είναι μόνο ιατρικό, αλλά και κοινωνικό πρόβλημα. Χρειάζεται επομένως, την ενεργή συμμετοχή των πολιτών στον αντικαρκινικό αγώνα και τη χάραξη και πιστή εφαρμογή των κατάλληλων πολιτικών από το κράτος. Ο καρκίνος είναι ατομική, κοινωνική και κρατική ευθύνη».