Μπορούν τα… ανθρώπινα ούρα να βοηθήσουν, ως φυσική εναλλακτική στα χημικά λιπάσματα, στην αντιμετώπιση της επισιτιστικής κρίσης;
Η ιδέα μπορεί να φαντάζει εκ πρώτης όψης αποκρουστική. Έχει αρχίσει ωστόσο να κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος εν μέσω μεγάλων ελλείψεων σε χημικά λιπάσματα και της εκτίναξης της τιμής τους λόγω του πολέμου στην Ουκρανία.
Αφορά εξάλλου μια οικολογική γεωργική πρακτική, που στο μακρινό παρελθόν έχει αποδειχθεί ευεργετική για την ενίσχυση της απόδοσης των καλλιεργειών.
Στη σύγχρονη εκδοχή της ονομάζεται peecycling. Κοντολογίς, ανακύκλωση αποστειρωμένων ανθρώπινων ούρων.
Πλούσια σε άζωτο, φώσφορο και κάλιο -απαραίτητα για τα φυτά θρεπτικά στοιχεία- είναι σαφώς λιγότερο ρυπογόνα από τα συνθετικά λιπάσματα, τα οποία περιέχουν αμμωνία.
Προφανώς η χρήση τους φαντάζει ως ένας ακατέργαστος τρόπος στην εποχή της βιομηχανικής γεωργίας.
Η πρακτική είχε επανέλθει όμως εδώ και καιρό στο προσκήνιο, καθώς ερευνητές, γεωργοί και περιβαλλοντολόγοι αναζητούν τρόπους για μείωση της εξάρτησης της αγροτικής παραγωγής από τις χημικές ουσίες. Τώρα η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία δίνει νέα ώθηση στις προσπάθειες.
Μπορεί οι δυτικές κυρώσεις να μην αφορούν άμεσα τις εξαγωγές λιπασμάτων από τη Ρωσία. Τις έχουν όμως επηρεάσει έμμεσα στη χώρα που είναι ο Νο1 εξαγωγέας σε αζωτούχα λιπάσματα, ενώ μαζί με τη Λευκορωσία αντιπροσωπεύουν το 40% των εξαγόμενων ποσοτήτων καλίου παγκοσμίως.
Ως εκ τούτου, η ανάγκη εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων στα χημικά λιπάσματα έχει καταστεί ακόμη πιο επιτακτική. Πολλώ δε μάλλον τώρα που πολλές χώρες βρίσκονται αντιμέτωπες με το φάσμα της επισιτιστικής κρίσης.
Ένα δύσκολο εγχείρημα
Η παραγωγή χημικών λιπασμάτων συνήθως περιλαμβάνει εντατική εξόρυξη μεταλλευμάτων που περιέχουν φώσφορο και κάλιο. Η δε βιομηχανική παραγωγή αμμωνίας, η οποία περιέχει άζωτο και υδρογόνο, θεωρείται ιδιαίτερα ρυπογόνος.
Για την αντικατάσταση των χημικών λιπασμάτων με τη μέθοδο του peecycling, από την άλλη, θα απαιτηθεί πολλαπλάσιο βάρος επεξεργασμένων ούρων με διάφορες τεχνικές συμπύκνωσης ή αφυδάτωσης του υγρού, προς μείωση του όγκου και του κόστους μεταφοράς.
Διεθνής μελέτη του 2020 «για τις παγκόσμιες και περιφερειακές “δυνατότητες” των λυμάτων ως πηγές νερού, θρεπτικών ουσιών και ενέργειας» κατέγραψε ότι με τα σημερινά επίπεδα παραγωγής υπάρχει θεωρητικά η δυνατότητα αντιστάθμισης του 13% της παγκόσμιας ζήτησης για άζωτο, φώσφορο και κάλιο στη γεωργία.
Αυτά ενώ η παραγωγή λυμάτων παγκοσμίως, επισημαίνουν οι συντάκτες της, «αναμένεται να αυξηθεί κατά 24% έως το 2030 και 51% έως το 2050».
«Δεδομένου ότι η παραγωγή συνθετικού αζώτου είναι σημαντική πηγή αερίων του θερμοκηπίου και ο φώσφορος είναι περιορισμένος και μη ανανεώσιμος πόρος», επισημαίνει η Τζούλια Κάβικ, ερευνήτρια της αμερικανικής ΜΚΟ Rich Earth Institute, «τα μοντέλα διαχείρισης ούρων προσφέρουν ένα μακροπρόθεσμο ανθεκτικό μοντέλο για τη χρήση των ανθρώπινων αποβλήτων και τη γεωργική παραγωγή».
Όμως το εγχείρημα δεν είναι τόσο εύκολο όσο ίσως ακούγεται. Απαιτείται ανασχεδιασμός των τουαλετών και επανεφεύρεση του συστήματος αποχέτευσης για τον διαχωρισμό και τη συλλογή λυμάτων.
Μια όλο και πιο διαδεδομένη μέθοδος
Ένα πιλοτικό σχέδιο τέθηκε σε εφαρμογή στη Σουηδία στις αρχές της δεκαετίας του 1990, σε επιλεγμένες περιοχές με οικολογική πολιτική.
Από πέρυσι στο νησί Γκότλαντ, όπου το γλυκό νερό γίνεται όλο και πιο πολύτιμο για να σπαταλάται σε τουαλέτες, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα φιλόξοδο πείραμα από ομάδα ερευνητών στο Πανεπιστήμιο Γεωργικών Επιστημών (SLU) στην Ουψάλα.
Ζητούμενο είναι η ανάπτυξη ενός μοντέλου για χρήση των ούρων ως φυσικό λίπασμα σε ευρεία κλίμακα, με τη συλλογή μεγάλων ποσοτήτων από άνυδρα ουρητήρια και εξειδικευμένες τουαλέτες και τη μετατροπή τους σε σκόνη και σφαιρίδια λιπάσματος.
Ανάλογα προγράμματα βρίσκονται σε εξέλιξη σε διάφορες χώρες: από την Ελβετία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και τις ΗΠΑ, έως τη Νότια Αφρική και την Αυστραλία.
Στο Παρίσι για παράδειγμα αναπτύσσεται μια ολόκληρη οικολογική συνοικία στο 14ο διαμέρισμα της πόλης με καταστήματα, γραφεία και 600 κατοικίες, όπου εγκαθίστανται ειδικές τουαλέτες για τη συλλογή ούρων. Μετά την επεξεργασία τους, θα χρησιμοποιούνται ως λίπασμα σε χώρους πρασίνου.
Εταιρείες όπως η ελβετική Laufen and Eawag προχωρούν στον σχεδιασμό τουαλετών που διοχετεύουν τα ούρα σε ξεχωριστό δοχείο, χωρίς να αποβάλλονται με τη χρήση γλυκού νερού.
Στο Βερμόντ των ΗΠΑ η ΜΚΟ Rich Earth Institute, που εργάζεται εδώ και πάνω από μια δεκαετία σε εναλλακτικές μεθόδους διαχείρισης αποβλήτων, συγκεντρώνει για τον ίδιο σκοπό ούρα με ειδικές φορητές τουαλέτες που διαθέτει σε δημόσιες εκδηλώσεις.
Πρόκειται για «υγρό χρυσό» και κάθε φορά που τραβάμε καζανάκι χάνεται ένας «μικρός θησαυρός» θρεπτικών συστατικών, λέει η Κάρα Μπιλ, επικεφαλής ερευνήτρια στο Τμήμα Αστικών Μελετών του Πανεπιστημίου Γκρίφιθ της Αυστραλίας, όπου επίσης γίνονται σχετικές δομικές.
«Εκατομμύρια δαπανώνται ετησίως για την επεξεργασία των αποβλήτων μας προτού απορριφθούν στα ύδατα υποδοχής. Αν όμως μπορέσουμε να κλείσουμε αυτόν τον κύκλο θρεπτικών συστατικών», παρατηρεί, «θα ήταν πολύ συνετό για την αειφορία, την κυκλική οικονομία και τη φροντίδα του πλανήτη»…
Would you eat food that’s been grown with the help of human urine?
A group of French researchers say our urine could be used as an alternative to traditional fertilisers 👇 pic.twitter.com/EBITaDKBxm
— Al Jazeera English (@AJEnglish) July 3, 2022
Το πείραμα του Νίγηρα
Μια μεγαλύτερης κλίμακας έρευνα έχει ήδη διεξαχθεί στoν Νίγηρα και στα ημι-άνυδρα εδάφη της υποσαχάριας Αφρικής.
Στα μέσα της περασμένης δεκαετίας και επί τρία χρόνια, ομάδα ερευνητών από την αφρικανική χώρα, τη Γερμανία και τη Βρετανία κατέγραψαν τα αποτελέσματα της χρήσης ανθρώπινων ούρων ως φυσικού λιπάσματος για καλλιέργειες σιτηρών.
Το πείραμα έλαβε χώρα σε εδάφη φτωχά σε θρεπτικά συστατικά. Οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δύο ομάδες.
Η μία συνέχισε να χρησιμοποιεί τις συμβατικές αγροτικές μεθόδους με χημικά λιπάσματα, τα οποία γίνονται όλο και ακριβότερα, καθιστώντας πρόκληση την απόκτησή τους από αγρότες σε αναπτυσσόμενες χώρες.
Η άλλη χρησιμοποίησε ούρα, έχοντας λάβει εκπαίδευση για την ασφαλή χρήση τους.
Θεωρούνται σχετικά αποστειρωμένα όταν αποβάλλονται από το σώμα μας, χάρη στην αμμωνία που περιέχουν. Εκτός από τη μέθοδο της παστερίωσης, η αποθήκευσή τους σε δοχεία σε θερμοκρασίες 22-24 βαθμών Κελσίου για δύο με τρεις μήνες θεωρείται επαρκής για να καταστραφούν τα εναπομείναντα παθογόνα που επιβιώνουν σε όξινο υγρό περιβάλλον.
Στην αρχή, για την ενίσχυση του εδάφους, η δεύτερη ομάδα αγροτών που συμμετείχε στο πρόγραμμα στον Νίγηρα χρησιμοποίησε αποστειρωμένα ούρα συνδυαστικά με κοπριά. Έπειτα έκανε χρήση μόνο ούρων.
Το αποτέλεσμα -όπως καταγράφει η πρόσφατα δημοσιευμένη επιστημονική μελέτη– ήταν οι δικές τους καλλιέργειες σιτηρών να έχουν αύξηση της σοδειάς κατά 30%.
Συν και πλην
Ερευνητές τονίζουν ότι σε αυτό το στάδιο οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την ευρεία χρήση της μεθόδου του peecycling είναι κυρίως δύο.
Η μια έχει να κάνει με τη συλλογή επαρκών ποσοτήτων ούρων. Η έτερη με την αντίδραση της κοινής γνώμης.
Σχετική μελέτη, αναφέρει το πρακτορείο AFP, έδειξε ότι υπάρχουν διαφορές από χώρα σε χώρα. Το ποσοστό αποδοχής είναι πολύ υψηλό στην Κίνα, στη Γαλλία και στην Ουγκάντα για παράδειγμα, αλλά χαμηλό στην Πορτογαλία και την Ιορδανία.
Πάντως η Μαρίν Λεγκράν -ανθρωπολόγος στο γαλλικό ερευνητικό πρόγραμμα OCAPI για τα διατροφικά συστήματα και τη διαχείριση των ανθρώπινων αποβλήτων- εκτιμά η έλλειψη νερού και η αυξημένη ευαισθητοποίηση γύρω από το τίμημα της περιβαλλοντικής ρύπανσης θα βοηθήσουν σταδιακά στην αλλαγή της κοινής γνώμης.
Στο μεσοδιάστημα το Rich Earth Institute ερευνά σε συνεργασία με διάφορα πανεπιστήμια την επίδραση φαρμακευτικών προϊόντων στα ούρα και κατ’ επέκταση στην ασφάλεια και στην ανάπτυξη των γεωργικών καλλιεργειών.
Τα έως τώρα αποτελέσματα δείχνουν ότι αν και μπορεί να ανιχνευθούν ίχνη ορισμένων σκευασμάτων, τα επίπεδα είναι εξαιρετικά μικρά και «χαμηλός ο κίνδυνος μεταφοράς ανθεκτικού στα αντιβιοτικά DNA στο περιβάλλον».
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ούρα μπορούν να είναι ένα ασφαλές λίπασμα για κάθε είδους καλλιέργεια», λέει ο Έιμπ Νο-Χέιζ, συνιδρυτής και διευθυντής έρευνας της αμερικανικής ΜΚΟ.
Πρόσφατη επιστημονική μελέτη του Τμήματος Μηχανικών Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν αναδεικνύει εν τω μεταξύ πρόσθετα οφέλη.
Μοντελοποίησαν συστήματα διαχείρισης λυμάτων σε τρεις πολιτείες των ΗΠΑ. Και αυτό που διαπίστωσαν είναι ότι, με τη συγκέντρωση και επεξεργασία των ούρων, οι κοινότητες αυτές θα μπορούσαν να μειώσουν τις συνολικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου έως και κατά 47%.
Την κατανάλωση ενέργειας 26-41%. Τη χρήση γλυκού νερού περίπου στο μισό. Και έως 64% τη ρύπανση από θρεπτικά συστατικά από τα λύματα, ανάλογα με τις εφαρμοζόμενες τεχνολογίες.