Η Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας, Αναστασία Κοτανίδου, μιλά για την κατάσταση στις ΜΕΘ αλλά και το μέλλον της κρίσης του κορωνοϊού στην Ελλάδα.
«Ας ελπίσουμε ότι η κατάσταση στην Ελλάδα θα είναι καλύτερη σε σχέση με τις χώρες που αναφέρετε (Ισπανία και Ιταλία). Και αυτό γιατί έχουν ληφθεί έγκαιρα μέτρα από το Υπουργείο Υγείας για την προστασία του πληθυσμού» δηλώνει σε συνέντευξή της στο Αθηναϊκό Πρακτορείο, η Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Εντατικής Θεραπείας.
«Όσο οι πολίτες συμμορφώνονται με τις οδηγίες και η καμπύλη δεν εκτοξεύεται αλλά διατηρείται σε χαμηλή πορεία είμαστε αισιόδοξοι» δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Γίνεται μεγάλη προσπάθεια σε όλη την Ελλάδα να αυξηθούν οι κλίνες των ΜΕΘ και το προσωπικό που θα τις στελεχώσει. Ειδικότερα στον Ευαγγελισμό, υπάρχει δυνατότητα για 70 κλίνες ΜΕΘ συγκριτικά με 30 κλίνες που υπήρχαν» επισημαίνει η κ. Κοτανίδου.
Από τα διεθνή δεδομένα προκύπτει, όπως λέει, ότι «εφόσον ο ασθενής δεν έχει υποκείμενα νοσήματα, η έκβαση φαίνεται να είναι καλή στη ΜΕΘ. Οι ασθενείς που έχουν νοσηλευτεί στη ΜΕΘ έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης από τους ασθενείς που νοσηλεύονται σε κοινό θάλαμο».
Σημειώνει δε πως οι ασθενείς με δυσοίωνη πρόγνωση είναι κυρίως οι ηλικιωμένοι και τα άτομα με χρόνια προβλήματα υγείας. Εξηγεί ακόμη ότι για τη νοσηλεία των ασθενών με Covid-19 θα χρησιμοποιηθούν οι ήδη υπάρχουσες ΜΕΘ.
«Δομικά είναι οι ίδιες ΜΕΘ, αλλά έχουν εξοπλιστεί με κλειστά κυκλώματα αναπνευστήρων, στολές, ειδικές μάσκες και λαμβάνονται αυστηρά μέτρα ατομικής προστασίας του προσωπικού για αποφυγή μόλυνσης από τον ιό» αναφέρει.
Ερωτώμενη δε, εάν ο κλινικός γιατρός μπορεί να κάνει διάγνωση κάποιας επιπλοκής του κορωνοϊού, όπως η πνευμονία, από το τηλέφωνο, χωρίς να ακροασθεί τον ασθενή και να κάνει απεικονιστικές εξετάσεις, απάντησε πως «αρχικά η διάγνωση δεν μπορεί να γίνει από το τηλέφωνο για τον covid-19. Η οδηγία του ΕΟΔΥ « Μείνετε Σπίτι» αφορά ασθενείς με ήπια συμπτωματολογία».
Τα άτομα υψηλού κινδύνου (ηλικιωμένοι, καρδιοπαθείς, άτομα με σακχαρώδη διαβήτη, ηπατοπάθειες ή πνευμονοπάθειες κ.α) που παρουσιάζουν συμπτώματα όπως βήχα, πυρετό, δύσπνοια οφείλουν να είναι σε επικοινωνία με τον θεράποντα γιατρό τους επισημαίνει και συμπληρώνει: «δύσπνοια, ταχύπνοια και ο κορεσμός οξυγόνου κάτω από 95% θα πρέπει να κινητοποιήσουν κάποιον για νοσηλεία».